© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Πέμπτη 20 Μαΐου 2010

"Το δέντρο που έγνεθε τη βροχή και τραγουδούσε"

Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας

Αυτός είναι ο τίτλος της ολόφρεσκης ποιητικής συγκομιδής του Ηλία Κεφάλα, αγαπητού φίλου και πιστού συνοδίτη στη βιοπάλη για την ανατροφή των λέξεων. Πρόκειται για μια νέα σύναξη στίχων, που κυκλοφορήθηκε πρόσφατα από τη σειρά Ροές της Ποίησης, με 88 σελίδες. Σημειωτέον ότι υπεύθυνη της σειράς είναι η Παυλίνα Παμπούδη.

Έλαβα το βιβλίο πριν λίγες μέρες από τον ίδιο τον ποιητή και τον ευχαριστώ πολύ για την τιμή! Χαμηλόφωνη και ήρεμη η γραφή του -όπως πάντα- επηρεάζει την ψυχή του αναγνώστη αποτελεσματικότερα από ό,τι οι ασύστολες μεγαλοστομίες είτε της τρέχουσας καθημερινότητας, είτε της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Εξομολογούμαι ότι και οι δύο αυτοί τόποι (καθημερινότητα και λογοτεχνία) πολύ δύσκολα πλέον με αναπαύουν, εφόσον έχουν πάψει να δρουν ως τρόποι αναγωγικότητας, έχοντας -φευ!- εκπέσει σε εξωτερίκευση παραφροσύνης και σε άνευ λόγου φωνασκίες...

Ο Κεφάλας, ως ευαίσθητος δέκτης και πομπός ουσιωδών μηνυμάτων,

«Σκέφτεται και μονολογεί
Εν μέσω μύδρων
Και εγκωμίων
Της άφευκτης σμικρότητας» (σ. 19).

Έχοντας διανύσει τόσα και τόσα χρόνια (αιώνες, θα ήταν σωστότερο να πούμε) στην εσώτερη πατρίδα του Υπάρχειν, σοφότερος παρά ποτέ, δικαιούται να συμβουλεύσει τους επιγενόμενους, εκείνους -εννοείται- που διαθέτουν ευήκοα ώτα σε διεργασίες της ψυχής απερινόητες και λειτουργίες της καρδιάς μυστικές. Ανατρέχω σε μια τέτοια προτροπή του:

«Διάφανος να είσαι. Σαν τη σταγόνα
Της βροχής που κρέμεται
Στη λαμπερή απόληξη των φύλλων.
Γυμνός και τόσο καθαρός. Όπως αστέρι
Και κρύσταλλο που το χτυπά η αντηλιά.
(…)» (σ. 23)

Τα Δέντρα τον θέλγουν και τον εμπνέουν, περικλείοντάς τον μυστηριακά. Ίσως επειδή, ορθωμένα απέναντι στους Καιρούς (με κάθε έννοια), έχουν τις ρίζες τους βαθιά στ’ αποθαμένα μας και ήδη προεκτείνουν τα κλαδιά τους / χέρια στους Αέρηδες. Διαγιγνώσκει τη Λύπη, που υποκρύπτουν κάτω από τις ευσκιόφυλλες προεκτάσεις τους:

«Στην άκρη της πόλης στέκεται ένα δέντρο λυπημένο.
Με τα στερνά του φύλλα ψιθυρίζει ολημερίς
Τις αεροπλεγμένες προσευχές του.
Κι ένα μικρό παιδί κοντά στις ρίζες του
Ψάχνει το τόπι του και κλαίει» (σ. 55).

Άλλοτε το Δέντρο υποστασιάζεται σε χέρι, που υψώνεται για να μιλήσει ή (έστω) να γράψει ποίημα:

«Αυτό το δέντρο είναι ένα χέρι
Που μας εκλιπαρεί να το προσέξουμε
Γι’ αυτό θωπεύει τ’ άδεια μάτια μας
Με τη νωθρή φυλλορροή του.
Αυτό το δέντρο πάντοτε μας σκέφτεται
Γι’ αυτό και τον λιγνό του δείκτη
Υψώνει στο κενό να υπογραμμίσει
Το λυγμικό βαρόμετρο της μοναξιάς μας.
Αυτό το δέντρο πάντα γράφει ποίηση
Χωρίς γραφίδα στην παλάμη του
Χωρίς ρολό παπύρου και μελάνι.
Αυτό το δέντρο
Γράφει ποίηση ψηλά στον ουρανό
Και άμα το αφήσουμε
Γράφει και στην καρδιά μας.» (σ. 56).

Υπάρχει όμως και «Το κραταιό δέντρο», που ρουφά πρώτο τις πανταχόθεν δύσκολες καταστάσεις, προστατεύοντας έτσι από τον βέβαιο Χαμό τη γύρω (και τη μέσα) περιοχή. Όμως και αυτό υποτάσσεται εντέλει στις αλλότριες διαθέσεις ενός θανάτου βίαιου:

«Το δέντρο αλεξικέραυνο
Κεραία φωτεινή του αρχαίου λόφου
Σύμβολο δαμασμένου χρόνου
Και φάρος του χαμένου δάσους

Το δέντρο μαγνήτης
Που έγνεθε τη βροχή
Και τραγουδούσε

Το δυνατό δέντρο
Που άντεξε τα δεινά ενός αιώνα

Καθόλου δεν άντεξε σήμερα
Τη φαρμακερή ματιά του κουτσού ξυλοκόπου
Και το δαιμονικό πριόνι του.» (σ. 59)

Περιδιαβαίνοντας τα ζωντανά τοπία του ανά χείρας νέου αποκτήματος της σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης, σε πλείστα όσα σημεία θα μπορούσαμε να σταθούμε, σχολιάζοντας (το κατά δύναμιν) και, ως εκ τούτου, (αυτο)σχολιαζόμενοι. Στεκόμαστε επί του παρόντος μόνον στις «δεντρολογίες» του Κεφάλα, οι οποίες υπερβαίνουν σε ποιητική έκπληξη κάθε προσδοκία και ισούνται -θεωρώ- με πολύ επιτυχημένα και ξεκάθαρα ποιητικά ψυχογραφήματα. Ο καθείς από τους αναγνώστες εφαρμόζει τους προσωπικούς του εσωτερισμούς επάνω σε αυτά και διαπιστώνει ότι ταιριάζουν κατά πάντα. Άλλωστε, «Τα παρόχθια δέντρα φλυαρούν ακατάληπτα» (σ. 65) και μακάριος εκείνος που μπορεί ν’ αποκρυπτογραφήσει τα θρυλούμενα. Η Ποίηση πάντως και οι αφοσιωμένοι θεράποντές της (εν προκειμένω ο Ηλίας Κεφάλας) το πασχίζουν διαιώνια και μάλλον το κατορθώνουν, ποτέ εθελοτυφλούντες, αλλά αποδυόμενοι ούτως ή άλλως τα βαρίδια του καιρού και του τόπου, αυτοαναιρούμενοι μάλιστα. Ίσως επειδή «Ποίηση είναι αυτή η αθέατη δύναμη της συνέχειας σε κάθε τι το οριστικά περαιωμένο» (σ. 81), ενώ «Δίπλα σε κάθε σκέψη στέκεται η Ποίηση για να τη διαψεύδει» (σ. 82).

3 σχόλια:

Anastasios είπε...

Πάντα καλοδεχούμενη η Ποίηση του Ηλία Κεφάλα, γιατί διασώζει κάτι γνήσιο, κάτι αληθινό, που έχει κρυφτεί καλά στα δένδρα και τη γη. Κι ο Ποιητής το ανακαλύπτει και το ανασύρει, για να το αξιοΠοιήσει ως ελιξήριο ζωής...

Άξιος ο λόγος του!

Τατιάνα Καρύδη είπε...

«Στην άκρη της πόλης στέκεται ένα δέντρο λυπημένο.
Με τα στερνά του φύλλα ψιθυρίζει ολημερίς
Τις αεροπλεγμένες προσευχές του.
Κι ένα μικρό παιδί κοντά στις ρίζες του
Ψάχνει το τόπι του και κλαίει»

Μου λέει Πολλά!!

annatsoukalakoufou είπε...

Τι όμορφη ποίηση΄.Θερμά συγχαρητήρια στον κ. Κεφάλα. Εύχομαι πάντα η ποίηση να του ξεκουράζει τη ζωή και να δημιουργεί.

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails