© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συνεντεύξεις Π.Κ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συνεντεύξεις Π.Κ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Το ποιητικό πορτρέτο του π. Παναγιώτη Καποδίστρια στο "Γραφείον ποιήσεως" της εφημερίδας "Πελοπόννησος"

Στην ιστορική εφημερίδα "Πελοπόννησος" των Πατρών, την Κυριακή, 20.10.2019, στην ειδική σελίδα ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΠΟΙΗΣΕΩΣ, που επιμελείται ο ποιητής Αντώνης Σκιαθάς, παρουσιάστηκε ολοσέλιδα ο ποιητής π. Παναγιώτης Καποδίστριας, με ευσύνοπτη συνέντευξη, μικρό βιογραφικό, προσωπικές φωτογραφίες του και μια φωτό της συγκεντρωτικής έκδοσης των ποιημάτων του (Καμένες πεταλούδες, 2010), ένα χειρόγραφο ανέκδοτου ποιήματος κι ένα ποίημά του από τα μέχρι τώρα εκδεδομένα.

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Μια εκπομπή για τη Ζάκυνθο και την Ποίηση με τον π. Παναγιώτη Καποδίστρια και τον Διονύση Φλεμοτόμο (1999)

Αναδημοσίευση από την Ιδιωτική Οδό του Παναγιώτη Ανδριόπουλου


Στην σειρά των εκπομπών μας με τίτλο "Προς Εκκλησιασμόν" τον καιρό της θητείας μας στον Τηλεοπτικό Σταθμό της Ι. Μητροπόλεως Πατρών Λύχνος, προβάλλουμε σήμερα μια εκπομπή για τη Ζάκυνθο και την ποίηση.

Προσκεκλημένοι: ο πρωτοπρεσβύτερος π. Παναγιώτης Καποδίστριας, ποιητής και Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου και ο ποιητής Διονύσιος Φλεμοτόμος. Η εκπομπή πραγματοποιήθηκε στο στούντιο του Σταθμού το 1999.

Επιμέλεια - παρουσίαση: Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος (Διευθυντής προγράμματος του Τηλ. Σταθμού "Λύχνος" την περίοδο 1996-2001).

Στην εκπομπή γίνεται εκτενής αναφορά στη Ζάκυνθο και τη λειτουργική της παράδοση, στο "Ζακύνθου Εορτοδρόμιον" που επιμελήθηκε φιλοπόνως ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας, σε ήθη και έθιμα της νήσου,αλλά και στο ποιητικό έργο των δύο προσκεκλημένων.



Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

π. Παναγιώτης Καποδίστριας: Η πολιτισμική ανεστιότητα φθείρει τη Ζάκυνθο

[Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΨΗ, Ζάκυνθος 2.2.2011, φ. 908, σ. 8 εξ.]


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ –ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΟΜΙΩΤΗ

Με τη σαγήνη της χριστιανικής μυσταγωγίας, η αιρετική ματιά του π. Παναγιώτη Καποδίστρια στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα στη Ζάκυνθο, προκαλεί αισθήματα μελαγχολικής νοσταλγίας στον αναγνώστη.

Παράλληλα, μάς αποκαλύπτει γιατί κάποιοι άνθρωποι κατορθώνουν να ξεχωρίσουν από το πλήθος, κάθε φορά που με θρησκευτική ευλάβεια προσφέρουν τα «Άνθη του Κακού» στην υποκριτική μας παραίτηση.

Ας περιπλανηθούμε λοιπόν στις επόμενες γραμμές του κειμένου και σοφά... ας σιωπήσουμε...


Η πρώτη εποχή

Επιτρέψτε μου, αρχικά, να ισχυρισθώ ότι ζω στον ομφαλό της γης, δηλαδή στο χωριό Μπανάτο της Ζακύνθου! Εκεί γεννήθηκα, μεγάλωσα, εργάζομαι. Αγαπώ έως λατρείας τον καταπράσινο ζακυνθινό Κάμπο, τους προγόνους που είναι φυτευμένοι εκεί, τους τωρινούς συμπολίτες και ενορίτες μου, αλλά και όσους έπονται πολύ μετά από την δική μας γενιά. Κάποτε με ψέγουν ορισμένοι, γιατί μένω και εμμένω στο χωριό μου… Δεν μπορούν να καταλάβουν όμως αυτό, που αποτελεί ακλόνητη πεποίθησή μου ανέκαθεν: Εάν ο μικρός σου τόπος, εφόσον τον έχεις επιλέξει ως προσωπικό σου παράδεισο, δεν είναι για σένα ομφαλός της γης, τότε καλύτερα να (δια)φύγεις, ώστε να γλιτώσεις αυτού του είδους τον εγκλωβισμό, που οδηγεί συνήθως σε δυστυχίες και διψυχίες. Ευλογήθηκα να είμαι αρκετά ικανοποιημένος με τη ζωή στον μικρό μου τόπο, με τους απλούς συγχωριανούς, με την οικογένεια και λιγοστούς φίλους μου, γευόμενος έτσι μέρα με την ημέρα τον μεγάκοσμο των μικρών -αμελητέων για τους πολλούς- πραγμάτων, προσλαμβάνοντας με βουλιμία το μυστικό μεγαλείο του απλού και του ανεπιτήδευτου.

Ο Πατέρας ήταν πλανόδιος μικροπωλητής πόρτα-πόρτα στα τριγύρω χωριά, η Μάνα υφάντρα ταπήτων από κουρέλια που τής έφερναν οι κυρίες της περιφέρειας. Παρά το ότι δεν είχαμε ως οικογένεια κτηματικές περιουσίες, όπως οι πλείστοι συντοπίτες, θεωρώ πλέον ότι πέρασα πολύ πλούσια και ήρεμα παιδικά χρόνια, βαπτισμένα στη στοργή σπουδαίων γονιών. Οι πνευματικού περιεχομένου επιθυμίες μου αποτελούσαν διαταγές γι’ αυτούς, οι οποίοι -σημειωτέον- ουδέποτε τελείωσαν το Δημοτικό της εποχής τους... Θυμάμαι, για παράδειγμα, ότι όντας μαθητής του Λυκείου, μεταξύ 1976 και 1979, κάποιο μεσημέρι είπα στο σπίτι πως ο φιλόλογός μας είχε στο μάθημα κάμει αναφορά στο Μεγάλο Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας του Σταματάκου. Εε, λοιπόν το ίδιο απόγευμα ο… Σταματάκος βρισκόταν, σε επίσημο περιτύλιγμα, στο γραφειάκι μου. Είχε πάει ειδικά στη Χώρα ο Πατέρας, στο βιβλιοπωλείο του Μυλωνά (παλαιού του φίλου, όπου ξοδεύαμε συνήθως αρκετές οικονομίες για βιβλία), για να μην μού λείψει το Λεξικό, το οποίο στην πραγματικότητα δεν μού πολυχρειαζόταν και μάλλον ουδείς άλλος το απόχτησε από τους συμμαθητές! Με καύχηση αναθυμάμαι επίσης ότι η Μητέρα μου ήξερε απέξω και ανακατωτά όλη τη «Θυσία του Αβραάμ» και τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, συχνά πυκνά μού τα απάγγελνε μάλιστα παραστατικότατα και μού άρεσε πολύ αυτό. Είδατε, πώς τα κορυφαία αυτά έργα της Κρητικής Γραμματολογίας έχουν περάσει στη συνείδηση του απλού λαού της Ζακύνθου;;; Το 1973 (στην Α΄ Γυμνασίου) η Μητέρα σκέφτηκε να μού αγοράσει τη «Θυσία» (υπό Γεωργίου Α. Μέγα, της «Εστίας»), ώστε ν’ αποκτήσω ενιαίο το κείμενο. «Τον Ερωτόκριτο, αργότερα, που θα μεγαλώσεις», είπε!

Καρδιακός φίλος αποδείχτηκε από πολύ νωρίς ο συμμαθητής από το γειτονικό χωριό, το Σαρακινάδο, ο Σπύρος Καρυδάκης, διαπρεπής σήμερα μυθιστοριογράφος και εξαίσιος ποιητής. Με τον Σπύρο μοιραστήκαμε τις πρώτες δοκιμές στην Ποίηση, κάποτε μάλιστα γράψαμε μια κοινή ποιητική δοκιμή - άσκηση αυτόματης γραφής, επηρεασμένοι από το «Μανιφέστο του Σουρεαλισμού» του Μπρετόν, που μόλις είχαμε ανακαλύψει στα διαβάσματά μας. Μόνο με τον Σπύρο αισθάνομαι μέχρι σήμερα μαθητής και, εάν θα του διάβαζα κάτι νεότερο ποιητικό μου, θα αισθανόμουν πάλι και πάλι το γνωστό μαθητικό άγχος ενώπιον του δασκάλου του. Χρωστώ και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό για μένα, στον Σπύρο και στην καλότατη οικογένειά του: Την πρόσβασή μου στη μεγάλη και πολύτιμη βιβλιοθήκη του δικού του Πατέρα, του αλησμόνητου Γιώργη Καρυδάκη, ενός σπάνιου πνευματικού ανθρώπου και λογίου της ζακυνθινής υπαίθρου του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, που η συναναστροφή μαζί του μόνο θησαυρούς ποιότητας και γνησιότητας σού παρείχε! Πάντα τον μνημονεύω με ευγνωμοσύνη!


Ενώ ήρθε η Ποίηση

Τα χρόνια περνούσαν και, μεσ’ από μυστικές της εσωτερικότητάς μου διεργασίες, η ποιητική έκφραση έγινε σταδιακά μέθοδος ψυχικής αναπνοής για την αγοραφοβική -όπως αυτοερμηνεύομαι σήμερα- προσωπικότητά μου. Τούτο σημαίνει ότι ουδέποτε υπήρξε για μένα μια πολυτελής ενασχόληση εν είδει χόμπι ή αθλήματος, αλλά λειτούργησε πάντα μου και λειτουργεί ακόμη ως ηφαιστειακή έκρηξη - εξωτερίκευση κάποιας απροσδιόριστης, σχεδόν μυστηριακής, λάβας.

Χωρίς να επιθυμώ να κάμω επίδειξη υψηλών γνωριμιών, τολμώ να πω ότι οι πρώτοι, που καταδέχτηκαν να ρίξουν βλέμμα κατανόησης έως και ενθουσιασμού προς τα αμετροεπή γραφτά μου ήταν ο Οδυσσέας Ελύτης (τον οποίον με νεανικό θράσος προσέγγισα πριν και κατά την επίσκεψή του στη Ζάκυνθο το 1980) και η Μάχη Μουζάκη, η αγέρωχη ποιήτρια των Κήπων του Τζάντε μας. Και οι δυο, κενώνοντας υποδειγματικά την καταξιωμένη προσωπικότητά τους, αλληλογραφούσαν ευγενέστατα με τον φιλόδοξο νεαρό, που έγραφε στιχάκια και τους είχε προσεγγίσει, ενοχλώντας τους ευκαίρως ακαίρως.

Ο ταχυδρόμος τότε άφηνε συνήθως τις επιστολές μου στο κεντρικό καφενείο - μπακάλικο του χωριού στο διάστημα των πρωινών ωρών, ενόσω εγώ ήμουν σχολείο ή αλλού. Το μεσημέρι έκλεινε το μαγαζί κι εγώ, που υπολόγιζα περίπου τον χρόνο της απάντησής τους, βρισκόμουν να περιμένω εναγωνίως πότε θα προχωρήσουν οι ώρες, να έρθει απόγευμα, ν’ ανοίξει επιτέλους το μαγαζί, για να πάρω στα χέρια μου το πολυπόθητο γράμμα, το οποίο πάντως έβλεπα από το τζάμι του παράθυρου να με περιμένει στο ράφι, ανάμεσα στις ζάχαρες, τα γλειφιτζούρια, τα ζυμαρικά και τα καφεκούτια.


Οι τρεις δρόμοι

Πολύ νωρίς, ήμουν 21 μόλις χρόνων, ήρθε ο γάμος με τη Φωτεινή μου και ακολούθησαν τα τρία παιδιά μας. Ας προσπεράσουμε τα οικογενειακά – προσωπικά δεδομένα και να Σας αναφέρω εδώ ότι τρία πράγματα θέλησα από τη ζωή μου, τα οποία θεωρώ ότι -ούτως ή άλλως- τα κατάφερα: Πρώτα να γίνω ιερέας, μετά να γίνω εκπαιδευτικός και ύστερα να γίνω δημοσιογράφος.

Το 1977 πρωτοδημοσιεύτηκε ένα πρωτόλειο κείμενό μου στη μεταδικτατορική εβδομαδιαία εφημερίδα της Ζακύνθου Ελεύθερη Φωνή του αγωνιστή της Δημοκρατίας και της Παιδείας Σωκράτη Κωστή, με τον τίτλο «Το πρώτο πέταγμα». Έκτοτε, κάθε βδομάδα σχεδόν, πότε με ποιήματα, πότε με αφηγήματα, αλλά και με ψευδώνυμες παρεμβάσεις μου, ήμουν παρών στο κοινό του τόπου μας επί αρκετά χρόνια. Χρωστώ πολλά στον αείμνηστο Κωστή, ο οποίος με υπεραγαπούσε και με εμπιστευόταν δίχως καμία παρέμβαση σε ό,τι τού έδινα για δημοσίευση, αν και ποτέ δεν μπορούσε να μού συγχωρήσει το ότι προετοιμαζόμουν ήδη να γίνω… παπάς, κάτι εντελώς αδιανόητο για τις ιδέες του.

Ως ιερωμένος, από το 1983, προσπαθώ το καλύτερο, μαχόμενος νύχτα-μέρα με τη σμικρότητά μου σε όλα τα επίπεδα. Παρηγορούμαι, με τη σκέψη ότι το να πέφτεις είναι ανθρώπινο, το να ανασταίνεσαι όμως είναι ο θεοπρεπής προορισμός μας! Εύχομαι και παρακαλώ, η Μεγάλη Στιγμή να με βρει σε Ανά(σ)ταση, έχοντας συνεπάρει σε αυτή την ανοδική πορεία -ως εκ της θέσεώς μου- και κάποιες άλλες ψυχούλες, που το επιθυμούν και μ’ εμπιστεύονται προς τούτο. Σκέπτομαι διαρκώς ότι, ενώ ως λογοτέχνης δεν θα είχα αντίρρηση να παραμείνει το όνομα και το όποιο έργο μου, έχοντας συνεισφέρει το κατά δύναμιν στα Γράμματα του τόπου μας (αν και ο πήχης φαντάζει δυσθεώρητος, καθώς νοιώθω δίπλα μου τους ήσκιους των παμμέγιστων δημιουργών Σολωμού, Κάλβου, Φώσκολου), ως ιερέας εκείνο που επιθυμώ είναι να επιστρέψω το ράσο μου στον Ουρανό αστιγμάτιστο, έστω και αν δεν έχω πράξει κάτι το άξιο μνημοσύνης, δεδομένου ότι άλλοι, προ εμού στην ιερατική - αποστολική διαδοχή, έχουν ξοδέψει και το ίδιο τους το αίμα ακόμη, αφοσιωμένοι με σύνολη την ύπαρξή τους στη βίωση του Θείου Έρωτα.

Ως εκπαιδευτικός, διδάσκοντας το μάθημα των Θρησκευτικών από το 1992 ανελλιπώς, αφήνω να μιλήσουν οι ίδιοι οι μαθητές μου από τα διάφορα Γυμνάσια και τα Λύκεια του νησιού μας έως και το Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων (Τμήματος Τεχνολογίας Περιβάλλοντος και Οικολογίας Ζακύνθου), όπου επί εξαετία ευτύχησα να διδάξω, ως εργαστηριακός συνεργάτης, το μάθημα «Θρησκεία και Περιβάλλον». Χαίρομαι αφάνταστα ότι παντού, όπου και αν βρεθώ, συναντώ χαμογελαστά τα πρόσωπα αρκετών μαθητών μου, οι οποίοι σήμερα έχουν εξελιχθεί στην τοπική κοινωνία και όχι μόνο, με ωραίες οικογένειες, καλές εργασίες και όλα τα συναφή.

Επανέρχομαι στο δημοσιογραφικό μεράκι – σαράκι. Κατάφερα τελικά και αυτό να συνεχίσω να το υπηρετώ, με τον δικό μου τρόπο. Από τον Μάρτιο του 2007, με τις δυνατότητες που μας παρέχει πλέον η Τεχνολογία, δημιούργησα ορισμένους θεματικούς ιστότοπους στο Διαδίκτυο, οι οποίοι, ενοποιημένοι όλοι υπό τον τίτλο «Στον ίσκιο του Ήσκιου» (http://www.iskiosiskiou.com/), αποτελούν πλέον ένα ηλεκτρονικό πολυπεριοδικό ή αλλιώς «Τετράδια καθημερινών σημειώσεων για τη Λογοτεχνία, την Τέχνη, την Κριτική, τη Ζωή», όπως χαρακτηριστικά λέμε στο λογότυπό του. Τα θεματικά ένθετα ενημερώνονται καθημερινά σχεδόν, ενώ στατιστικά μπορώ να αναφέρω ότι μέχρι σήμερα έχουν παρουσιασθεί περί τα 2.500 δημοσιεύματα, τα πλείστα πρωτότυπα, υπερβήκαμε ήδη τις 320.000 πραγματικές (και όχι πλασματικές, καθώς συμβαίνει αλλού) επισκέψεις αναγνωστών, ενώ μας τιμούν μόνιμα με τις πρωτοδημοσιευόμενες συνεργασίες τους δέκα αξιόλογοι άνθρωποι των Γραμμάτων και της Επιστήμης. Η όλη προσπάθεια αποτελεί για εμάς όλους ορθάνοιχτο παράθυρο στον νεότερο κόσμο, ο οποίος εκφράζεται σήμερα σχεδόν αποκλειστικά μέσω του ίντερνετ και όλοι χαιρόμαστε, αισθανόμενοι ευθύνη συνάμα, μόλις πληροφορούμαστε ότι πάμπολλοι φίλοι ανά την υφήλιο ξεκινούν ή κλείνουν την ημέρα τους «Στον ίσκιο του Ήσκιου» μας!


Η σύγχρονη Ζάκυνθος, πόσο «ωραία και μόνη»;

Έχοντας κατά νου όλα όσα αναφέρθηκαν μέχρι τώρα, κατανοείτε ότι, αν και υπεραγαπώ όσο τίποτε το νησί μας -εδώ, άλλωστε, στη materna terra, είναι το απώτερο λιμάνι του κάθε Ζακυνθινού- δεν μπορώ να μην πω και να ξαναπώ ότι ο τόπος μας (παρά την αίσθηση, που έχουν όλοι) αποτελεί μια κακή έως φρικτή επαρχία. Οι συμπατριώτες μας ασχολούνται με ό,τι πιο ευτελές και κιτσάτο υπαγορεύει ο Τουρισμός (άραγε θα τους αγγίξει -ευεργετικά, ιαματικά- η οικονομική Κρίση, που διάγουμε;), ενώ όσοι ασχολούμαστε με τα κάθε είδους πνευματικά ζητήματα, μεμψιμοιρούμε διαρκώς, μηρυκάζοντας τη νοσταλγία των παλαιών μεγαλείων του τόπου μας. Έτσι καταλήγουμε και να κλαιγόμαστε και ουσιαστικά βήματα αποκατάστασης να μην κάνουμε. Οι εκάστοτε πολιτικοί μας αποδείχτηκαν μέχρι τώρα φαιδρές κουφότητες και δεν παύουμε να ελπίζουμε -εφόσον η ελπίδα πεθαίνει τελευταία- ότι, με τις νεότερες εξουσίες συν τα παθήματα του πρόσφατου παρελθόντος, ίσως αντιστραφούν οι ανεπίστροφοι όροι… Γενικώς, βιώνουμε μια γενικευμένη θλίψη… Όχι πως δεν υπάρχουν κατά καιρούς αξιοπρόσεκτες παρήγορες προσπάθειες, αλλά αυτές λειτουργούν μάλλον ως αναλγητικά χάπια, ενώ η πολιτισμική ανεστιότητά μας συνεχίζει να φθείρει οντολογικά, ως κακή ασθένεια, το νησί μας. Γι’ αυτό -όπως έχω γράψει και αλλού- προσωπικά πιστεύω εντέλει στην πολιτισμική ιδιωτεία ενός εκάστου. Τούτο βέβαια δεν είναι το δέον, αλλά αποτελεί την ύστατη «μόνη παρηγορία», για την οποία μιλά και ο Σολωμός. Ξέρω δηλαδή και παρηγορούμαι και στηρίζομαι πολύ σε αυτό ότι, στην ιδιωτεία του ο καθείς, σε κάποια μοναχική γωνιά του Τζάντε μας, παράγουν μεστό πολιτισμό οι πολύτιμοι φίλοι και συνοδίτες μου Μάχη Μουζάκη, Λούλα Βάλβη-Μυλωνά, Έρση Λάγκε, Διονύσης Σέρρας, Διονύσης Φλεμοτόμος και άλλοι νεότεροι που πολύ τιμώ και αγαπώ, οι οποίοι όλοι, αν και πικραίνονται και αυτοί από την περιρρέουσα θανατερή αδιαφορία, δεν υποστέλλουν την προσπάθεια! Τώρα μάλιστα, με την εξακτίνωση των παραγόμενων λογοτεχνημάτων – ιδεών – απόψεων κλπ μέσω του Διαδικτύου, θα μπορούσαμε να επαναπαυτούμε, λέγοντας το: «είναι και αλλού πορτοκαλιές…», όμως ο γενέθλιος τόπος πάντα μάς ενδιαφέρει, μάς πονάει και θέλουμε την εν γένει πρόοδό του.


Για τις «Καμένες Πεταλούδες»

Σας αναφέρω ένα τελευταίο παράδειγμα – στίγμα νεοζακυνθινής συμπεριφοράς: Το περασμένο καλοκαίρι (2010) ευτύχησα να εκδώσει, με δικά του αποκλειστικά έξοδα, όλες τις μέχρι τώρα ποιητικές μου συλλογές ο Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη της Θεσσαλονίκης, σε έναν πανόδετο τόμο 464 σελίδων και με τίτλο: «Καμένες Πεταλούδες. Ποιήματα 1979-2009». Έγινε άρτια δουλειά, με καλή διάθεση και μεράκι από πλευράς του, δίχως να υπολογίσει το μεγάλο κόστος που απαίτησε η ακριβή αυτή έκδοση. Παρότι δεν θα έχω καμιά οικονομική απολαβή από τη συγκεντρωτική αυτή έκδοση, μιας και άλλος πλήρωσε γι’ αυτήν, ήθελα πολύ να πάει καλά, ιδίως στο νησί μας, ώστε να βγούμε όλοι «ασπροπρόσωποι» στον ευγενέστατο Θεσσαλονικιό εκδότη. Ελάχιστοι αγόρασαν το βιβλίο (έχουν συνηθίσει όλοι, βλέπετε, να τους χαρίζω ό,τι κυκλοφορώ), αλλά το χειρότερο είναι τούτο: Ο εκδότης επικοινώνησε με τα τοπικά βιβλιοπωλεία, ώστε να ενημερωθούν για την έκδοση και, εάν τους ενδιέφερε, να την προμηθευτούν. Όλοι πήραν από ελάχιστα αντίτυπα προς διάθεση στο αναγνωστικό κοινό (ποιο κοινό;;;) της Ζακύνθου, ένας όμως από τους φίλους βιβλιοπώλες μας (λέτε και έχουμε τη χειρότερη έχθρα) αρνήθηκε μ’ ένα στεντόρειο «Όχι», που έκαμε τον Εκδότη να απορεί και να εξίσταται.

Δεν βαριέστε… Ο λόγος του Χριστού «Ουδείς προφήτης εν τη ιδία αυτού πατρίδι» ισχύει κι εδώ!…


* * * Οι σελίδες από την εφημερίδα μεγεθύνονται αρκετά, μ' ένα κλικ επάνω τους.

Τρίτη 11 Μαΐου 2010

"Αντιπαθώ τον εγκλωβισμό στο Δήθεν και στο Λίγο της σύγχρονης Ζακύνθου"

Ο π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΡΟΥΣΤ

Επιμέλεια: Ντιάνα Χαϊκάλη-Χειμαριού
[Εφημερίδα Ημέρα τση Ζάκυθος, Τρίτη 11.5.2010, φ. 3764, σ. 9]

Πώς φαντάζεστε την τέλεια ευτυχία;
Ως παραμυθία των πολλών και ποικίλων απαρηγόρητων δυστυχιών του έσω ανθρώπου μας.

Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί;
Η έγνοια ότι σε λίγο θα χτυπήσει το ξυπνητήρι... Σπουδαίο κατόρθωμα εεε!!!

Η τελευταία φορά που ξεσπάσατε σε γέλια;
Επί τη αφίξει του ΔουΝουΤου στο προτεκτοράτο της Ελλάδας. Γέλια πικρόξινα, εννοείται…

Η τελευταία φορά που κλάψατε…
Κλαίω τόσο συχνά, ώστε η τελευταία να είναι δυσδιάκριτη. Οι χρονολογικές υπομνήσεις κάτω από κάθε μου ποίημα, αυτό μαρτυρούν. Ψάξτε εκεί.

To βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι…
Η διάθεση για Φιλία, παρότι διατηρώ -θέλω να πιστεύω- ανέγγιχτο της ψυχής μου το «μαύρο κουτί».

Το βασικό ελάττωμά σας;
Πικραίνομαι πολύ-πολύ εύκολα. Και αυτή η πίκρα -διαπιστώνω- είναι χειρότερη από έναν θυμό μεγάλης ισχύος.

Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια;
Φύσει και θέσει, στα μεγαλύτερα, οξύτερα και πλέον οδυνηρά. Έως παρεξηγήσεως μάλιστα.

Με ποια ιστορική προσωπικότητα ταυτίζεστε περισσότερο;
Συνήθως δεν ταυτίζομαι με τέτοια, αλλά μερικές φορές αυτοσυλλαμβάνομαι να παραμονεύω τον Ιωάννη Καποδίστρια, εκείνο το μοιραίο πρωί της δολοφονίας του...

Τι ή ποιος είναι η μεγαλύτερη αγάπη της ζωής σας;
Οι οικείοι μου με όλες τις έννοιες!

Ποιο ταλέντο θα θέλατε να είχατε;
Θα ήθελα πολύ να μπορώ να ζωγραφίζω ή να παίζω πιάνο. Αν όχι αυτά, να ήμουν ανθοκόμος.

Αν μπορούσατε να αλλάξετε ένα πράγμα στον εαυτό σας, ποιο θα ήταν αυτό;
Τώρα πια την ευσυγκινησία...

Αν μπορούσατε να αλλάξετε ένα πράγμα στην οικογένειά σας, ποιο θα ήταν αυτό;
Αδιάκριτη ερώτηση. «Τα εν οίκω μη εν δήμω».

Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Μήπως συλληφθώ ανέτοιμος, «ο γαρ καιρός εγγύς»!...

Τι αντιπαθείτε περισσότερο;
Τον εγκλωβισμό στο Δήθεν και στο Λίγο της σύγχρονης Ζακύνθου, αλλά πλέον και της χρεοκοπημένης Ελλάδας.

Τι θεωρείτε ως τη μεγαλύτερή σας σπατάλη;
Τα βιβλία που απόχτησα κάποτε από το υστέρημά μου κυριολεκτικά και δεν κατόρθωσα να τα διαβάσω ακόμη… Μέγα το χρέος μου.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας ταξίδι;
Όλα, μηδενός εξαιρουμένου, είναι αγαπημένα μου! Όμως, το ταξίδι εντός μου, το ποθεινότερο! Το επιδιώκω, αλλά συνήθως πέφτω σε απεργίες, επισχέσεις και τα παρόμοια ανασταλτικά...

Ο αγαπημένος σας συνθέτης;
Ποικίλλουν κατά περιόδους. Μπορώ να πω Βιβάλντι και Πιοβάνι.

Το τραγούδι που σφυρίζετε κάνοντας ντους;
Δεν έχω αυτή τη συνήθεια. Μη μού βάζετε ιδέες.

Η ταινία που σας σημάδεψε;
Αφήνω να με σημαδέψουν πολλές. Κορυφαία πάντως υπήρξε για την ψυχοσύνθεσή μου η δανέζικη «Τα μήλα του Αδάμ» του Άντερς Τόμας Γιένσεν. Την συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους!

Το βιβλίο που σας σημάδεψε;
«Η Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου ιερομονάχου Σολωμού!

Ο αγαπημένος σας ζωγράφος;
Πολλοί, πάμπολλοι! Τώρα που Σάς απαντώ έχω απέναντί μου έναν Ζουμπουλάκη, δίπλα του έναν Παπαδάτο και παραδίπλα έναν Ράμμο. Από την άλλη πλευρά, οι φίλες μου Ρουσέα και Γούναρη!

Το αγαπημένο σας χρώμα;
Όλα, ανάλογα με τη στιγμή και την περίοδο. Αυτό τον καιρό μ’ εξιτάρει το πορτοκαλί!

Το αγαπημένο σας ποτό;
Αυγουστιάτης τζαντιώτικος!

Ποια θεωρείτε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας;
Ακόμη δεν την κατόρθωσα: Τη νίψη της παλαιότητάς μου.

Για ποιο πράγμα μετανιώνετε περισσότερο;
Ότι πολλές φορές παραθεωρώ τη φρικτή πραγματικότητα: Δεν είμαι το κέντρο του Κόσμου!!!...

Ποια θεωρείτε την πιο υπερτιμημένη αρετή;
Τον προβιβασμό σε αιώνια των θλιβερά εφήμερων πραγμάτων μιας ζωής με ημερομηνία λήξης.

Σε ποιες περιστάσεις ψεύδεστε;
Προσπαθώ ν’ αποφεύγω το ψέμα. Όμως, κάποιες φορές επικαλούμαι το Ψέμα του Αγίου Διονυσίου, για να δικαιολογήσω τα ημέτερα.

Ποιον άνθρωπο απεχθάνεστε;
Τον υποκριτή και τον αγνώμονα. Πλήθος δηλαδή...

Ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία;
Το περπάτημα στους λόφους και τους αγρούς που περιβάλλουν το σπίτι μας. Και κάτι άλλο: Να γράφω και κυρίως να καταστρέφω στίχους.

Ποιοι είναι οι ήρωές σας στην πραγματική ζωή;
Όσοι ενσαρκώνουν την αγάπη και την υπομονή!

Πώς θα θέλατε να πεθάνετε;
Με τέλος ανώδυνο, ανεπαίσχυντο και ειρηνικό.

Πού θα θέλατε να ζείτε;
«Η Ελλάδα η δεύτερη του επάνω κόσμου» είναι η πατρίδα μου, για να μεταχειρισθώ στίχο του Ελύτη.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας απόφθεγμα;
Λέω και ξαναλέω μερικούς δικούς μου στίχους, επιτρέψτε μου: «Και συ που δε θες να πεθάνεις, τι παριστάνεις;»

Αν πεθαίνατε και επιστρέφατε στη ζωή, ποιoν άνθρωπο ή πράγμα θα θέλατε να ενσαρκώσετε;
Τον εαυτό μου παιδί!

Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό, τι θα τού λέγατε;
Κύριε, ελέησον!

Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Σ’ εγρήγορση, θέλω να πιστεύω, μήπως και...

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2008

Είκοσι ερωτήσεις στον π. Παναγιώτη Καποδίστρια


Συνέντευξη στην Ντιάνα Χαϊκάλη - Χειμαριού

“Σήμερα, πουλάει η καλοπέραση, ο πλούτος, η ακαλαισθησία και η κάθε είδους απιστία”!

Έχω την τύχη να γνωρίζω πολύ καλά τον π. Παναγιώτη Καποδίστρια, δεδομένου ότι υπήρξαμε συνεργάτες στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση της ΕΡΖ και πάντοτε είχα την αίσθηση ότι συνομιλούσα με έναν άνθρωπο πολύ εκλεπτυσμένο, με ιδιαίτερες ανησυχίες και ευαισθησίες, οι οποίες είναι εμφανέστατες στο πλούσιο έργο του.

Και τι δεν έχει γράψει· μελέτες, δοκίμια, λαογραφικά κείμενα, θεολογικά και ιστοριοδιφικά μελετήματα. Όμως, η μεγάλη του αγάπη είναι η ποίηση, η οποία αποτελεί τον κύριο όγκο της πνευματικής του εργασίας, με τελευταίο ποιητικό του πόνημα τον “Αρχαίο Αγροφύλακα”.

Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας, στη συνέντευξη που ακολουθεί, επισημαίνει ότι, σήμερα, πουλάει η επιδίωξη της οικονομικής επιφάνειας, η καλοπέραση, η απιστία στις διανθρώπινες σχέσεις και η ακαλαισθησία, ενώ έχουν τεθεί στο περιθώριο η αφοσίωση σε ηθικές αξίες και στον πολιτισμό.

Σε ό,τι αφορά τη Ζάκυνθο σημειώνει με έμφαση, ότι έχουμε χάσει τα αυγά με τα καλάθια και ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε ούτε για τη διεκπεραίωση απλών υποθέσεων, κι έχουμε απολέσει, δια παντός, τους κωδικούς πρόσβασης στο όραμα, σημειώνοντας ότι το νησί μας τού θυμίζει τους στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου: “Η Ζάκυνθος ένα φλουρί που το τσακίζει ο τουρισμός”!

ΕΡ: Ιερωμένος, ποιητής, λαογράφος, ερευνητής, εκπαιδευτικός, σύζυγος και πατέρας. Πώς συνδυάζονται όλα αυτά;

ΑΠ: Όλα τούτα που αναφέρεις μπορούν εντέλει να συνδυασθούν, εάν υπάρχει η ασίγαστη επιθυμία να ξεφύγει κανείς από τις καλοστημένες συμπληγάδες της καθημερινότητας, οι οποίες συνθλίβουν συνήθως τον σύγχρονο άνθρωπο, οδηγώντας τον μάλιστα στο ό,τι χειρότερο: Στην πνευματική ακηδία. Πάντως, δίχως να παριστάνω τον σεμνό (ουδέποτε, άλλωστε, υπήρξα – εξ ου και η Ποίηση) έχω τη συναίσθηση, ότι θα έπρεπε να έχω κάμει πολλά περισσότερα και σημαντικότερα πράγματα, τα οποία όμως δεν προφτάνω. Ο Χρόνος, συμπιεστικός, περνάει πολύ γρήγορα, παρασύροντάς μας στο μη παρέκει.

ΕΡ: Ποια η σχέση σας με τους μαθητές σας;

ΑΠ: Θέλω να πιστεύω, από πολύ καλή έως άριστη. Και αυτό το διαπιστώνω κυρίως με μαθητές μου παρελθόντων ετών, οι οποίοι, όταν με συναντούν -μεγαλωμένοι ή και κάποιοι από αυτούς οικογενειάρχες ήδη- μού σφίγγουν αυθόρμητα το χέρι με φαρδύ χαμόγελο.
Εεε, για ένα τέτοιο από καρδιάς χαμόγελο τελικά εργαζόμαστε.

ΕΡ: Τι να πεις στα παιδιά; Έτσι και αλλιώς τα ξέρουν όλα.... είναι έτσι;

ΑΠ: «Παιδός η βασιλείη», λέει ο Ηράκλειτος. Τα παιδιά κατέχουν κάτι το εξαιρετικά δυναμικό: Το Αύριό τους!!! Τρέχουν πράγματι πολύ γρήγορα και συνήθως φοβόμαστε οι μεγαλύτεροι (εμείς, οι χθεσινοί) μήπως σκοντάψουν και πληγωθούν, αλλά είναι σίγουρο, ότι αυτά θα βρουν τον δρόμο τους! Βέβαια, ο καλύτερος συνδυασμός είναι η αλληλοπεριχώρηση της πείρας των παλαιότερων με την ευρωστία των νέων. Θυμάμαι αίφνης, το θέμα μιας έκθεσης σε παλαιότερες εισαγωγικές εξετάσεις: «Αν οι νέοι ήξεραν και οι γέροι μπορούσαν, τίποτα δε θα χανόταν».

ΕΡ: Τι θέλει ένας «Αρχαίος Αγροφύλαξ» στη Ζάκυνθο;

ΑΠ:
Παραπέμπεις στο τελευταίο μου βιβλίο, με τίτλο: «Ο αρχαίος Αγροφύλαξ»! Αυτός ο Αγροφύλακας δεν κυκλοφορεί μόνο στη Ζάκυνθο, δεν αφορά μόνο σ’ εμάς. Πρόκειται για τον φόβο του θανάτου, ο οποίος προαιώνια διακατέχει όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, διαμορφώνοντας ούτως ή άλλως την ιστορία και τον πολιτισμό τους. Αυτός ο φόβος συχνά συγκαλύπτεται, ώστε ο άνθρωπος να επιβιώσει. Πότε, δηλαδή, εκφέρεται ως Έρωτας, πότε ως Τέχνη πάσης φύσεως. Και η Ποίηση αυτό, σε τελευταία ανάλυση, πασχίζει: Να διαλεχτεί με τον φόβο του θανάτου και, όσο τα καταφέρει, να τον υπερβεί.

ΕΡ: Ποια η σχέση της εικόνας και του ήχου με την ποίηση;

ΑΠ:
Μα οι συνιστώσες της Ποίησης είναι ακριβώς αυτές: Εικόνα και ήχος, τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά! Όταν πρόκειται να προκύψει το Ποίημα, ένας ολόκληρος γαλαξίας εικόνων κι ένα σμήνος απροσδιόριστο ήχων, υπόηχων ή απόηχων συμπλέκονται εντός και τριγύρω μου. Μόλις η συνεύρεσή τους καταλαγιάσει, απομένουν οι Λέξεις, φορώντας τα καλά τους φωνήεντα και σύμφωνα, προσανατολισμένα πάντως προς το Φως, έστω και αν δείχνουν σκοτεινές σε πρώτη ανάγνωση.

ΕΡ: Ποιο το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας;

ΑΠ:
Δύσκολα μού βάζεις… Θα μπορούσα όμως έτσι αυτόματα να πω, ότι είμαι… αχαρακτήριστος, με πάσα έννοια.

ΕΡ: Ποιο το βασικό σας ελάττωμα;

ΑΠ:
Δεν είμαι πλέον ευκολόπιστος, όσο παλαιότερα. Μού ταιριάζει απόλυτα ο λόγος του Ελύτη: «Η πείρα μού ξέμαθε τον κόσμο».

ΕΡ: Ποια είναι τα πρότυπά σας;

ΑΠ:
Κάμποσα κι ετερόκλητα. Αναφέρω δύο, όπως μού έρχονται. Εννοείται, δεν δύναμαι ποτέ να τους προσεγγίσω: Στέκομαι, λοιπόν, με πολύ σεβασμό μπροστά στον ασκητή των Στροφάδων Νήσων, τον παπα Γρηγόρη, που αριθμεί εικοσιπέντε χρόνια μοναξιάς στην απεραντοσύνη του Ιονίου. Με γοητεύει, εξάλλου, η σεμνή μεγαλοσύνη του Κεφαλονίτη Ακαδημαϊκού Αθανασίου Φωκά, ο οποίος κατέχει άξια και δίκαια (ως κορυφαίος αεροναυπηγός, γιατρός και μαθηματικός) την έδρα του Νεύτωνα στο Κέμπριτζ. Δυσθεώρητο, πράγματι, το ύψος της μεγαλοσύνης και των δύο!

ΕΡ: Ποιος είναι ο αγαπημένος σας ήρωας;

ΑΠ:
Προς 30ετίας με συγκινούσαν μέχρι ντοπαρίσματος ο Μπλεκ, ο Όμπραξ και ο Μαρκ. Τώρα πια, οι ήρωες δε μ’ εξιτάρουν πια. Κυκλοφορώ, αναρχοαυτόνομος, στον αδιέξοδο αστερισμό των αντι-ηρώων…

ΕΡ: Ποια αρετή προτιμάτε σ' έναν άνδρα και ποια σε μια γυναίκα;

ΑΠ:
Και στους δυο εκτιμώ βαθύτατα την δυνατότητα να κρατούν άρρηκτο τον δεσμό της Φιλίας, κάτι που -ατυχώς- έχει παραφθαρεί στους καιρούς της υστεροβουλίας και του ωφελιμισμού.

ΕΡ: Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας και βιβλίο;

ΑΠ:
Μετά από μύρια όσα περπατήματα εδώ κι εκεί στην παγκόσμια Λογοτεχνία, επιμένω ελληνικά και κλασικά: Νίκος Καζαντζάκης και «Αναφορά στον Γκρέκο». Υπερδύναμη!!!

ΕΡ: Ποιος ο αγαπημένος σας ποιητής, στίχος και ποίημα;

ΑΠ:
Θα μοιράσω τις αγάπες μου: Με συγκλονίζει η παρουσία του Κωνσταντίνου Καβάφη στα Γράμματά μας, στα χείλη μου βρίσκεται συχνά ο ανατρεπτικός λόγος της Κικής Δημουλά «Θε μου, τι δεν μας περιμένει ακόμα», ενώ απαγγέλλω ξανά και ξανά σε ώρες μοναχικές το «Λακωνικόν» του Οδυσσέα Ελύτη.

ΕΡ: Αγαπημένη ταινία – ηθοποιός – σκηνοθέτης – τραγούδι - τραγουδιστής;

ΑΠ:
Τον τελευταίο καιρό επιστρέφω συχνά στην ταινία του Αλμοδόβαρ «Μίλα της» και στο τραγούδι «Cucurrucucu Paloma», στη συγκλονιστική ερμηνεία του Caetano Veloso.

ΕΡ: Ποια η μεγαλύτερη επιτυχία σας και το μεγαλύτερο λάθος σας;

ΑΠ:
Όσο κι αν ακούγεται κοινότοπο, θεωρώ επιτυχία το ν’ αναστήσει κανείς μια καλή οικογένεια (κάτι για το οποίο προσεύχομαι διαρκώς), ενώ θεωρώ λάθος μου, ότι στο παρελθόν θεώρησα ως γνήσιες προσωπικότητες κάποιους κάλπικους ευσεβιστές. Ευτυχώς, δεν επιβιβάστηκα ποτέ στην τρύπια τους βάρκα. Όμως, όπως και να το κάνουμε, η πίκρα μένει…

ΕΡ: Για τι έχετε μετανιώσει;

ΑΠ:
Εκ των πολύ υστέρων μετανιώνω, ότι μού δόθηκε προ 25ετίας η ευκαιρία να βρεθώ πολύ καλά -από πάσης απόψεως- στο Βέλγιο, αλλά, ως άπειρος «σπουργίτης», προτίμησα να εσωκλειστώ στην «ωραίαν και μόνην» Ζακυνθούλα μας. Τώρα πια έχω εμπεδώσει, ότι, όταν ο Κάλβος την ονόμαζε έτσι, ήταν ήδη ένας πολυταξιδεμένος πολίτης του κόσμου, στο δε μυαλό του επέπλεε η ιδέα Ζάκυνθος και όχι ο στενόκαρδος τόπος μας.

ΕΡ: Ποιο το μότο της ζωής σας;

ΑΠ:
Ανέκαθεν κουδουνίζει στ’ αυτιά μου ο νυκτικός λόγος του Χριστού: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» (Λκ 4,23), με ό,τι αυτός υπονοεί.

ΕΡ: Τι αγγίζει την ψυχή σας;

ΑΠ:
Η μεγαλοπρέπεια της εσωτερικής νίψης και της ειλικρινούς μετάνοιας κάποιων συνανθρώπων μας, οι οποίοι μ’ εμπιστεύονται ως Πνευματικό τους, παρότι κι εγώ δεν είμαι, παρά χοϊκός, πιο χώμα κι απ’ το χώμα. Υποκλίνομαι θαυμαστικά μπροστά τους!

ΕΡ: Τι πουλάει και τι δεν πουλάει σήμερα;

ΑΠ:
Δυστυχώς, δεν παύει να πουλάει η με κάθε μέσο και τρόπο επιδίωξη οικονομικής επιφάνειας, η παχυδερμική καλοπέραση εαυτών και αλλήλων, η απιστία στις διανθρώπινες σχέσεις, η οικοδομική (και όχι μόνον) ακαλαισθησία, ενώ δεν πουλάει πια η αφοσίωση σε ηθικές αξίες ή ο καλώς εννοούμενος πολιτισμός…

ΕΡ: Ποια η γνώμη σας για τους Ζακυνθινούς και τη Ζάκυνθο;

ΑΠ:
Οι Ζακυνθινοί έχουμε χάσει και τ’ αυγά και τα καλάθια. Ίσως επειδή οι τα πρώτα φέροντες του μικρού μας τόπου δεν μπόρεσαν ποτέ να συνεννοηθούν προς τον κοινό στόχο της υγιούς ανάπτυξης, περιοριζόμενοι μάλλον στην απλή διεκπεραίωση βραχυπρόθεσμων ονείρων, έχοντας απολησμονήσει διαπαντός τους κωδικούς πρόσβασης στο κατεξοχήν Όραμα.
Όσο για την ίδια τη Ζάκυνθο, φέρνω διαρκώς στο νου μου έναν στίχο του ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου, που μ’ εκφράζει απόλυτα:
«(…) η Ζάκυνθος ένα φλουρί που το τσακίζει ο τουρισμός»…

ΕΡ: Μια αφιέρωση στους Ζακυνθινούς...

ΑΠ:
Τι να πεις τώρα γι’ αυτούς…, για όλους μας; Απλά, αφιερώνω έναν στίχο από τραγούδι του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που πολύ συχνά έχω στο νου και στα χείλη μου, διαπιστώνοντας την περιρρέουσα, αμετανόητη αμετροέπεια, που μας δέρνει: «Φοβάμαι όλ’ αυτά που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα»…

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

My favorites Πίνακας, Φράση, Ποίημα

Ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση των φιλικών Ιστολογίων Roadartist και Στου ονείρου το μπαλκόνι, για συμμετοχή μου στο νέο παιχνίδι των bloggers περί των Αγαπημένων Πίνακα, Φράσης και Ποιήματος, μετά χαράς προβαίνω σε... αποκαλύψεις, καλώντας να κάμουν το ίδιο και οι εξής δέκα (κατ' αλφαβητική σειρά) Συνιστολόγοι: Αναστάσιος, Δέσποινα, Δημήτρης Μουζάκης, Διονύσης Βίτσος, Διονύσης Μάνεσης, Ιδιωτική Οδός, Κική, Πορφύρης, Φαίδρα Φις και Χωραΐτη.
Ι. Ο διαρκώς ενώπιόν μου Πίνακας

Ελένης Γούναρη: "Άγγελος με φύλο η Ποίηση".
Αυτός είναι ο πίνακας που τα τελευταία χρόνια μ' εκφράζει! Έργο της φίλης μου και συναδέλφου εκπαιδευτικού, αλλά κυρίως καλής ζωγράφου, Ελένης Γούναρη. Η Λένα προθυμοποιήθηκε το 1999 να μού κάμει το εξώφυλλο ενός βιβλίου μου. Τότε ετοίμαζα το δοκιμιακό "Συνομιλίες (για την Ποίηση και πάλι)", με μότο ένα απόσπασμα από ποίημά μου, που λέει συγκεκριμένα: "Στ' ανώι του νου / στα φωτανάμματα / ψυχανεμίζομαι βροχές / κι άλλα προσόμοια / λόφους λοφία // κι αναδύεται / δωδεκάορτη / άγγελος με φύλο / η Ποίηση". Πήρε τους στίχους αυτούς και προέκυψε το παραπάνω έργο.
Την αγαπώ αυτή τη ζωγραφιά, για τρεις τουλάχιστον λόγους: Πρώτον, εκτιμώ βαθύτατα τη ζωγράφο, μαθήτρια σημαντικών σύγχρονων εικαστικών (π.χ. του Δημήτρη Μυταρά), δεύτερον, είναι καθημερινά εδώ δίπλα μου κρεμασμένη και θεωρώ την εικονιζόμενη μορφή Άγγελο Φύλακα του Σπιτιού μας και τρίτον, η Καλλιτέχνις συνέλαβε αριστοτεχνικά εκείνο, που με τους παραπάνω στίχους μου, υπονοούσα!
Να είναι πάντα καλά και να δημιουργεί! Άλλωστε η επιτυχία της ανά τις εκθέσεις του Κόσμου είναι δεδομένη.


ΙΙ. Μια Φράση,
αντικλείδι για όλες μου τις πόρτες
Τα ποιήματα του Ελύτη, στη συντριπτική τους πλειοψηψία, εμπεριέχουν για μένα φράσεις, που θα μπορούσαν να νοηθούν ως παυσίπονα και παυσίλυπα του καθ' ημέραν αβίωτου βίου. Όμως μια από αυτές υπερέχει. Διότι, μέσα σε δεκαπέντε μόνο λέξεις συνοψίζει όλο το δράμα της ανθρώπινης υπόστασης στην παρακοή και την πτώση της, αλλά και μ' έξοχα ποιητικό τρόπο, την όχι χαμένη εντελώς ελπίδα της Ανά(σ)τασης!
Είναι ένα από τα υποσέλιδα γνωμικά της "Μαρίας Νεφέλης" του, τα οποία κυκλοφόρησαν αργότερα όλα (Ιανουάριο του 1980) σ' ένα χαρούμενο βιβλίο, με τον τίτλο "Σηματολόγιον", από τις Εκδόσεις Ερμείας.


Αν είναι να πεθάνεις

πέθανε

αλλά

κοίτα να γίνεις

ο πρώτος πετεινός μέσα στον Άδη



ΙΙΙ. Το προσφιλές μου Ποίημα

Εδώ θα μπορούσα να θυμηθώ πολλά, πάρα πολλά ποιήματα, που πράγματι μ' έχουν ΑΝΕΠΑΝΟΡΘΩΤΑ σημαδέψει. Υπάρχουν κάποια από αυτά, που, σε πολύ δύσκολες στιγμές, τα έλεγα απέξω σαν προσευχή, ξορκίζοντας το Κακό...

Δυσκολεύομαι να επιλέξω... Όμως καταλήγω σ' ένα μόνο: Το "Κωνσταντίνου και Ελένης" της Κικής Δημουλά από την ποιητική της συλλογή Η εφηβεία της λήθης, 1994.
Το πρωτάκουσα από την ίδια, όταν πριν από μια δεκαετία και βάλε βρέθηκε στη Ζάκυνθο για μιαν εκδήλωση προς τιμήν της στο Μεταβυζαντινό Μουσείο Ζακύνθου και το διάβασε. Καθηλώθηκα!... Έκτοτε επιστρέφω σ' αυτό, τώρα πια συχνότερα, καθώς άρχισαν ν' αραιώνουν οι γονείς , μετακινούμενοι ήδη προς το Αιώνιο και "η σαρξ με σφραγίδα", για την οποία μιλά στο ποίημα η Ποιήτρια, καθίσταται η μόνη γέφυρα επι-κοινωνίας με το Εκείθεν.

Άλλωστε, αγαπώ πολύ την Δημουλά και ως Ποιήτρια και ως Άνθρωπο. Ο καλός της λόγος στολίζει πάντα τα γραφτά μου και ομολογώ, ότι τής οφείλω πολλά!


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ

Κύριε
σού έφερα το πρόσφορο
ζεστή ακόμα η σάρξ με σφραγίδα
εδώ το χαρτονόμισμα να δώσεις κάτι στο κερί
που σου διαβάζει οδυρμούς εν περιλήψει
κι εδώ είναι το χαρτί με των ψυχών τα ονόματα.
Όσα μπορείς αγίασον.

Για την Ελένη κυρίως ενδιαφέρομαι
ήτανε κάποτε η μάνα μου. Τώρα δεν ξέρω
τι συγχωνεύσεις έκανες
αν σε κοινό αυλάκι ρέει
το ίδιο αίμα με το ξένο
αν το αδειάζεις ως απόβλητο
εκεί που υδρεύονται οι πίστεις
αν το επεξεργάζεσαι βαφή για τα τριαντάφυλλα
βαφή για τον θυμό των άυλων πραγμάτων-
να ρίχνεις καμιά στάλα από δαύτο
στο μαύρο που ’ναι οι πληγές - αίμα δικό τους είναι.

Ελένη. Να σ’ την δείξω μην την μπερδέψεις
με άλλες έτσι που κατάργησες τα επίθετα
κατάργησες τις ανομοιότητες.
Μόνο διακριτικό που τους απέμεινε
είναι πόσο τους ξέχασαν
και πόσο ακόμα τους θυμούνται.
Αλλά αυτό εσένα μάλλον σε μπερδεύει.
Το έργο σου εσύ το αναγνωρίζεις
απ’ το ευδιάκριτο εκείνο αδιακρίτως.

Ελένη Ελένη – άσε τον Αθανάσιον
τον έχω αναλάβει εγώ αυτόν
τον αναπαύω εγώ αυτόν σε πουπουλένια κλάματα.
Τη μάνα μου αγίασον.

Έλα πιο κάτω να σ’ την δείξω.
Είναι εκείνη η συρμάτινη φουρκέτα.
Διχαλωτή αιωρείται σαν κεραίες
σβησμένου αποτυπώματος μικρού σαλιγκαριού.

Έτσι έζησαν τα λιγοστά μαλλιά της.
Γυροφέρνοντας το σχήμα ενός κότσου
ίδιος με ασθενικό σαλιγκαριού καβούκι
που όλο ξεγλιστρούσαν και κατέρρεαν
αδύναμοι οι κύκλοι του απ’ τη περιέλιξή τους.
Και η φουρκέτα – συνέχισε μάνα για λίγο εσύ
να τρέξω εγώ να πιάσω τον κρυφτούλη ήχο
της πτώσης άφθαρτα όπως χτυπά
επάνω στην πλακόστρωτη την πατρική επιφάνειά μου.

Αυτή είναι, δες την καλά.
Κοίτα μη μου αγιάσεις ξένη μάνα
και γίνει η στοργική ορφάνια μου
μετά από τόσα χρόνια μητριά μου.

Τρίτη 8 Απριλίου 2008

Στην πραγματικότητα της Φαντασίας


Μετά από πρόσκληση της blogοφίλης μου Artanis για συμμετοχή μου στο Παιχνίδι που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στα blogs, απαντώ στο εξόχως ενδιαφέρον Ερωτηματολόγιο της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Αθήνας, το οποίο διανεμήθηκε πριν από δύο χρόνια στην Έκθεση "Φαντασία της πραγματικότητας".


-Γιατί κλαις;
-Επειδή πληθαίνουμε οι πεπτωκότες.

-Γιατί δεν κλαις;
-Δεν έχω άλλα δάκρυα.

-Πού είναι ο βάλτος;
-Στα λεξικά και στα όνειρά μας.

-Ποιος και πού είναι ο δεσμοφύλακας;
-Εγώ, εντός εκτός κι επί τ’ αυτά.

- Πού συναντάς μια εντελώς δική σου άβυσσο;
-Ενώπιον του Καθρέφτη.

- Περιφρονείς κάτι;
-Την υποκρισία και τους Δήθεν.

- Θα ερωτευόσουν για πάντα;
-Διαρκώ ήδη.

- Γιατί πουλιούνται τα «έργα τέχνης»;
-Γιατί είναι Πάρεργα.

- Μήπως να αφαιρεθούν τα εισαγωγικά από την προηγούμενη ερώτηση;
-Όχι, άστα.
- Do you remember revolution?
-Ισχύει νυν και αεί.

- Θα ανέβαινες ένα βουνό, αν το επέβαλε το ωροσκόπιό σου;
-Στο προσωπικό μου λεξικό δεν υπάρχει αυτή η λέξη.

-Θα σκότωνες τον παππού σου, αν το τζάμι δεν έσπαγε απ' τον πάγο;
Σπάσε τον Παππού
και ψάξε από πού,
πονηρή αλεπού...

- Θα μπορούσες να κλείσεις τα μάτια σου, αν η ζωή σού έστηνε καρτέρι;
-Βλέπεις καλύτερα με τα μάτια κλειστά.

- Θα κυλούσε η πέτρα του θανάτου το πρωί, αν δεν κινδυνεύατε να τιμωρηθείτε απ’ το νόμο;
-Ανάλογα ποιος από τους πολλούς που είμαι, θα εφημέρευε εκείνο το πρωί.

- Θα εξετάζατε το ενδεχόμενο να διανύσετε μετά τα μεσάνυχτα απ’ την αρχή μέχρι το τέλος την οδό Αχαρνών, αν γνωρίζατε ότι ποτέ δεν πρόκειται να σας συλλάβουν;
-Μένω εκτός.

-Θα σκότωνες τον Μπους αν σου χάριζαν δέκα λαχταριστά εκλέρ;
-Σκοτωμένον τον έχω ήδη και χωρίς το σχετικό αντάλλαγμα, λόγω... διαίτης.

-Θα μου έδειχνες τα σαπισμένα σου δόντια αν έβλεπες μέσα τους τ’ αστέρια;
-Μόνο αν έβλεπα τα δόντια των αστεριών ή έστω τη μασέλα τους.

- Θα έπεφτες στο πηγάδι αν ήσουν θλιμμένος;
-Μα, αυτή τη στιγμή, από τον πάτο του Πηγαδιού σας ομιλώ. Πώς και δεν το καταλάβατε;

* Οι σημερινές φωτογραφίες είναι φρέσκες της ώρας, από την πρωινή μας βόλτα με τη Φωτεινή στις ατραπούς, γιατί η μούρλια πάει πάντα στα βουνά...

* Όστις επιθυμεί, από τους Συμπλογκίτες Φίλους, μπορεί να πάρει τη σκυτάλη και να συμπληρώσει το Ερωτηματολόγιο.

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Η Τέχνη υπερβαίνει τη μετριότητα και το δήθεν, ενώ η Ζάκυνθος, νεότερη Ιερουσαλήμ, αποκτείνει τους προφήτες της



Συνέντευξη Π. Κ. στη Ντιάνα Χαϊκάλη
[Εφημερίδα ΗΜΕΡΑ ΤΣΗ ΖΑΚΥΘΟΣ, Δευτέρα, 14 Φεβρουαρίου 2005, φ. 2505, σ. 8-10]

Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση, η οποία χρήζει ειδικής μελέτης, λόγω της πολυσχιδούς προσωπικότητας και του πολυτάλαντου χαρακτήρα του. Ο Θεός υπήρξε μαζί του απλόχερος και του χάρισε το μαγικό δώρο της έμπνευσης, της αγάπης για τα Γράμματα, αλλά και κάθε τι πνευματικό.Αυτό το δώρο έγινε στίχος, μελέτες, δοκίμια, πνευματική αναζήτηση, θεολογικός προβληματισμός και λαογραφία. Η πένα στα χέρια του απέκτησε φτερά, με αποτέλεσμα η δημιουργικότητά του και η μαεστρία στη χρήση της ελληνικής γλώσσας να τον καταστήσουν ως έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης Ζακύνθου και όχι μόνο, δεδομένου ότι έχει τιμηθεί με το βραβείο ποίησης «Haiku» της Ιαπωνικής Πρεσβείας, με δύο Διεθνή Πρώτα Βραβεία Ποίησης «Delia» του Πανεπιστημίου UTE – TEL Bovesia της Ιταλίας και πρόσφατα με το βραβείο «Ματράγκα» της Ακαδημίας Αθηνών.Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας μιλά στην «Η.τ.Ζ.» για το έργο του, την πνευματική Ζάκυνθο, τις «μεγαλοστομίες» του νησιού μας και τη σύγχρονη zακυνθινή ποίηση, επισημαίνοντας ότι δεν υποστηρίζεται από τους νεόπλουτους και ωχαδελφιστές συμπολίτες μας ο ουσιώδης και δημιουργικός πολιτισμός, τονίζοντας, παράλληλα, με έμφαση ότι «η Τέχνη υπερβαίνει τη μετριότητα και το δήθεν»!


Ποια η αξία και η σημασία της πρόσφατης βράβευσής σας από την Ακαδημία Αθηνών για το βιβλίο σας «Της αγάπης μέγας χορηγός»;

Μια βράβευση προκαλεί πάντα αισθήματα χαράς, όχι τόσο γι’ αυτό καθεαυτό το γεγονός, αλλά επειδή έτσι αποκτάμε την παρηγορητική επιβεβαίωση, ότι η προσωπική μας δημιουργία, τα εσώψυχα γεννήματά μας βρήκαν επιτέλους κάποιους αποδέκτες, «ώτα ευήκοα», ψυχές ν’ ακουμπήσουν και να κλίνουν την κεφαλή. Επί της συγκεκριμένης βράβευσης, έχω την πεποίθηση, ότι αντικατοπτρίζει σ’ ένα μέγα πλήθος πνευματικών ανθρώπων, οι οποίοι ζουν και δημιουργούν στη σύγχρονη Ζάκυνθο και πλάι τους ενηλικιώθηκα πνευματικά.

Ποια θέματα σας εμπνέουν;

Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα. Ή μάλλον, η έμπνευση απορρέει πανταχόθεν, κυρίως από τα μικρά και παραθεωρημένα του κόσμου μας. Με τούτο εννοώ, ότι είναι πιθανότατο να μην με απασχολήσουν σχεδόν ποτέ ποιητικά τα πολύ σοβαρά προβλήματα π.χ. της τρύπας του όζοντος ή της διαφθοράς στην δημόσια καθημερινότητα, αλλ’ αντίθετα μου συμβαίνει να χαλαλίζω ατέλειωτες ώρες π.χ. για τη μεγαλοπρεπή κι εφήμερη απλότητα ενός άνθους του αγρού ή για τις σοφές εκείνες παρακαμπτηρίους στα πολλαπλά στρατόνια των μυρμηγκιών. Τούτο δεν σημαίνει ασφαλώς, ότι οι δημιουργοί ουρανοβατούμε ή συμπεριφερόμαστε ως απόκοσμοι, αλλά πρόκειται απλά για μια διαφορετικό κοίταγμα των πραγμάτων του Κόσμου. Αν δεν εισέλθουμε στο μεγαλείο του μικρού και καταφρονεμένου με πολύ σεβασμό και διάθεση κένωσης του επηρμένου μας εαυτού, αν δεν διορθώσουμε (με τον τρόπο του ο καθένας και απ’ τη σκοπιά του) τα πολλά και διάφορα μικροπταίσματα της καθημερινότητάς μας δεν πρόκειται ποτέ να διορθώσουμε τον κόσμο μας. Υπό αυτή την προοπτική, μπορώ να πω, ότι τα δίπολα Αγάπη και Χάος, Πτώση και Ανόρθωση, Ησυχασμός κι Επανάσταση κυριαρχούν στα κείμενά μου.

Ποια είναι η «μούσα» σας;

Θα μπορούσα εδώ να σας επαναλάβω μερικά απ’ τα παραπάνω. Ο αθέατος και ο θεατός κόσμος (αν έχεις την κατάλληλη όραση προς τούτο) σου αποκαλύπτει πλείστες όσες «μούσες». Στο μέτρο που με αφορά, η νοητή «μούσα» μου πήρε κατά καιρούς τις μορφές μελών της οικογένειάς μου, κάποιων ακριβών φίλων, μιας Αφγανής γυναίκας, της Παναγίας κυρίως, αλλά και των θεών της αρχαιότητας. Υπάρχει όμως και μια επιμελώς κρυμμένη ακόμα μορφή πίσω απ’ τα χαλάσματα της Ποίησης, την οποία, όσο κι αν πασχίζω με τις λέξεις και τα νοήματα, δεν δύναμαι ακόμη να ξεχωρίσω. Ελπίζω κάποτε να δω το πρόσωπό της. Γι’ αυτό άλλωστε γράφω. Τώρα πια είμαι βέβαιος, ότι μόλις κάποτε ξεδιακρίνω τα χαρακτηριστικά της μακρινής εκείνης απούσας παρουσίας, θα σταματήσω να γράφω. Δεν θα υπάρχει πλέον λόγος…

Εκτός από την Ποίηση, ποια άλλα θέματα σας ενδιαφέρουν;

Είναι γνωστό, ότι ασχολούμαι κατά καιρούς με διάφορες ιστοριοδιφικές μελέτες, με δοκίμια γύρω από την ποιητική τέχνη, με κείμενα θεολογικού προβληματισμού και λαογραφικές επίσης δημοσιεύσεις. Όλα τούτα όμως, στο περιθώριο πάντα της Ποίησης, έτσι ως απασχόληση του νου, ώστε να μην αποκοιμηθεί. Για φανταστείτε, να έρθει η αναμενόμενη Μέρα, η Μεγάλη προσωπική του καθενός μας Μέρα, η κορυφαία στιγμή της ύπαρξης και να μας βρει σε κατάσταση χαύνωσης και ραθυμίας… Μη μοι γένοιτο…

Ποιους ποιητές και λογοτέχνες θαυμάζετε; Έχουν επηρεάσει κάποιοι το έργο σας;

Χωρίς αμφιβολία κανείς μας δεν προέρχεται από παρθενογένεση. Είναι, λοιπόν, πολύ φυσικό να συγγενεύουμε εξ αγχιστείας με κάποιους προηγούμενους ή σύγχρονούς μας δημιουργούς. Κατά καιρούς μού έχουν προκαλέσει ευεργετικό ρίγος και δημιουργικό συγκλονισμό, δηλαδή την καλώς εννοούμενη επιρροή ποιήματα των πολύ δικών μας αναστημάτων Διονυσίου Σολωμού και Ανδρέα Κάλβου, αλλά παράλληλα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, του Αρθούρου Ρεμπό και του Φρίντριχ Χέλντερλιν, του Οδυσσέα Ελύτη και του Γιάννη Ρίτσου, της Κικής Δημουλά και του Τάκη Βαρβιτσιώτη, του Ηλία Κεφάλα, του Γ. Ε. Γεωργούση κι εσχάτως η θαυμαστή περίπτωση του Σύρου ποιητή Άδωνη.
Από άποψη σύγχρονης Ελληνικής Πεζογραφίας (και μπορεί ν’ ακουστεί αφοριστικό κάτι τέτοιο) θεωρώ, ότι πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, βρισκόμαστε πολύ πίσω. Οι πεζογράφοι μας, στην προσπάθειά τους να νεωτερίσουν και να ξεχωρίσουν ως λογοτεχνική γενιά έχουν περιπλακεί και χάσει τον δρόμο. Πολύ δύσκολα πια αντέχω να τελειώσω μυθιστόρημα. Στις εξαιρέσεις –ευτυχώς- περιλαμβάνεται ο καρδιακός μου φίλος Σπύρος Καρυδάκης, ο οποίος, μέσ’ από τις απρόβλεπτες κι εξοργιστικές κάποτε πλοκές των μυθιστοριών και διηγημάτων του, μέσ’ από την διάλυση και ανασύνθεση της ύπαρξης και των κατεστημένων της, κατορθώνει να διαπεράσει αναστάσιμα τη θλίψη του σημερινού αβίωτου βίου.

Είχατε ιδιαίτερη σχέση με τον Οδυσσέα Ελύτη. Τι θυμάστε από αυτόν;

Όντως τον θεωρώ δάσκαλό μου και τον πρώτο, ο οποίος έσκυψε τόσο αληθινά, θερμά και φιλικά πάνω από τα πρωτόλεια ποιήματά μου. Κρατώ πολύ κοντά μου τις παραινετικές επιστολές και τα καλά του λόγια. Μάλιστα ηχούν ακόμα στ’ αυτιά μου οι συμβουλές του, όταν πρωτοσυναντηθήκαμε το 1980: «Να έχεις υπόψη σου, ότι ως Ποιητή όλοι θα σε αντιμετωπίζουν από εδώ και στο εξής με υποψία…». Τότε δεν κατανόησα το βάθος. Τώρα πια, εικοσιπέντε χρόνια μετά, τον θυμάμαι και τον μακαρίζω καθημερινά. Ας είναι αναπαυμένος!

Ποια η γνώμη σας για τη σύγχρονη ζακυνθινή ποίηση;

Είναι παρήγορο, αλλά μόνο στην Ποίηση πάμε καλά. Δε βλέπετε, τι διαπλοκές μάς περιτριγυρίζουν; Τουλάχιστον έχουμε πολλή και καλή σύγχρονη Ποίηση. Θα φταίει το νερό! Μάλλον ήπιαμε όλοι απ’ το ζωοπάροχο και αστείρευτο πηγάδι του «ιερομόναχου» Σολωμού. Θα φταίει και ο αέρας του τόπου, οι αθέατες παρουσίες τόσων και τόσων σεπτών μορφών της Τέχνης, που καθαγίασαν με τον πνευματικό τους μόχθο τα τοπία και τις προοπτικές τους.

Μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, τι;

Έχω ήδη ασχοληθεί με το θέμα αυτό παλαιότερα, στο βιβλίο μου «Ποιητικές αντοχές της Ζακύνθου». Εκεί παρουσίασα ως ελπίδες της σημερινής αποχαυνωμένης γενέτειράς μας και γέφυρες ταυτόχρονα του δημιουργικού παρελθόντος με το ποιοτικό σήμερα και αύριο του τόπου μας, τέσσερις τουλάχιστον ποιητές μας: Την Μάχη Μουζάκη, τη Λούλα Βάλβη Μυλωνά, τον Διονύση Σέρρα και τον Διονύση Φλεμοτόμο. Αλλά υπάρχουν και άλλοι, εξίσου σημαντικοί και αγαπητοί δημιουργοί, γεννήματα και θρέμματα της Ζακύνθου. Μια νεότερη μάλιστα γενιά έχει ήδη ανδρωθεί, αποδίδοντας έργα ουσίας και καρπούς αξιοπρόσεκτους.

Τι εστί Ζάκυνθος;

Ένας τόπος ευφρόσυνος, επί του οποίου στις μέρες μας ασελγούν όλες οι φυλές της γης και γλώσσες. Μια όμορφη εξάλλου, πλήν άπιστη, αγαπημένη. Κοιταγμένη με άλλα μάτια, πρόκειται για μια ιδέα περισσότερο, που συχνά-πυκνά ως νεότερη Ιερουσαλήμ αποκτείνει τους προφήτες της.

Τι μπορεί να «μαυρίσει» τη Ζάκυνθο;

Ας υποθέσουμε πως ζούμε μετά από εκατό χρόνια και χρειάζεται να κάνουμε μια έρευνα για τη Ζάκυνθο των αρχών του 21ου αιώνα. Θα καταφύγουμε, σαν καλοί ιστοριοδίφες, στις τοπικές εφημερίδες και μάλιστα στα πρωτοσέλιδά τους. Η εικόνα θα είναι συντριπτικά απογοητευτική: Θα διαπιστώσουμε κινήσεις ιδιοτέλειας, παρασκήνια διαπλοκής, ύβρεις με κάθε έννοια, ανούσιες μεγαλοστομίες και περιεχόμενο μηδέν. Όλα δύσοσμα κατά τρόπο τραγικό… Η κατάσταση –δυστυχώς- είναι πλέον μη αναστρέψιμη... Δείτε κατά πόσον υποστηρίζεται ο ουσιώδης και δημιουργικός πολιτισμός από τους ωχαδελφιστές και νεόπλουτους Νεοζακυνθίους. Ουδόλως!.. Εκείνο, που τους γνοιάζει τώρα πια είναι οι κάθε λογής και χρώματος ψυχαγωγίες ευτέλειας, διανθιζόμενες πάντως μ’ έναν ευκαιριακό πολιτικό και πολιτισμικό παραγοντισμό. Όλα προελέγχονται υπό το πρίσμα του προσωπικού οφέλους. Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό, ανησυχώ πάρα πολύ και καταλήγω να υποστηρίζω πλέον, κάτι , που παλαιότερα ούτε καν επέτρεπα να μου περάσει απ’ το νου. Ότι δηλαδή η Τέχνη κι εν γένει ο Πολιτισμός, για να μπορεί να υπερβαίνει κάθε φορά τη μετριότητα και το δήθεν, πρέπει να συμπεριφέρεται ως καθαρά ιδιωτική υπόθεση. Αν ύστερα κάποιος ή κάποιοι ενδιαφερθούν να προσεγγίσουν αγαπητικά το παραγόμενο πολιτισμικό αγαθό, καλώς γεναμένο! Αν όχι, τότε, παρά την στυφή γεύση του Ανεπίδοτου, κατέχει ο δημιουργός τη μυστική παρηγορία, ότι έκαμε τουλάχιστον το καθήκον του έναντι του τόπου και του χρόνου του!… Άλλη διέξοδο δε βλέπω προς το παρόν. Ας ελπίσουμε στο μέλλον!…

Σ’ ένα σας ποίημα λέτε «Μεγάλο πένθος η Ομορφιά». Γιατί;

«… πολύ μεγάλο πένθος», θα συμπλήρωνα εγώ. Διότι η επιδίωξη τής κάθε λογής Ομορφιάς δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Πρέπει να ματώσεις, να υποφέρεις, να κλάψεις γοερότατα στην προσπάθεια συνάντησης με την Ομορφιά. Απ’ την αναζήτηση του άλλου μας μισού ως το κυνήγι της ιδανικής πολιτείας, απ’ την βίωση της αρχαιοελληνικής Πενίας και του Πόρου ως την χριστιανική πρόσβαση στο μυστήριο της Ζωής και του Θανάτου η Ομορφιά είναι το κατ’ εξοχήν ζητούμενο. Συνήθως παραμένει απροσέγγιστη. Γι’ αυτό και το διαρκές πένθος… Κι αν ακόμη συμβεί το ποθούμενο και μειωθούν οι αποστάσεις, η Ομορφιά και πάλι προκαλεί πένθος, μια και στην ουσία της κρύβει σπέρματα θανάτου και δηλητηριάζει αμετάκλητα όποιον τελικά υπερβεί τα εμπόδια και την αγγίξει. Ο ποιητής, πάντα σχεδόν, προσεγγίζει τη φωτιά κι ας καεί!!!

Σε άλλο ποίημά σας αποκαλείτε τον Ουρανό «μέγα μπανιστήρι». Τι ‘ναι τούτο πάλι;

Παρότι αποφεύγω ν’ αναλύω τους στίχους μου, επειδή το θεωρώ εκπόρνευσή τους, θα σας πω μια κατ’ αρχήν ερμηνεία, όχι και την οριστική. Άλλωστε, ο κάθε στίχος μιλάει σε κάθε αναγνώστη εντελώς προσωπικά, μυστικότροπα και διαφορετικά.

Αν έχουμε, λοιπόν, βγάλει τις τσίμπλες απ’ τα μάτια μας, κατά την απροσδόκητη εκείνη έκφραση της «Αποκάλυψης» του Ιωάννη, μπορούμε να δούμε πράματα και θάματα. Αν υπερβούμε τη σμικρότητα του χοϊκού, αν προσπαθήσουμε ν’ ανακτήσουμε την απωλεσμένη μας ευαισθησία και αθωότητα, έχω την πεποίθηση, ότι θα κατορθώσουμε να δούμε τ’ Αθέατα. Η ανθρωπότητα διαιώνια γι’ αυτό κυρίως πασχίζει, φιλοσοφώντας ή θεολογώντας.

Ο ποιητής στον κόσμο μας σήμερα τι βλέπει;

Χρησιμοποιώντας μια έκφραση της εποχής θα έλεγα «Τα είδε όλα». Ο ποιητής βλέπει όντως αμήχανος και απελπιστικά άοπλος τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που βλέπουν ή οραματίζονται οι κάθε είδους δυνάστες και φονιάδες των λαών, π.χ. ο Μπους.

Σ’ έναν κόσμο, λοιπόν, που οι αξίες καταρρέουν και κυριαρχούν τα σκάνδαλα, το ψέμα, η υποκρισία και η ύλη, ποιος είναι ο ρόλος της Ποίησης και του Ποιητή;

Ο ποιητής βιώνει κατά βάσιν τη μοναξιά του, κάτι μάλιστα που κατά κανόνα απολαμβάνει. Γεύεται φιλήδονα τις συνέπειες τής μοναχικότητάς του, έστω κι αν αναγκάζεται να ζει και να κινείται στη χαλαλοή της πόλης και των άσχετων συνανθρώπων. Με τον λόγο και την ποιητική του συμπεριφορά ιδρύει μια νέα πόλη μες στην περιτρέχουσα πόλη, όπου αναπτύσσει στο εξής τις δραστηριότητές του.

Ποιος είναι «της αγάπης χορηγός»;

Όπως τον θέλει και τον φαντάζεται ο καθείς. Άλλος τον προσωποποιεί ως θεό, ως ημίθεο, ως φίλο ή συνοδοιπόρο στην αγωνία της ύπαρξης. Άλλος τον δέχεται ως έρωτα ή μια ιδέα. Διαλέξτε και πάρτε!…

Τι αγαπάτε;

Αγαπώ κυρίως να λειτουργώ, αλλά επίσης τους μακρούς απογευματινούς μου περιπάτους στους λόφους του χωριού μου. Σε άλλο επίπεδο, αγαπώ την ευθύτητα στις καθημερινές σχέσεις, έστω κι αν κατ’ αρχήν στενοχωρεί ή πληγώνει. Λόγω αυτής της ευθύτητας έχω χάσει ήδη πολλούς κατ΄ όνομα «φίλους».

Τι σας πληγώνει;

Η αγνωμοσύνη αφ’ ενός και αφ’ ετέρου η περιορισμένης ευθύνης παιδεία των νέων ανθρώπων της πατρίδας μας. Δείτε πώς γράφουν σήμερα οι περισσότεροι μαθητές. Αυτά δεν είναι ελληνικά. Σταχυολογώ μερικές τυχαίες λέξεις από γραπτά μαθητών μου: «Σπουδέει» αντί «σπουδαίοι», «τρειών» αντί «τριών», «διδασκαλεία» αντί «διδασκαλία», «μορφομένη» αντί «μορφωμένοι». Ετούτο εξάλλου το απαίσιο μονοτονικό σύστημα γραφής, άλλη πάλι πληγή ανεπούλωτη… Ευτυχώς, οι πλείστες των νεότερων ποιητικών συλλογών έχουν επιστρέψει στην πολυτονική έκφραση.

Τι απεχθάνεσθε;

Τις δολοπλοκίες και τα πολλά πρόσωπα-προσωπεία των υποτιθέμενων φίλων. Όσον αφορά στα εκκλησιαστικά πράγματα, απεχθάνομαι μέχρι αηδίας τις ευσεβιστικές νοοτροπίες, οι οποίες –αλίμονο- φύονται εσχάτως σαν επίφοβα ζιζάνια τριγύρω μας… Και ο νοών, νοείτω…

Γιατί «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα»;

Σας απαντώ με τα λόγια του Ιησού: «Γιατί, τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλο τον κόσμο και ζημιωθεί την ψυχή του;»

Σε τι αξίζει να υποκλιθεί κανείς;

Μπροστά σ΄ ένα νεογέννητο παιδί ή έστω σ΄ ένα ταπεινό λουλουδάκι του αγρού.

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails