© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιώτα Αργυροπούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιώτα Αργυροπούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Πέθανε η ποιήτρια της Μεσσηνίας Γιώτα Αργυροπούλου (1960-19.7.2018)





Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας

Εμβρόντητοι μένουμε από την είδηση της εκδημίας της βραβευμένης ποιήτριας και φίλης Γιώτας Αργυροπούλου από την Μεσσηνία. Πέθανε σήμερα (19.7.2018), σε ηλικία 58 χρόνων, αφήνοντας πίσω της ποίηση ουσιώδη, χυμώδη, αγαπητική. Γεννήθηκε το 1960 στους Κωνσταντίνους της Μεσσηνίας και υπήρξε -κατά τα άλλα-  καλή φιλόλογος και, πάνω από όλα, αρχοντική ψυχή!

Είχαμε αρκετές φορές επικοινωνήσει δι' αλληλογραφίας, προσωπικά με είχε δύο φορές προσκαλέσει στη γιορτή ποίησης στο Διαβολίτσι, μάλιστα εδώ, στο πολυπεριοδικό μας, είχα προ ετών παρουσιάσει σκέψεις πάνω στην ποιητική της, με αφορμή κάποια βιβλία που μού απέστειλε. Σχετικά κάντε κλικ ΕΔΩ και ΕΔΩ! Εκεί είχαμε -μεταξύ άλλων- επισημάνει: 

"[...] Κατά βάσιν η Γιώτα Αργυροπούλου είναι απαρηγόρητη -όπως άλλωστε ο κάθε ποιητής, που σέβεται τον εαυτό του- και τούτο είναι καταφανές στις πλείστες των σελίδων της. Όσο γράφει και δημοσιεύει, τόσο περισσότερο ποντίζεται στον υπαρξιακό λυγμό και τον κοπετό της κοινωνίας που εκφράζει. Βιώνει τις πολυειδείς εκδοχές του βίου, κάποτε ως ευχή, συχνότερα ως κατάρα, αιωνίζοντας δια των συμπλοκών των στιχηρών της ευάριθμες μνήμες και μορφές σημαδιακές. Μακριά από ενθουσιαστικούς βερμπαλισμούς, μιλάει απλά, στρωτά, κατανοητά και ως εκ τούτου ο αναγνώστης στέκεται αμήχανος καθώς εισοδεύει στα καταγραφόμενα. Μικρές ιστορίες μεγάκοσμων ανθρώπων, οι οποίες θα παρέμεναν απνευστί στον αυτοχαμό τους, με τη γραφίδα της ποιήτριας αποκτούν πλέον ιστορικό και μεταϊστορικό ανάστημα. Μα, η γνήσια ποίηση αυτό ακριβώς πράττει: Πραγματοποιεί καθόδους εις Άδου, με σκοπό να εγείρει τα πάλαι ποτέ πεπτωκότα, τα προ πολλού καταδικασμένα στο οριστικό μηδέν.

[...] η ποίηση της Γιώτας Αργυροπούλου δεν είναι ανέστια, όπως συνήθως συμβαίνει με τις ποιήσεις της εποχής μας. Έχει βαθιές και ασφαλείς ρίζες στη γη, απ’ όπου λαμβάνει ισχύ και λόγο ύπαρξης. Έχει προσλάβει ικανά θροΐσματα από τα όρη της ελληνικής ψυχής και τα λαγκάδια της κακής μοίρας της και, παρότι καταλήγει απαρηγόρητη (καθαρά ελληνικό το πικρό συναίσθημα), δεν «μπουκώνει» ψυχολογικά τον σύγχρονο αναγνώστη, τουλάχιστον της γενιάς μας, η οποία συγγενεύει ακόμη εξ αίματος με τους κάθε είδους νεκρούς, που απαθανατίζει η ποιήτρια. [...]"

Καλό Παράδεισο, φίλη Γιώτα. Τώρα που γειτνιάζεις τόσο πολύ με τον Ποιητή των Ποιητών, μνήσθητί μας!




Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Γραφή της ποιήτριας Γιώτας Αργυροπούλου για τα «Ανακαλυπτήρια» του π. Π. Καποδίστρια


Καλαμάτα 26/12/14
Πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια,
[……] δεν υπήρξε σελίδα του βιβλίου σας που να μην μου άρεσε και να μην σημείωσα με το μολύβι μου κάτι, είτε ποιήματα ολόκληρα, είτε στίχους. Από το πιο μικρό «ενώ ψωνίζουμε λευκά στο φανελάδικο…» έως τις μεγάλες συνθέσεις που εμπεριέχονται στο βιβλίο, «Μικρές ελευθερίες» π.χ., τα ποιήματά σας έλκουν τον αναγνώστη τους. Οι νιόκοπες λέξεις σας ξαφνιάζουν τη ναρκωμένη όραση και ξυπνούν αυτό το κάτι που χρειάζεται η ποίηση. Από τα ωραία ομόηχα «αφόρητος ο έρως ο αφόρετος, «τ’ αλωνάκι αλώθη | κι εμείς δίχως άλλοθι», «η πολλή από-γνωση τη γνώση φέρει (ποιος υποφέρει;)», «αλλάζω αλλά δε ζω», «η αφή ταφή και η μέρα φοβέρα» και άλλα πολλά γεμάτα μουσικότητα έως τις πρωτότυπες λέξεις σας – καναρινίζω, θαλασσεύοντας, απογευματίζοντας, χαμηλόνια, αρμυρίζομαι, ανατολίζομαι, πατμιάζοντας (!), κυριακίζω κ.ά., ο μαγικός κόσμος της γλώσσας μας εν θριάμβω.

Εγκόσμιος αλλά και μεταφυσικός ως «περιληπτική προσωπικότης» (τι ωραίο αυτό το δίστιχο!) που είστε, καθότι ποιητής, συνθέσατε τόσο ωραία ποιήματα που χωρούν σε λίγες γραμμές τον κόσμο όλο. Η Βρεφοκρατούσα, ας πούμε, ή τα Πρωτόκλητα πουλιά, τα Κοιμητήρια Ίμβρου, τα Κόκκινα λιθάρια, οι στάσεις στον κόσμο. Στην Ελλάδα και τη διασπορά, απέσταξαν λόγο και στοχασμό που με συγκίνησαν βαθύτατα. Εύχομαι να είναι αυτή η αληθώς ωραία έκδοση καλοτάξιδη στα μάτια και τις καρδιές. Να είστε καλά να έχετε καλή χρονιά με υγεία στην οικογένειά σας και το ποίμνιό σας, μαθητικό και ενήλικο.

Σας ευχαριστώ για τη φιλία σας.
Εγκαρδίως
Γιώτα Α.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

«Ποιητών και Αγίων Πάντων», η νέα ποιητική συλλογή της Γιώτας Αργυροπούλου

Διάβασε και παρουσιάζει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας

Την τέταρτη σύναξη ώριμων στίχων – καρπών της φίλης ποιήτριας Γιώτας Αργυροπούλου λάβαμε μεσοκαλόκαιρα. Φέρει τον τίτλο «Ποιητών και Αγίων Πάντων», κυκλοφορήθηκε εντελώς πρόσφατα -τον περασμένο Ιούνιο 2013- από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και κοσμείται εξωφυλλικώς με μια ειδυλλιακής τρυφερότητας λεπτομέρεια από εικόνα της αθωνικής Μονής Ιβήρων.
            Κάθε ποιητής έρχεται καιρός, που έχει την εσωτερική διάθεση - ανάγκη μάλλον- να επικοινωνήσει / συνομιλήσει με τους όμαιμους δημιουργούς (της όποιας εποχής, δεν έχει σημασία, δεδομένου ότι η Αιωνιότητα αποτελεί τον κατεξοχήν χωροχρόνο των Ποιητών), οι οποίοι -προ αυτού συνήθως- επιδόθηκαν ή και δαπανήθηκαν ολοσχερώς στην Τέχνη του Λόγου.
Αυτή η συνομιλία είναι ζωτικής σημασίας για τον κάθε νεότερο δημιουργό για δύο λόγους: Πρώτον, δείχνει και αποδέχεται ότι δεν υπάρχει παρθενογένεση στην κάθε μορφής τέχνη και, δεύτερον, σκύβει με σεβασμό πάνω από τα ωραία και μοιραία κείμενα και πρόσωπα πάντων των προ αυτού διατελεσάντων αθλητών του είδους ή στέκει στον ήσκιο τους για να λάβει αναψυχή και κουράγιο για την περαιτέρω πανδύσκολη προσωπική πορεία του.
            Αναθυμούμαστε τον Ελύτη να προσφωνεί την Ποίηση ως «αγία» του:  «Ποίηση ω Αγία μου - συγχώρεσέ με αλλ’ ανάγκη να μείνω ζωντανός να περάσω από την άλλην όχθη» ή τον Καβάφη να τής απευθύνεται προσευχητικώ τω τρόπω: «… Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως, / που κάπως ξέρεις από φάρμακα, / νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω. / … Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως, / που κάμνουνε- για λίγο- να μη νιώθεται η πληγή».
            Λαμβάνοντας την σκυτάλη από τους περιώνυμους και περίοπτους Εκείνους η φίλη Γιώτα Αργυροπούλου προσθέτει την δική της εκδοχή στην ποιητική της Ποίησης, παραδεχόμενη ότι εντέλει ο ποιητής δεν γεννάται πολυτελώς, αλλά αποτελεί το παράγωγο έλλειψης και  μη παρηγορίας. Θα νομιμοποιούμασταν -άραγε- να πούμε ότι ο ποιητής είναι ένα είδος ΑμΕΑ; Μάλλον, ναι!... Η Αργυροπούλου πάντως ισχυρίζεται:

«Η έλλειψη γεννάει τον ποιητή
η έλλειψη τον τρέφει
και μόνο το σκοτάδι
που πέφτει στη σελίδα
έρχεται για λίγο
τον παρηγορεί.»

            Το εγχείρημα της Αργυροπούλου στο ανά χείρας βιβλίο δεν είναι και τόσο εύκολο: Σε όλες τις σελίδες, με τρόπο σεβαστικό και απλό (ουδέποτε απλοϊκό) συναπαντιέται με τον Νεκρό Αδελφό, τους αλησμόνητους θιασώτες του Τυπογραφείου Κείμενα,  τον Καρυωτάκη, τον Σαχτούρη, τον Κατσαρό, τον Καβάφη, την Σαπφώ, τον Σίλερ, τον Γκαίτε, τον Σολωμό, τον Κάλβο, τον Σικελιανό, τον Σεφέρη, τον Γκάτσο, την Πολυδούρη και άλλους πολλούς νοούμενους ή και υπονοούμενους χειρώνακτες του Λόγου.

Ιδού κι ένα ποίημα (σελ. 68 εξ.), εκφραστικό της ποιητικής ταπεινοφροσύνης της, του δέους που νοιώθει ενώπιον τόσων μεγάλων φυσιογνωμιών και της ιαματικής – ελεητικής προσφοράς τους στην εν απελπισία ψυχούλα ενός εκάστου εξ ημών: 

ΠΟΙΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

Μας δίναν εικονίτσες
που παρίσταναν αγίους και του Χριστού τα θαύματα.
Μάζευα προσεχτικά τις χάρτινες εικόνες
και τις βαστούσα στην παλάμη μου.
Παρηγορούσα κάθε πίκρα.

Αργότερα στη νιότη μου, όταν γύριζα βράδυ
στο άδειο μου δωμάτιο με παγωμένη την καρδιά,
ως χαλεπόν η νεότης,
άνοιγα για συντροφιά εγκόλπια με ποιήματα.
Τι ζεστασιά. Τι βάλσαμο μού τόνωνε τα σπλάχνα.

Τώρα έχω παρέα στο κονάκι μου όλους μαζί
τους παρηγορητές και τους προστάτες.
Προσεύχομαι στη χάρη τους και λέω
ευλογημένο το όνομά τους.
Καμιά φορά συγχέω τα ονόματα, βλάσφημο δεν είναι
αφού ο ίδιος ο Θεός, Ποιητής εκλήθη.
Ο Κώστας Καρυωτάκης, μυροβλήτης.
Νικόλαος Εγγονόπουλος, τροπαιοφόρος
Κωνσταντίνος Καβάφης, ομολογητής.
Η Σαπφώ, γλυκοφιλούσα, γοργοεπήκοος.
Των δημοτικών μας τραγουδιών οι ανώνυμοι
Άγιοι Πάντες.

Αθλοφόροι, ιαματικοί και ελεήμονες
τόσοι ακόμα ποιητές να με παρηγορούν
τόσοι ακόμα ποιητές να με συντρέχουν.


[Σημείωση: Τα ποιήματα που αφορούν στον Κ. Π. Καβάφη μπορείτε ν’ αναγνώσετε σε προηγούμενη ανάρτησή μας, κάνοντας κλικ εδώ. Ό,τι αφορά στον Διονύσιο Σολωμό είναι εδώ.]

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Ένα νέο ποίημα για τον Διονύσιο Σολωμό


Γιώτα Αργυροπούλου
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

Ι

Μόνασε και ασκήτευσε.
Ήξερε ότι καλοί αγωγοί της ποίησης
είναι μονάχα η μοναξιά και η αγρυπνία.


ΙΙ

Αληθινή ποίηση είναι
ό,τι έγραψε ο Διονύσιος Σολωμός.

Ποίηση είναι εκείνο που δεν μπόρεσε
ούτε αυτός
να γράψει
όταν μ’ αψέντι δυνατό
έκαιγε την καρδιά του
σκόρπιζε τη στάχτη της
σε άσπρα σ’ άδεια φύλλα

σε αέναες κατανομές
των σχεδίων σχέδια.


[Από την ποιητική συλλογή της Γιώτας Αργυροπούλου, Ποιητών και Αγίων Πάντων, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2013, σ. 59 εξ. Παρουσίαση του εν λόγω βιβλίου θα δημοσιευθεί στο e-περιοδικό μας αύριο!]

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

Ένα επταπλό ποίημα της Γιώτας Αργυροπούλου για τον Κ. Π. Καβάφη

[Η Μεσσήνια ποιήτρια Γιώτα Αργυροπούλου κυκλοφόρησε πρόσφατα το νέο ποιητικό βιβλίο της, με τίτλο «Ποιητών και Αγίων Πάντων» (εκδ. Μεταίχμιο 2013), με το οποίο θα ασχοληθούμε, εδώ στον ίσκιο του Ήσκιου μας, προσεχώς. Από αυτό, αποσπάμε προς το παρόν την περί Κ. Π. Καβάφη ενότητα (σελ. 33-41), στο πλαίσιο του Έτους Καβάφη, που διανύουμε.]

Ο Κ. Π. Καβάφης, δια χειρών του Ζακυνθινού Χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνού.

Γιώτα Αργυροπούλου
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ

I

Είναι υψηλή της ποιήσεως η σκάλα
έγραψε αυτός που επρόκειτο να γίνει
ποιητής
των ποιητών

και να σταθεί στην κορυφή
μονάχος.

Είναι υψηλή της ποιήσεως η σκάλα.
Στο ασανσέρ μεγάλο στριμωξίδι.


ΙΙ

Μαζεύτηκαν οι ποιητές
να αποφασίσουν
να ψηφίσουν.

Ισοψήφισαν στην πρώτη θέση όλοι
με έναν ψήφο
τον δικό του ο καθείς.
Τη δεύτερη τη θέση παμψηφεί
την δώσαν όλοι στον Καβάφη.

Ευτυχής από ψηλά ο Κ. Π. Καβάφης
στη δεύτερη τη θέση
παμψηφεί κριθείς
για σκέψου έλεγε οι μισοί – κι ακόμη ένας
να έβαζαν αυτόν στην πρώτη θέση.
Κατ’ ουσίαν ηττηθείς
απ’ την ψηφοφορία
θα έψαχνε τη θέση του
διαρκώς στην ιεραρχία.


ΙΙΙ

Ξέχασε στο παγκάκι τα κλειδιά της, την ατζέντα ποιητικά βιβλία.
Όταν επέστρεψε, έλειπε  το  παλιό το αγαπημένο της βιβλίο.
Το εξώφυλλο φθαρμένο.
Μόλις που κρατιούνταν τα τυπογραφικά ενωμένα.
Υπογραμμίσεις με μολύβι στις σελίδες
τσεκάρισμα στον τίτλο, σχόλια εδώ εκεί.
Ο β΄ τόμος των Απάντων του Καβάφη, Ίκαρος εκδόσεις
με το χαρακτικό του Κεφαλληνού.

Ήξερε να εκτιμά ο υπεξαιρέτης.


ΙV

Στο ανθολόγιο πέντε ποιήματα του Παλαμά
κανένα δεν προσφέρονταν για διδασκαλία.
Από τα ποιήματα του Καβάφη, πέντε στον αριθμό κι αυτά
δεν ήξερε τι να διαλέξει, ποιο να διδάξει
ποιο να αφήσει - δίλημμα μια φορά.

Της εποχής του η αδικία
μα και η άψογος των ανθολόγων στάση
ανατράπηκε επί τέλους για καλά.


V

Φιλόλογοι, ποιητές και κριτικοί
αποφάνθηκαν στο έγκριτο περιοδικό
για το αδύνατο μέσα στον κανόνα
ποίημα του Καβάφη.

Ένας υπέδειξε τα τείχη, άλλος τα παράθυρα
όσοι ερωτηθέντες τόσες γνώμες.
Στην κρίση τους περί του αδυνάτου του Καβάφη
δεν διασταυρώθηκε, δεν συνέπεσε κανείς.

Στάθηκε  αδύνατο
αδύνατο ποίημά του ένα
να βρεθεί.


VI

Μα  ο Καβάφης δεν χρήζει υπερασπίσεως
κι εγώ στον παλαιό εκείνο ρήτορα ομοιάζω
που αποσκοπώντας να κερδίσει τους Σπαρτιάτες
άρχισε να πλέκει ενώπιόν τους το εγκώμιο
του ήρωά τους Ηρακλή.

Μα ποίος εκατηγόρησε τον Ηρακλέα
τον αντίσκοψε ένας έφορος με οργή
και τού ’κοψε τη φόρα αυτού του ξιπασμένου
που πήγε να φαντάξει  με τη ρητορική
όχι αλλού - στη Σπάρτη
στο λίκνο εκεί του λακωνίζειν τε και φιλοσοφείν.


VII

Στην προκυμαία συναντάω πού και πού τον σωσία του Καβάφη.
Με τα χρόνια έμαθα πως είναι σοβατζής, ψευτοδουλεύει ακόμα.
Δεν είναι μόνο η φυσιογνωμία και το δέμας του
που μοιάζουν απαράλλαχτα στις λιγοστές φωτογραφίες του ποιητή
και στου Κεφαλληνού το σχέδιο.
Κάτι στοχαστικό στην όψη του
και μια μελαγχολία αδιόρατη
στον ποιητή προσιδιάζουν.
Όποτε συναπαντώ τον μοναχικό ετούτο άνθρωπο να περπατά
να κάθεται σε κάποιο  καφενείο
με κατακλύζει η συμπάθεια, σχεδόν ευγνωμοσύνη.
Χωρίς να το γνωρίζει
είναι το καλό μου το στοιχειό σε αυτήν την πόλη
ο ταπεινός
με αποσπά από τις έγνοιες μου
τη σκέψη μου
στην ποίηση την φέρνει.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

Σκόρπιες σκέψεις για την απαρηγόρητη ποίηση της Γιώτας Αργυροπούλου

Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας


Η Γιώτα Αργυροπούλου είναι μια νέα ταλαντούχα ποιήτρια, η οποία ζει μόνιμα στην Καλαμάτα και πρωτοεμφανίστηκε με βιβλίο της το 1998 με την «Τοιχογραφία της άνοιξης» (α΄ έκδοση Καστανιώτης 1998, β΄ έκδοση -συν κάποια νέα ποιήματα- Μεταίχμιο 2006). Ακολούθησε η συλλογή «Νερά απαρηγόρητα» (Πλανόδιον 2004) και έφθασε αισίως στο πρόσφατο ποιητικό «Διηγήματα» (Μεταίχμιο 2010), το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Γ. Αθάνα της Ακαδημίας Αθηνών του ίδιου έτους.

Αν και νέα σε χρόνο εμφάνισής της στα λογοτεχνικά πράγματα, η γραφή της είναι πεπειραμένη και οξυδερκής, σηκώνοντας -λες- την παράδοση πολλών αιώνων δημιουργικής γραφής. Μιλά με ερωτισμό (κυρίως στην πρώτη συλλογή), ευθύτητα και παρρησία τότε που αρμόζει, σιωπά με υπαινιγμό εκεί που απαιτείται. Έτσι, δημιουργείται στον αναγνώστη μια πολύ φιλική διάθεση απέναντι στις εντυπωμένες λέξεις της, όπου αμέσως ξεδιακρίνει ανάμεσά τους μια πάλλουσα καρδιά, εκφραζόμενη με πολύ σπαραγμό για όσα τεκταίνονται στα πέριξ, αλλά κυρίως εντός της. Θραύσματα αρχαιοελληνικής ποίησης, σαπφικίζοντα μάλιστα, φαντάζουν ορισμένα μικρά της (λ.χ. από την «Τοιχογραφία της άνοιξης»):

Αναπαυόμουν πλάι σου
και οι ώρες ήταν.
(σ. 25)

Βροχή πήρε τα μάτια της.
Βοριάς
κακός αέρας
τα μαλλιά της.
(σ. 27)

Τώρα ξυπνώ κι έχω τη στάχτη σου
απλωμένη στην καρδιά μου.
(σ. 34)

Οι καμπύλες του στήθους
της γερτές στη μασχάλη.
Τώρα πονούσαν τα αδειανά
του χέρια.
(σ. 38)


Κατά βάσιν η Γιώτα Αργυροπούλου είναι απαρηγόρητη -όπως άλλωστε ο κάθε ποιητής, που σέβεται τον εαυτό του- και τούτο είναι καταφανές στις πλείστες των σελίδων της. Όσο γράφει και δημοσιεύει, τόσο περισσότερο ποντίζεται στον υπαρξιακό λυγμό και τον κοπετό της κοινωνίας που εκφράζει. Βιώνει τις πολυειδείς εκδοχές του βίου, κάποτε ως ευχή, συχνότερα ως κατάρα, αιωνίζοντας δια των συμπλοκών των στιχηρών της ευάριθμες μνήμες και μορφές σημαδιακές. Μακριά από ενθουσιαστικούς βερμπαλισμούς, μιλάει απλά, στρωτά, κατανοητά και ως εκ τούτου ο αναγνώστης στέκεται αμήχανος καθώς εισοδεύει στα καταγραφόμενα. Μικρές ιστορίες μεγάκοσμων ανθρώπων, οι οποίες θα παρέμεναν απνευστί στον αυτοχαμό τους, με τη γραφίδα της ποιήτριας αποκτούν πλέον ιστορικό και μεταϊστορικό ανάστημα. Μα, η γνήσια ποίηση αυτό ακριβώς πράττει: Πραγματοποιεί καθόδους εις Άδου, με σκοπό να εγείρει τα πάλαι ποτέ πεπτωκότα, τα προ πολλού καταδικασμένα στο οριστικό μηδέν. Διαβάζω ενδεικτικά («Νερά απαρηγόρητα», σ. 47):

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ

Πώς να χαρώ είπε πια εγώ
και πώς να ζήσω.

Σ’ ένα συρτάρι στον κομό
έβαλε τα ασπρόρουχα που τύλιξαν τα νιάτα της.
Την καλημέρα χειροποίητη
τα γυαλικά του γάμου.

Έδεσε τα μυστικά κόμπους μες στην παλάμη της
και κλείδωσε το σπίτι.

Η γραφή της Αργυροπούλου μεταχειρίζεται θρυμματισμένες ή και άρτιες δεκαπεντασύλλαβες μεθόδους εκφοράς (κυρίως στο τρίτο βιβλίο), παραπέμποντας στην ελεγειακή φόρμα των σπαραγμών στα δημοτικά τραγούδια του τόπου μας. Κάποιους μπορεί να ξενίσει τούτος ο τρόπος ποιητικής, εμένα πάντως με ικανοποίησε εντέλει, διότι με χειραγώγησε ιεροκρυφίως στις ελληνικές εκείνες -άκρως πονετικές, πλην όμως ποιητικές- νοσταλγίες, οι οποίες σπονδυλώνουν εν πολλοίς (ή του ύψους ή του βάθους, δεν έχει σημασία) την εθνική αυτοσυνειδησία των συνΕλλήνων, φθάνοντας πολλάκις έως την τραγωδία, στην οποία ενίοτε δεν αναφαίνεται ούτε σκιά από μηχανής θεού, μήτε υποψία κάθαρσης. Δανείζομαι ένα τετράπτυχο ποίημα από τα «Διηγήματα» (σσ. 31-33), ώστε να υποστηρίξω τα ανωτέρω:

Η ΣΠΑΡΑΓΓΙΑ

Ι
Τηλεφωνεί συχνά από το Σίδνεϊ.
Στέλνει φωτογραφίες.
Όταν πέθανε η νύφη της, γυναίκα του αδελφού της
που σκοτώθηκε στα δίσεχτα τα χρόνια,
λίγο πριν το ξόδι χτύπησε το τηλέφωνο.
Της είπαν είμαστε καλά, προσώρας να το κρύψουν.
Η Όλγα, λέει. Μιλώ μαζί της στο μυαλό μου τόσα χρόνια.
Απόψε μου είπε πως θα φύγει.

Στην ώρα από μακριά από το Σίδνεϊ
αποχαιρέτησε πικρά.

ΙΙ
Παντρεύτηκε από φωτογραφία λίγο μετά την κατοχή.
Σαράντα μέρες στο κατάφορτο απ’ τα νιάτα τους
καράβι Ελληνίς,
Προτού δει αν αγαπηθεί μ’ αυτόν που πάει να ζήσει,
προτού ακόμα δει τη νέα γη,
φύτρωσε τρυφερό σπαράγγι μέσα της η ελπίδα
να γυρίσει.

Γύρισε μόνη στου χωριού τα χώματα μετά πενήντα χρόνια.
Βρήκε χαλάσματα, φαντάσματα.
Οι συγγενείς απόλιγοι, χέρσα χωράφια.
Οβριές στους όχτους και σπαράγγια,
ανθισμένες καυκαλήθρες, μαργαρίτες, παπαρούνες,
η γη μονάχα
αρχές Απρίλη έστρωσε πάλι
ωραίο χαλί.
Η πατρίδα που τις πέταξε στις ερημιές του κόσμου
να καρπίσουν
τώρα ευημερεί.
Καφετέριες, σούπερ μάρκετ, διαμερίσματα. Σόγια διαλυμένα.
Σκόρπισε το σμάρι του μυαλού της.
Η σπαραγγιά που πέταγε στο Σίδνεϊ όλο βλαστάρια νέα
ξεράθηκε απ’ τη ρίζα.

ΙΙΙ
Να φύγεις τού ‘πε ο πατέρας του, να βρεις ψωμί να ζήσεις.
Στην Αυστραλία θα πας.
Η Γερμανία είναι κοντά κι αν δε βαστάξεις θα γυρίσεις.

Έφυγε είκοσι χρονών.
Μετά από χρόνια έστειλε χαιρετίσματα στη μάννα του.
Είμαι καλά, έχω δουλειά. Πήρα γυναίκα ξένη.
Ξένα μιλούν και τα παιδιά.
Να μη με περιμένεις.

Με αυτά τα χαιρετίσματα
η μάννα του πορεύτηκε ώς τον τάφο.
Και ο Αναστάσης πορεύτηκε στα ξένα
καλύτερα από τη θεία τη Μαριγώ,
που άφησε άγρια σπαραγγιά
μες στην καρδιά της να φυτρώσει.

IV
Όλο μπόι πετά το τρυφερό σπαράγγι
όλο διακλαδώνεται.

Κι όποιος δεν ξέρει
τι αγκάθι γίνεται όταν ξεραθεί
το τρυφερό σπαράγγι.

Κλείνω το ισχνό τούτο σημείωμα με την αίσθηση ότι η ποίηση της Γιώτας Αργυροπούλου δεν είναι ανέστια, όπως συνήθως συμβαίνει με τις ποιήσεις της εποχής μας. Έχει βαθιές και ασφαλείς ρίζες στη γη, απ’ όπου λαμβάνει ισχύ και λόγο ύπαρξης. Έχει προσλάβει ικανά θροΐσματα από τα όρη της ελληνικής ψυχής και τα λαγκάδια της κακής μοίρας της και, παρότι καταλήγει απαρηγόρητη (καθαρά ελληνικό το πικρό συναίσθημα), δεν «μπουκώνει» ψυχολογικά τον σύγχρονο αναγνώστη, τουλάχιστον της γενιάς μας, η οποία συγγενεύει ακόμη εξ αίματος με τους κάθε είδους νεκρούς, που απαθανατίζει η ποιήτρια. Δεν έχω, παρά να ευχηθώ για όλους τους Φευγάτους, που απ’ αιώνων διασώζει η Ποίηση -και τους προκείμενους της Γιώτας- καλή (επ)Ανάσταση, ποιητική και οντολογική!!!

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails