
Στις 21 Φεβρουάριου 1821, τέσσερις περίπου μήνες ύστερα από την ολοκλήρωση του επιχειρησιακού «Γενικού σχεδίου» της Φιλικής Εταιρείας, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (1792-1828), αξιωματικός του στρατού του Τσάρου της Ρωσίας, γιος του πρώην ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Κωνσταντίνου Α. Υψηλάντη, και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, εγκατέλειψε το Κισνόβι, της ρωσικής Βεσσαραβίας, μια πόλη με έντονη ελληνική παρουσία και πολλούς δεσμούς με τις μονές του Αγίου Όρους, κατευθυνόμενος προς τα δυτικά. Την επόμενη ημέρα, 22 Φεβρουάριου, διέβη τον Προύθο, περνώντας στη Μολδαβία, και έφτασε στο Ιάσιο, σηματοδοτώντας την έναρξη του κινήματος, εκδίδοντας επαναστατικές προκηρύξεις και «κηρύττων εαυτόν ελευθερωτήν των Γραικών από την οθωμανικήν εξουσίαν». Συμπαραστάτης του εκδηλώθηκε ο από καιρό συναγωνιστής του Υψηλάντη στη Φιλική Εταιρεία, ο ηγεμόνας της περιοχής, Μιχαήλ Σούτσος (1784-1864), από παλιά φαναριώτικη οικογένεια. Την ίδια ώρα, οι Φιλικοί στην Πελοπόννησο, κυρίως ο αρχιμανδρίτης Δικαίος (Παπαφλέσσας), που μεταλαμπάδευσε και άναψε εκεί τη φλόγα της εξέγερσης, τον ανέμεναν εναγωνίως στον Μοριά, μέσω Τεργέστης, για να κηρύξει εκεί την επανάσταση, όπως ήταν ο αρχικός σχεδιαμός.