© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2012

Οδυσσέας Ελύτης: Ρυθμιστικός κανόνας της Νεοελληνικής Γραμματολογίας


Tου Διονύση Ν. Μουσμούτη
[Το κείμενο αποτελεί το editorial στο αφιέρωμα, που έκανε η Βιβλιοθήκη (φ. 686) της εφημερίδας Ελευθεροτυπία, στην χριστουγεννιάτικη έκδοσή της].


Τελευταίος από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλη, ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Πολύ σύντομα ο πατέρας του μετέφερε την επιχείρηση σαπωνοποιίας στην Αθήνα. Φοιτά στο εκπαιδευτήριο Μακρή και στο Γ΄ Γυμνάσιο. Θα πρωτογνωρίσει τη νεοελληνική λογοτεχνία από τις σελίδες του περιοδικού Η Διάπλασις των Παίδων, ενώ η ποίηση θα αρχίσει να τον ενδιαφέρει όταν ανακαλύψει το έργο του Ανδρέα Κάλβου και του Κ. Π. Καβάφη. Περίπου την ίδια περίοδο θα τον επηρεάσει σημαντικά η γραφή των Πολ Ελυάρ και Πιερ Ζαν Ζουβ, «Με ανάγκασαν να προσέξω κι αδίστακτα να παραδεχθώ τις δυνατότητες που παρουσίαζε, στην ουσία της ελεύθερης ενάσκησής της, η λυρική ποίηση» (Ανοιχτά Χαρτιά). Τότε θα αρχίσει και τις πρώτες ουσιαστικές προσπάθειές του στην ποίηση.
 Το 1930 γράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, και παράλληλα μελετά σύγχρονη ελληνική ποίηση. Το 1934 θα συμμετέχει στα «Συμπόσια του Σαββάτου» που διοργανώνει η «Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών», με τη συμμετοχή των Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου, Κ. Τσάτσου, Π. Κανελλόπουλοι και Ι. Συκουτρή. Τότε θα γνωριστεί και με τον Γιώργο Σαραντάρη ο οποίος θα τον ενθαρρύνει στις ποιητικές του απόπειρες, και θα τον φέρει σε επαφή με τον κύκλο των Νέων Γραμμάτων, περιοδικού που διευθύνει ο Ανδρέας Καραντώνης, πνευματικού οργάνου της γενιάς του ’30, που έκρινε ευνοϊκά και πρόβαλε τους νέους Έλληνες ποιητές. Χαρακτήριζε τη δική του θέση στη γενιά αυτή ως παράξενη σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι από την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος».
Το 1935 θα γνωρίσει τον Ανδρέα Εμπειρίκο· η φιλία τους θα κρατήσει  πάνω από εικοσιπέντε χρόνια. Το Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, εκτός από το Μυθιστόρημα του Σεφέρη, κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του Εμπειρίκου Υψικάμινος με ποίηση ορθόδοξα υπερρεαλιστική. Το Νοέμβριο στο 11ο τεύχος των Νέων Γραμμάτων θα δημοσιευτούν τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη, καθιερώνοντας ταυτόχρονα και το ψευδώνυμό του ως αποκλειστική γραφή του έργου του. Γνωρίζει τον Νίκο Γκάτσο και μεταφράζει ποιήματα του Ελυάρ για τα Νέα Γράμματα. Την εποχή αυτή θα παρουσιάσει τις εικαστικές συνθέσεις του με κολλάζ στην «Α΄ Διεθνή Υπερρεαλιστική Έκθεση των Αθηνών».  Εγκαταλείπει τις νομικές σπουδές το 1937, κατατάσσεται στο στρατό και πηγαίνει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών της Κέρκυρας. Την ίδια εποχή αλληλογραφεί με το Νίκο Γκάτσο και το Γιώργο Σεφέρη που βρίσκονται στην Κορυτσά. Το 1939 θα τυπώσει την πρώτη του ποιητική συλλογή Προσανατολισμοί. Αν η Στροφή του Σεφέρη το 1931 έφερε την ποίησή μας στο μονοπάτι μιας ουσιαστικής αλλαγής, από την άλλη σκοπιά ο Ελύτης προσανατολίζει τους νεότερους στη χάραξη ενός καινούργιου δρόμου. Οι μεταφράσεις που πλήθυναν στα χρόνια αυτά έχουν φέρει σε επαφή το ελληνικό πνεύμα με τις σύγχρονες δυτικές αναζητήσεις και η κριτική αρχίζει να αποδέχεται τη νέα ποίηση. Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Ελύτης ως ανθυπολοχαγός του 1ου συντάγματος πεζικού βρίσκεται στην Αλβανία όπου προσβάλλεται από κοιλιακό τύφο. Την άνοιξη του 1942 ανακοινώνει το δοκίμιό του «Η αληθινή φυσιογνωμία και η λυρική τόλμη του Ανδρέα Κάλβου», και την επόμενη χρονιά συμμετέχει ως ιδρυτικό μέλος στον «Κύκλο Παλαμά». Τότε –Νοέμβριο 1943– θα κυκλοφορήσει  και Ο Ήλιος ο Πρώτος μαζί με τις Παραλλαγές πάνω σε μια αχτίδα. Το 1944 δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα το δοκίμιό του «Τα κορίτσια», ενώ από το 1945 συνεργάζεται με το περιοδικό Τετράδιο μεταφράζοντας ποιήματα του Λόρκα και δημοσιεύοντας το Άσμα ηρωικό και Πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. Το 1945 μετά από σύσταση του Γιώργου Σεφέρη διορίζεται για ένα μικρό διάστημα Διευθυντής Προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Θα συνεργαστεί ακόμη με το περιοδικό Αγγλοελληνική Επιθεώρηση και τις εφημερίδες Ελευθερία και Καθημερινή, κρατώντας ως το 1948 στήλες τεχνοκριτικής. Το 1948 θα ταξιδέψει στην Ελβετία, και θα εγκατασταθεί στο Παρίσι, όπου και θα παρακολουθήσει στη Σορβόνη μαθήματα φιλοσοφίας. Με τη βοήθεια του Στρατή Ελευθεριάδη-Τεριάντ θα συναντήσει τον Ματίς, τον Σαγκάλ, τον Τζιακομέττι, τον ντε Κίρικο και τον Πικάσο. Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα στα τέλη του 1951, θα ταξιδέψει στην Ισπανία και την Ιταλία, ενώ κατά την παραμονή του στο Λονδίνο, το πρώτο εξάμηνο του 1951, θα συνεργαστεί με το B. B. C.· τότε αρχίζει και τη σύνθεση του Άξιον Εστί. Το 1952 γίνετια μέλος της «Ομάδας των Δώδεκα», και το 1953 αναλαμβάνει πάλι για ένα χρόνο τη διεύθυνση προγράμματος του Ε. Ι. Ρ. Το 1958 δημοσιεύονται αποσπάσματα από το Άξιον Εστί, στην Επιθεώρηση Τέχνης. Το έργο εκδίδεται το Μάρτιο του 1960 και λίγους μήνες αργότερα αποσπά για το Άξιον Εστί το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Την ίδια περίοδο θα εκδοθούν και οι Έξη και Μία Τύψεις για τον Ουρανό. Ακολουθούν ταξίδια στις ΗΠΑ (1961), στη Ρώμη και τη Ρωσία (1962) και στη Βουλγαρία (1965), με πρόσκληση της «Ένωσης Βουλγάρων Συγγραφέων». Τέλος του απονέμεται το παράσημο του Ταξιάρχου του Φοίνικος, ενώ γίνεται μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου. Ταξιδεύει στη Γαλλία (1966) και την Αίγυπτο (1967) και ασχολείται με τη ζωγραφική και με μεταφράσεις, ως την άνοιξη του 1969 που ξαναγυρίζει στο Παρίσι. Το 1970 μένει για ένα διάστημα στην Κύπρο, ενώ το 1971 επιστρέφει στην Ελλάδα. Μετά τη Μεταπολίτευση διορίζεται Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΙΡΤ και μέλος για δεύτερη φορά του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου. Το 1977 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Είναι ο δεύτερος Έλληνας ποιητής που βραβεύεται από τη Σουηδική Ακαδημία μετά το Γιώργο Σεφέρη το 1963. Τα μέλη της Ακαδημίας, που διάβασαν το έργο του Ελύτη σε αγγλική μετάφραση, τον ξεχώρισαν γιατί η ποίησή του πάνω στο φόντο της ελληνικής παράδοσης απεικονίζει με αισθησιακή ρώμη και διανοητική σαφήνεια τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργικότητα. Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996.

Η απήχηση της σκέψης και του έργου του Ελύτη υπήρξε μεγάλη καθώς μεταφράστηκε σε πάρα πολλές γλώσσες και διδάχθηκε συστηματικά. Παρ’ όλο που πιστεύει ότι «αισθάνεται άστεγος και περιττός σ’ έναν κόσμο που σήμερα έχει απαλλαγεί από κάθε παιδεία», αισιοδοξεί μέσα από την ποίηση ότι μπορεί ν’ αναπτυχθεί ένα ανώτερο πνεύμα. Θεωρεί την ποίηση ως μια πηγή ομορφιάς και αθωότητας που όμως έχουν μεγάλη δύναμη και μπορούν ν' αλλάξουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων· γράφει: «Η ποίηση είναι η μόνη οδός για να υπερβούμε τη φθορά… Να γιατί γράφω. Γιατί η ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος. Είναι η λήξη μιας ζωής και η έναρξη μιας άλλης, που είναι ίδια με την πρώτη, αλλά που πάει πολύ βαθιά, ως το ακρότατο σημείο που μπόρεσε να ανιχνεύσει η ψυχή, στα σύνορα των αντιθέτων, εκεί που ο ήλιος και ο Άδης αγγίζονται».
Στο έργο του αποπνέει μια αίσθηση αθανασίας και υπέρβασης του θανάτου που στηρίζεται στην αιωνιότητα της ψυχής και όχι στο φθαρτό σώμα: «Για μια ζώνη απέραντη και άπεφθης καθαρότητας, όπου το βάρος σου εκεί δεν μετράει κι όπου το φως δεν είναι του ήλιου που ξέρουμε μήτε κανενός άλλου τεχνητού ή ουρανίου σώματος. Είναι το φως που δε χρειάζεται να περάσει από τα μάτια για να σου γίνει αισθητό. Εκεί έχουν να λένε συντελείται η επανάσταση του σώματος μείον την εύτρωτη πλευρά…».
Το έργο του συχνά συνδέθηκε με το κίνημα του υπερρεαλισμού, αν και ο ίδιος διαφοροποιήθηκε έγκαιρα από τον υπερρεαλισμό που ακολούθησαν σύγχρονοι ομότεχνοί του. Επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία ωστόσο αναμόρφωσε σύμφωνα με το προσωπικό του ποιητικό όραμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με το λυρικό στοιχείο και την ελληνική λαϊκή παράδοση.
Ο Οδυσσέας Ελύτης διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Ένα από τα «ερευνητικά» ζητούμενα δεν έχει να κάνει μόνο με την πνευματική προσωπικότητα και τη συνεισφορά του στην ελληνική γραμματεία και την επίδραση που εξακολουθεί να ασκεί το έργο του στο ελληνικό ιδιαίτερα αναγνωστικό κοινό, αλλά κυρίως στην επίδρασή του στην κατοπινή ποιητική δημιουργία. Δηλαδή, η συνάρτηση και η αλληλοδιαδοχή της ποιητικής γραφής του, η ακόμα καλύτερα πως διαβάζεται η ποίησή του από τους νεότερους ομοτέχνους του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails