Γράφει ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
9η του μηνός Μαρτίου. Στην αρχή, ήγουν τα προχωρημένα ξημερώματα (κτύπησαν ήδη τρία διαφορετικά ξυμπνητήρια) χουζουρεύω με την κόρη (θα έχει webex σήμερα λόγω χιονοπτώσεως κτλ.). Τη νύχτα έπεφτε αλλιώς στην ηρεμία του φωτός, ένας απτός μηδενισμός αταραξίας. Από την ρωγμή που με αφήνει η κουρτίνα βλέπω, καμαρώνω, τραμπαλίζομαι με τον νιφαδισμό. Μετά το πρωινόν κτλ., βγαίνω στο ποθητό χράπα - χρούπα της χιόνος. Το ποτάμι ντύθηκε την ερμίνα του κι ένας σκύλος οσμίζεται την ευτυχία, έστω και για δευτερόλεπτα. Να την ντουφεκίσω τώρα ή να δω ειδήσεις; Δύο δέκα η μπενζίνα και θα κλειδώσουμε τα άρματα μετακίνησης μας. Κλαδιά αφράτα και πλούσια και μπορεί μέχρι το μεσημέρι να μην έχει μείνει τίποτα, αλλά τώρα υπάρχει. Ο Ταλιαδούρης μας στην Πλατεία φορά σκούφο υπέροχο και παιδία αλυχτούν στην ξενοιασιά. Στο άλλο ποτάμι (των ΚΤΕΛ!) το χιόνι στολίζει τον καφέ μου. Τραβάω μια γουλιά και το μπόιλερ της ψυχής ανάβει σαν μασίνα βαποριού. Μέσα σε κλωβίον κόκκινα μπαλόνια κάνουν πάρτυ. Στιχουργώ με την άκρη του δαχτύλου πάνω στο χιόνι: Come little one in thy white of innocence κι άλλα τέτοια ακαταλαβίστικα Elizabethan. Στην παλτούδα έβαλα ποιήματα του Morley και στο μυαλό σφυρίζω τραγούδια κυρατζίδικα ή του κυρΦράνκι Σινάτρα. Όλα είναι δρόμος κι όσο λευκότερος τόσο καλύτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου