© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Η Τέχνη υπερβαίνει τη μετριότητα και το δήθεν, ενώ η Ζάκυνθος, νεότερη Ιερουσαλήμ, αποκτείνει τους προφήτες της



Συνέντευξη Π. Κ. στη Ντιάνα Χαϊκάλη
[Εφημερίδα ΗΜΕΡΑ ΤΣΗ ΖΑΚΥΘΟΣ, Δευτέρα, 14 Φεβρουαρίου 2005, φ. 2505, σ. 8-10]

Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση, η οποία χρήζει ειδικής μελέτης, λόγω της πολυσχιδούς προσωπικότητας και του πολυτάλαντου χαρακτήρα του. Ο Θεός υπήρξε μαζί του απλόχερος και του χάρισε το μαγικό δώρο της έμπνευσης, της αγάπης για τα Γράμματα, αλλά και κάθε τι πνευματικό.Αυτό το δώρο έγινε στίχος, μελέτες, δοκίμια, πνευματική αναζήτηση, θεολογικός προβληματισμός και λαογραφία. Η πένα στα χέρια του απέκτησε φτερά, με αποτέλεσμα η δημιουργικότητά του και η μαεστρία στη χρήση της ελληνικής γλώσσας να τον καταστήσουν ως έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης Ζακύνθου και όχι μόνο, δεδομένου ότι έχει τιμηθεί με το βραβείο ποίησης «Haiku» της Ιαπωνικής Πρεσβείας, με δύο Διεθνή Πρώτα Βραβεία Ποίησης «Delia» του Πανεπιστημίου UTE – TEL Bovesia της Ιταλίας και πρόσφατα με το βραβείο «Ματράγκα» της Ακαδημίας Αθηνών.Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας μιλά στην «Η.τ.Ζ.» για το έργο του, την πνευματική Ζάκυνθο, τις «μεγαλοστομίες» του νησιού μας και τη σύγχρονη zακυνθινή ποίηση, επισημαίνοντας ότι δεν υποστηρίζεται από τους νεόπλουτους και ωχαδελφιστές συμπολίτες μας ο ουσιώδης και δημιουργικός πολιτισμός, τονίζοντας, παράλληλα, με έμφαση ότι «η Τέχνη υπερβαίνει τη μετριότητα και το δήθεν»!


Ποια η αξία και η σημασία της πρόσφατης βράβευσής σας από την Ακαδημία Αθηνών για το βιβλίο σας «Της αγάπης μέγας χορηγός»;

Μια βράβευση προκαλεί πάντα αισθήματα χαράς, όχι τόσο γι’ αυτό καθεαυτό το γεγονός, αλλά επειδή έτσι αποκτάμε την παρηγορητική επιβεβαίωση, ότι η προσωπική μας δημιουργία, τα εσώψυχα γεννήματά μας βρήκαν επιτέλους κάποιους αποδέκτες, «ώτα ευήκοα», ψυχές ν’ ακουμπήσουν και να κλίνουν την κεφαλή. Επί της συγκεκριμένης βράβευσης, έχω την πεποίθηση, ότι αντικατοπτρίζει σ’ ένα μέγα πλήθος πνευματικών ανθρώπων, οι οποίοι ζουν και δημιουργούν στη σύγχρονη Ζάκυνθο και πλάι τους ενηλικιώθηκα πνευματικά.

Ποια θέματα σας εμπνέουν;

Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα. Ή μάλλον, η έμπνευση απορρέει πανταχόθεν, κυρίως από τα μικρά και παραθεωρημένα του κόσμου μας. Με τούτο εννοώ, ότι είναι πιθανότατο να μην με απασχολήσουν σχεδόν ποτέ ποιητικά τα πολύ σοβαρά προβλήματα π.χ. της τρύπας του όζοντος ή της διαφθοράς στην δημόσια καθημερινότητα, αλλ’ αντίθετα μου συμβαίνει να χαλαλίζω ατέλειωτες ώρες π.χ. για τη μεγαλοπρεπή κι εφήμερη απλότητα ενός άνθους του αγρού ή για τις σοφές εκείνες παρακαμπτηρίους στα πολλαπλά στρατόνια των μυρμηγκιών. Τούτο δεν σημαίνει ασφαλώς, ότι οι δημιουργοί ουρανοβατούμε ή συμπεριφερόμαστε ως απόκοσμοι, αλλά πρόκειται απλά για μια διαφορετικό κοίταγμα των πραγμάτων του Κόσμου. Αν δεν εισέλθουμε στο μεγαλείο του μικρού και καταφρονεμένου με πολύ σεβασμό και διάθεση κένωσης του επηρμένου μας εαυτού, αν δεν διορθώσουμε (με τον τρόπο του ο καθένας και απ’ τη σκοπιά του) τα πολλά και διάφορα μικροπταίσματα της καθημερινότητάς μας δεν πρόκειται ποτέ να διορθώσουμε τον κόσμο μας. Υπό αυτή την προοπτική, μπορώ να πω, ότι τα δίπολα Αγάπη και Χάος, Πτώση και Ανόρθωση, Ησυχασμός κι Επανάσταση κυριαρχούν στα κείμενά μου.

Ποια είναι η «μούσα» σας;

Θα μπορούσα εδώ να σας επαναλάβω μερικά απ’ τα παραπάνω. Ο αθέατος και ο θεατός κόσμος (αν έχεις την κατάλληλη όραση προς τούτο) σου αποκαλύπτει πλείστες όσες «μούσες». Στο μέτρο που με αφορά, η νοητή «μούσα» μου πήρε κατά καιρούς τις μορφές μελών της οικογένειάς μου, κάποιων ακριβών φίλων, μιας Αφγανής γυναίκας, της Παναγίας κυρίως, αλλά και των θεών της αρχαιότητας. Υπάρχει όμως και μια επιμελώς κρυμμένη ακόμα μορφή πίσω απ’ τα χαλάσματα της Ποίησης, την οποία, όσο κι αν πασχίζω με τις λέξεις και τα νοήματα, δεν δύναμαι ακόμη να ξεχωρίσω. Ελπίζω κάποτε να δω το πρόσωπό της. Γι’ αυτό άλλωστε γράφω. Τώρα πια είμαι βέβαιος, ότι μόλις κάποτε ξεδιακρίνω τα χαρακτηριστικά της μακρινής εκείνης απούσας παρουσίας, θα σταματήσω να γράφω. Δεν θα υπάρχει πλέον λόγος…

Εκτός από την Ποίηση, ποια άλλα θέματα σας ενδιαφέρουν;

Είναι γνωστό, ότι ασχολούμαι κατά καιρούς με διάφορες ιστοριοδιφικές μελέτες, με δοκίμια γύρω από την ποιητική τέχνη, με κείμενα θεολογικού προβληματισμού και λαογραφικές επίσης δημοσιεύσεις. Όλα τούτα όμως, στο περιθώριο πάντα της Ποίησης, έτσι ως απασχόληση του νου, ώστε να μην αποκοιμηθεί. Για φανταστείτε, να έρθει η αναμενόμενη Μέρα, η Μεγάλη προσωπική του καθενός μας Μέρα, η κορυφαία στιγμή της ύπαρξης και να μας βρει σε κατάσταση χαύνωσης και ραθυμίας… Μη μοι γένοιτο…

Ποιους ποιητές και λογοτέχνες θαυμάζετε; Έχουν επηρεάσει κάποιοι το έργο σας;

Χωρίς αμφιβολία κανείς μας δεν προέρχεται από παρθενογένεση. Είναι, λοιπόν, πολύ φυσικό να συγγενεύουμε εξ αγχιστείας με κάποιους προηγούμενους ή σύγχρονούς μας δημιουργούς. Κατά καιρούς μού έχουν προκαλέσει ευεργετικό ρίγος και δημιουργικό συγκλονισμό, δηλαδή την καλώς εννοούμενη επιρροή ποιήματα των πολύ δικών μας αναστημάτων Διονυσίου Σολωμού και Ανδρέα Κάλβου, αλλά παράλληλα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, του Αρθούρου Ρεμπό και του Φρίντριχ Χέλντερλιν, του Οδυσσέα Ελύτη και του Γιάννη Ρίτσου, της Κικής Δημουλά και του Τάκη Βαρβιτσιώτη, του Ηλία Κεφάλα, του Γ. Ε. Γεωργούση κι εσχάτως η θαυμαστή περίπτωση του Σύρου ποιητή Άδωνη.
Από άποψη σύγχρονης Ελληνικής Πεζογραφίας (και μπορεί ν’ ακουστεί αφοριστικό κάτι τέτοιο) θεωρώ, ότι πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, βρισκόμαστε πολύ πίσω. Οι πεζογράφοι μας, στην προσπάθειά τους να νεωτερίσουν και να ξεχωρίσουν ως λογοτεχνική γενιά έχουν περιπλακεί και χάσει τον δρόμο. Πολύ δύσκολα πια αντέχω να τελειώσω μυθιστόρημα. Στις εξαιρέσεις –ευτυχώς- περιλαμβάνεται ο καρδιακός μου φίλος Σπύρος Καρυδάκης, ο οποίος, μέσ’ από τις απρόβλεπτες κι εξοργιστικές κάποτε πλοκές των μυθιστοριών και διηγημάτων του, μέσ’ από την διάλυση και ανασύνθεση της ύπαρξης και των κατεστημένων της, κατορθώνει να διαπεράσει αναστάσιμα τη θλίψη του σημερινού αβίωτου βίου.

Είχατε ιδιαίτερη σχέση με τον Οδυσσέα Ελύτη. Τι θυμάστε από αυτόν;

Όντως τον θεωρώ δάσκαλό μου και τον πρώτο, ο οποίος έσκυψε τόσο αληθινά, θερμά και φιλικά πάνω από τα πρωτόλεια ποιήματά μου. Κρατώ πολύ κοντά μου τις παραινετικές επιστολές και τα καλά του λόγια. Μάλιστα ηχούν ακόμα στ’ αυτιά μου οι συμβουλές του, όταν πρωτοσυναντηθήκαμε το 1980: «Να έχεις υπόψη σου, ότι ως Ποιητή όλοι θα σε αντιμετωπίζουν από εδώ και στο εξής με υποψία…». Τότε δεν κατανόησα το βάθος. Τώρα πια, εικοσιπέντε χρόνια μετά, τον θυμάμαι και τον μακαρίζω καθημερινά. Ας είναι αναπαυμένος!

Ποια η γνώμη σας για τη σύγχρονη ζακυνθινή ποίηση;

Είναι παρήγορο, αλλά μόνο στην Ποίηση πάμε καλά. Δε βλέπετε, τι διαπλοκές μάς περιτριγυρίζουν; Τουλάχιστον έχουμε πολλή και καλή σύγχρονη Ποίηση. Θα φταίει το νερό! Μάλλον ήπιαμε όλοι απ’ το ζωοπάροχο και αστείρευτο πηγάδι του «ιερομόναχου» Σολωμού. Θα φταίει και ο αέρας του τόπου, οι αθέατες παρουσίες τόσων και τόσων σεπτών μορφών της Τέχνης, που καθαγίασαν με τον πνευματικό τους μόχθο τα τοπία και τις προοπτικές τους.

Μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, τι;

Έχω ήδη ασχοληθεί με το θέμα αυτό παλαιότερα, στο βιβλίο μου «Ποιητικές αντοχές της Ζακύνθου». Εκεί παρουσίασα ως ελπίδες της σημερινής αποχαυνωμένης γενέτειράς μας και γέφυρες ταυτόχρονα του δημιουργικού παρελθόντος με το ποιοτικό σήμερα και αύριο του τόπου μας, τέσσερις τουλάχιστον ποιητές μας: Την Μάχη Μουζάκη, τη Λούλα Βάλβη Μυλωνά, τον Διονύση Σέρρα και τον Διονύση Φλεμοτόμο. Αλλά υπάρχουν και άλλοι, εξίσου σημαντικοί και αγαπητοί δημιουργοί, γεννήματα και θρέμματα της Ζακύνθου. Μια νεότερη μάλιστα γενιά έχει ήδη ανδρωθεί, αποδίδοντας έργα ουσίας και καρπούς αξιοπρόσεκτους.

Τι εστί Ζάκυνθος;

Ένας τόπος ευφρόσυνος, επί του οποίου στις μέρες μας ασελγούν όλες οι φυλές της γης και γλώσσες. Μια όμορφη εξάλλου, πλήν άπιστη, αγαπημένη. Κοιταγμένη με άλλα μάτια, πρόκειται για μια ιδέα περισσότερο, που συχνά-πυκνά ως νεότερη Ιερουσαλήμ αποκτείνει τους προφήτες της.

Τι μπορεί να «μαυρίσει» τη Ζάκυνθο;

Ας υποθέσουμε πως ζούμε μετά από εκατό χρόνια και χρειάζεται να κάνουμε μια έρευνα για τη Ζάκυνθο των αρχών του 21ου αιώνα. Θα καταφύγουμε, σαν καλοί ιστοριοδίφες, στις τοπικές εφημερίδες και μάλιστα στα πρωτοσέλιδά τους. Η εικόνα θα είναι συντριπτικά απογοητευτική: Θα διαπιστώσουμε κινήσεις ιδιοτέλειας, παρασκήνια διαπλοκής, ύβρεις με κάθε έννοια, ανούσιες μεγαλοστομίες και περιεχόμενο μηδέν. Όλα δύσοσμα κατά τρόπο τραγικό… Η κατάσταση –δυστυχώς- είναι πλέον μη αναστρέψιμη... Δείτε κατά πόσον υποστηρίζεται ο ουσιώδης και δημιουργικός πολιτισμός από τους ωχαδελφιστές και νεόπλουτους Νεοζακυνθίους. Ουδόλως!.. Εκείνο, που τους γνοιάζει τώρα πια είναι οι κάθε λογής και χρώματος ψυχαγωγίες ευτέλειας, διανθιζόμενες πάντως μ’ έναν ευκαιριακό πολιτικό και πολιτισμικό παραγοντισμό. Όλα προελέγχονται υπό το πρίσμα του προσωπικού οφέλους. Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό, ανησυχώ πάρα πολύ και καταλήγω να υποστηρίζω πλέον, κάτι , που παλαιότερα ούτε καν επέτρεπα να μου περάσει απ’ το νου. Ότι δηλαδή η Τέχνη κι εν γένει ο Πολιτισμός, για να μπορεί να υπερβαίνει κάθε φορά τη μετριότητα και το δήθεν, πρέπει να συμπεριφέρεται ως καθαρά ιδιωτική υπόθεση. Αν ύστερα κάποιος ή κάποιοι ενδιαφερθούν να προσεγγίσουν αγαπητικά το παραγόμενο πολιτισμικό αγαθό, καλώς γεναμένο! Αν όχι, τότε, παρά την στυφή γεύση του Ανεπίδοτου, κατέχει ο δημιουργός τη μυστική παρηγορία, ότι έκαμε τουλάχιστον το καθήκον του έναντι του τόπου και του χρόνου του!… Άλλη διέξοδο δε βλέπω προς το παρόν. Ας ελπίσουμε στο μέλλον!…

Σ’ ένα σας ποίημα λέτε «Μεγάλο πένθος η Ομορφιά». Γιατί;

«… πολύ μεγάλο πένθος», θα συμπλήρωνα εγώ. Διότι η επιδίωξη τής κάθε λογής Ομορφιάς δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Πρέπει να ματώσεις, να υποφέρεις, να κλάψεις γοερότατα στην προσπάθεια συνάντησης με την Ομορφιά. Απ’ την αναζήτηση του άλλου μας μισού ως το κυνήγι της ιδανικής πολιτείας, απ’ την βίωση της αρχαιοελληνικής Πενίας και του Πόρου ως την χριστιανική πρόσβαση στο μυστήριο της Ζωής και του Θανάτου η Ομορφιά είναι το κατ’ εξοχήν ζητούμενο. Συνήθως παραμένει απροσέγγιστη. Γι’ αυτό και το διαρκές πένθος… Κι αν ακόμη συμβεί το ποθούμενο και μειωθούν οι αποστάσεις, η Ομορφιά και πάλι προκαλεί πένθος, μια και στην ουσία της κρύβει σπέρματα θανάτου και δηλητηριάζει αμετάκλητα όποιον τελικά υπερβεί τα εμπόδια και την αγγίξει. Ο ποιητής, πάντα σχεδόν, προσεγγίζει τη φωτιά κι ας καεί!!!

Σε άλλο ποίημά σας αποκαλείτε τον Ουρανό «μέγα μπανιστήρι». Τι ‘ναι τούτο πάλι;

Παρότι αποφεύγω ν’ αναλύω τους στίχους μου, επειδή το θεωρώ εκπόρνευσή τους, θα σας πω μια κατ’ αρχήν ερμηνεία, όχι και την οριστική. Άλλωστε, ο κάθε στίχος μιλάει σε κάθε αναγνώστη εντελώς προσωπικά, μυστικότροπα και διαφορετικά.

Αν έχουμε, λοιπόν, βγάλει τις τσίμπλες απ’ τα μάτια μας, κατά την απροσδόκητη εκείνη έκφραση της «Αποκάλυψης» του Ιωάννη, μπορούμε να δούμε πράματα και θάματα. Αν υπερβούμε τη σμικρότητα του χοϊκού, αν προσπαθήσουμε ν’ ανακτήσουμε την απωλεσμένη μας ευαισθησία και αθωότητα, έχω την πεποίθηση, ότι θα κατορθώσουμε να δούμε τ’ Αθέατα. Η ανθρωπότητα διαιώνια γι’ αυτό κυρίως πασχίζει, φιλοσοφώντας ή θεολογώντας.

Ο ποιητής στον κόσμο μας σήμερα τι βλέπει;

Χρησιμοποιώντας μια έκφραση της εποχής θα έλεγα «Τα είδε όλα». Ο ποιητής βλέπει όντως αμήχανος και απελπιστικά άοπλος τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που βλέπουν ή οραματίζονται οι κάθε είδους δυνάστες και φονιάδες των λαών, π.χ. ο Μπους.

Σ’ έναν κόσμο, λοιπόν, που οι αξίες καταρρέουν και κυριαρχούν τα σκάνδαλα, το ψέμα, η υποκρισία και η ύλη, ποιος είναι ο ρόλος της Ποίησης και του Ποιητή;

Ο ποιητής βιώνει κατά βάσιν τη μοναξιά του, κάτι μάλιστα που κατά κανόνα απολαμβάνει. Γεύεται φιλήδονα τις συνέπειες τής μοναχικότητάς του, έστω κι αν αναγκάζεται να ζει και να κινείται στη χαλαλοή της πόλης και των άσχετων συνανθρώπων. Με τον λόγο και την ποιητική του συμπεριφορά ιδρύει μια νέα πόλη μες στην περιτρέχουσα πόλη, όπου αναπτύσσει στο εξής τις δραστηριότητές του.

Ποιος είναι «της αγάπης χορηγός»;

Όπως τον θέλει και τον φαντάζεται ο καθείς. Άλλος τον προσωποποιεί ως θεό, ως ημίθεο, ως φίλο ή συνοδοιπόρο στην αγωνία της ύπαρξης. Άλλος τον δέχεται ως έρωτα ή μια ιδέα. Διαλέξτε και πάρτε!…

Τι αγαπάτε;

Αγαπώ κυρίως να λειτουργώ, αλλά επίσης τους μακρούς απογευματινούς μου περιπάτους στους λόφους του χωριού μου. Σε άλλο επίπεδο, αγαπώ την ευθύτητα στις καθημερινές σχέσεις, έστω κι αν κατ’ αρχήν στενοχωρεί ή πληγώνει. Λόγω αυτής της ευθύτητας έχω χάσει ήδη πολλούς κατ΄ όνομα «φίλους».

Τι σας πληγώνει;

Η αγνωμοσύνη αφ’ ενός και αφ’ ετέρου η περιορισμένης ευθύνης παιδεία των νέων ανθρώπων της πατρίδας μας. Δείτε πώς γράφουν σήμερα οι περισσότεροι μαθητές. Αυτά δεν είναι ελληνικά. Σταχυολογώ μερικές τυχαίες λέξεις από γραπτά μαθητών μου: «Σπουδέει» αντί «σπουδαίοι», «τρειών» αντί «τριών», «διδασκαλεία» αντί «διδασκαλία», «μορφομένη» αντί «μορφωμένοι». Ετούτο εξάλλου το απαίσιο μονοτονικό σύστημα γραφής, άλλη πάλι πληγή ανεπούλωτη… Ευτυχώς, οι πλείστες των νεότερων ποιητικών συλλογών έχουν επιστρέψει στην πολυτονική έκφραση.

Τι απεχθάνεσθε;

Τις δολοπλοκίες και τα πολλά πρόσωπα-προσωπεία των υποτιθέμενων φίλων. Όσον αφορά στα εκκλησιαστικά πράγματα, απεχθάνομαι μέχρι αηδίας τις ευσεβιστικές νοοτροπίες, οι οποίες –αλίμονο- φύονται εσχάτως σαν επίφοβα ζιζάνια τριγύρω μας… Και ο νοών, νοείτω…

Γιατί «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα»;

Σας απαντώ με τα λόγια του Ιησού: «Γιατί, τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλο τον κόσμο και ζημιωθεί την ψυχή του;»

Σε τι αξίζει να υποκλιθεί κανείς;

Μπροστά σ΄ ένα νεογέννητο παιδί ή έστω σ΄ ένα ταπεινό λουλουδάκι του αγρού.

2 σχόλια:

Unknown είπε...

υποκλίνομαι.

P. Kapodistrias είπε...

Καλή μας abttha,
όλοι μαζί υποκλινόμαστε μπροστά στην αυθεντική αθωότητα, στο παιδί που ο καθένας κρύβει εντός του!
Καλημέρα κι ευχαριστώ!

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails