α. Τριγυρίζοντας ανάμεσα σ' ευωδίες
Το Ακρωτήρι της Ζακύνθου είναι τόπος αγαπημένος και πανεύοσμος. Προάστιο της Χώρας, κατάφυτο από λιοστάσια και μια διαρκή λες Άνοιξη. Η θέα προς ανατολικά και βορειοανατολικά καταπλήσσει, ενώ το Ιόνιο πέλαγος αναπτύσσει μπροστά στα μάτια περιηγητών και ντόπιων τα θέλγητρά του δίχως φειδώ. Η περιοχή συναντάται σε παλιά συμβόλαια και ως "Λόφος του Ακρωτηριού". Καταπράσινοι μικρολοφίσκοι, λουλουδιασμένες πλαγιές, βαθιά χνάρια της Ιστορίας εμφανέστατα, πλήθος νεότερων οικοδομημάτων (κάποια ποιοτικά, καλαίσθητα και αξιοπρόσεκτα, τα περισσότερα όμως κιτσάτα κι εγωπαθή), συνθέτουν μια πραγματικότητα, στην οποία συνυπάρχουν οι μυρωδιές της επερχόμενης-πολυαναμενόμενης Άνοιξης, οι αισθήσεις προπερασμένων μεγαλείων και η σύγχρονη αμφιλεγόμενη έμψυχη και άψυχη κτίση.
Την περασμένη Κυριακή (10 Φεβρουαρίου) και προτού "πλακώσουν" οι ασυγκράτητες ορδές των νεοΑποικιοκρατών (κοινώς, τουριστών) σκεφτήκαμε ορισμένοι ντόπιοι bloggers, να πραγματοποιήσουμε μια μικρή περιήγηση στον ευλογημένο αυτό χώρο του Ακρωτηριού, για να μεταλάβουμε από τα δώρα του ηλιοπερίχυτου απογεύματος, γευόμενοι παράλληλα λαχταριστά γλυκίσματα και
Ονειρομαγειρέματα με θέα.
Μια μεγάλη βόλτα ποδαριστί στα πέριξ αποδείχτηκε μεγαλείο, διότι μάς αποκάλυψε στιγμές που είναι πλέον πολύ δύσκολο να καταγραφούν στη γρήγορη, αγχωμένη και διαδικτυωμένη εποχή μας.
Δυο υπέροχα άλογα βόσκουν αμέριμνα στα λιοστάσια, δίχως καθόλου να πτοούνται από την απορημένη παρουσία μας. Διότι, όπως καταλαβαίνετε, σαν να προερχόμαστε από τον κόσμο του Τίποτα, βαλθήκαμε να συλλάβουμε, όσο καλύτερα μπορούσαμε, τ' αξιοθέατα ζώα στις ψηφιακές μας "φάκες".
Ο υπερμεγέθης ευκάλυπτος στην είσοδο των Κατασκηνώσεων της Καθολικής Αρχιεπισκοπής στέκεται φρουρός και κυρίαρχος του γύρω χώρου, με τα τεράστια κλαδιά του, σαν ανθρώπινους βραχίονες, υψωμένους σε στάση προσευχής ή εγρήγορσης.
Να, και ο άλλος θεόρατος φρουρός του τοπίου. Των τηλεπικοινωνιών αυτός! Δηλαδή και ημών των bloggers!... Διότι, εάν αυτός ο πύργος του ΟΤΕ πάθει οτιδήποτε, τούτο θα σημαίνει, ότι νεκρώσαμε στη Ζάκυνθο από πλευράς τηλεφώνων και διαδικτύου. Αντιαισθητική παρουσία, αλλά "ανάγκα και θεοί πείθονται"!!!...
Άλλος ένας κυρίαρχος των αγροτικών δρόμων και των φιδάτων μονοπατιών της περιοχής: Ο λεγόμενος "αθάνατος". Αυστηρό γλυπτό της Φύσης, απόλυτο, αγέρωχο και με αγκάθια σουβλερά για κάθε περίπτωση.
β. Στο φερόμενο ως "Αρχοντικό του Σολωμού"
Να και το πάλαι ποτέ Αρχοντικό, που συνδέεται με την Οικογένεια του Διονυσίου Σολωμού. Εδώ κατά μια παράδοση (η οποία πάντως δεν έχει αποδειχθεί ποτέ ιστορικά), κατά την διάρκεια της πολιορκίας του Μεσολογγιού, άκουε ο Ποιητής την αγωνία των Πολιορκημένων.
Το φωτογραφίζω από την δυτική-κύρια, διπλή και καλά κλειδωμένη είσοδο. Εκείνο που θαυμάζει κανείς είναι η μεγάλη παλιά "σκαλουνάδα", η οποία οδηγεί στο σημερινό κεντρικό σπίτι του κτήματος, το οποίο πλέον δεν έχει καμιά σχέση με την αίγλη του παρελθόντος του.
Στο παρακάτω σχέδιο του Robert Sargint, διαπιστώνει αμέσως ο κάθε φιλίστορας την ομορφιά και το μεγαλείο της παλιάς βίλας Νικολάου Κυβετού, αργότερα ιδιοκτησίας Νικολάου Λούντζη, Δημητρίου Λούντζη-Σολωμού και Ιωάννου Χρονόπουλου.
[
Σημειωτέον, ότι τα ιστορικά στοιχεία για την Έπαυλη αντλούμε από το λεύκωμα: Robert Sargint, Η Ζάκυνθος κάποτε... / Zakynthos once upon a time... , κείμενα Νίκος Λούντζης, 1990]: Η έπαυλη χτίστηκε σε σχέδια του Γάλλου αρχιτέκτονα Bocher μετά το 1765. Στο σχέδιο φαίνεται η κύρια(δυτική) όψη της βίλας, με τις τρεις στοές, τις περιβάλλουσες βεράντες και την εξαίσια κάθετη "σκαλουνάδα", που δίνει έμφαση στο πολυεπίπεδο της εικόνας. Το φτερουγιστό αέτωμα έχει τρεις σφαίρες* σύμβολο, φαίνεται, του αρχιτέκτονα Bocher. Στα ακρόποδα της "σκαλουνάδας", κήπος με οπωροφόρα* ολόγυρα πάρκο, που ψηλώνει και πυκνώνει κατά την ανατολή. (...) Η έπαυλη στην "αγγλική προστασία" στέγαζε τον Αρμοστή και γνώρισε δόξες κοινωνικές. Το 1833 φιλοξένησε τον Όθωνα! Είναι κάποιες ενδείξεις αυτές της αισθητικής αξίας και του εσωτερικού διάκοσμου. [σ. 15 εξ.]
Το αρχοντικό και η χαρακτηριστική του "σκαλουνάδα", όπως ήταν πριν από τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1953. Φωτό Μ. Χρουσάκη.
Βρισκόμαστε τώρα στο πισινό - ανατολικό πορτόνι της έπαυλης. Καλλιτεχνημένο, αλλά σιδηρόφρακτο, μάς απαγορεύει την είσοδο, παρότι πολύ το επιθυμώ χρόνια τώρα...
Το απλοϊκό πορτόνι της νότιας πλευράς της πάλαι ποτέ έπαυλης ανοιχτό. Χαράς ευαγγέλια! Η πρόσβαση στο σπίτι (απλοϊκό κι αυτό στις μέρες μας, όπως είδαμε παραπάνω) δείχνει ελεύθερη, αλλά δεν τολμάμε να μπούμε, διότι από παντού ακούγονται σκυλιά να προπονούνται ήδη. Άσε καλύτερα, μήπως...
Από εκεί στη νότια είσοδο βλέπουμε και το φτωχόσπιτο του σημερινού επιστάτη (;) του κτήματος. Υπάρχει εκεί μια κινητικότητα: Κάποιος καιροφυλακτεί από το ανοιχτό παράθυρο, προσπαθώντας μάλλον να διαπιστώσει τις προθέσεις των απρόσκλητων... Λέμε να μην επιμείνουμε, διότι ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί... Μιαν άλλη φορά...
Κρίμα... Εάν μπαίναμε στο κτήμα και καθώς ο ήλιος υποχωρεί ολοένα πίσω από τον Βραχιώνα, θα αισθανόμασταν δίχως άλλο τριγύρω μας ήσκιους παλαιών περιπατητών και διάφορων ιστορικών προσώπων, έως του νεότερου, του Οδυσσέα Ελύτη, να φωτογραφίζεται δίπλα στο πέτρινο τραπέζι του κήπου.
Ο Οδυσσέας Ελύτης βρέθηκε στη Ζάκυνθο κατά το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου 1980, λίγους μόλις μήνες μετά τη μεγάλη βράβευσή του με το Νόμπελ της Λογοτεχνίας για το 1979. Ένα πολύ ενδιαφέρον στιγμιότυπο από την επίσκεψη αυτή, αφορά στον συγκλονισμό που υπέστη στην έπαυλη αυτή.
Η φωτογραφική απεικόνιση της όμορφης και ποιητικής αυτής στιγμής, που βλέπετε παραπάνω (πρωτοδημοσιευμένη από την δημοσιογράφο Ν. Κοντράρου-Ρασσιά στο περιοδικό Εικόνες, 6.11.1991, τευχ. 366, σ. 44), σχολιάστηκε ποιητικά από τον ίδιο τον Ελύτη στην ποιητική του συλλογή "Ο Μικρός Ναυτίλος" [εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1985, σ. 106]. Διαβάζουμε σχετικά, τη σύντομη, μα εξόχως ποιητική αναφορά, η οποία στην πραγματικότητα είναι λεζάντα της φωτογραφίας του:
ΖΑΚΥΝΘΟΣ
Δειλινό στο Ακρωτήρι, στο παλιό σπίτι του Διονυσίου Σολωμού. Μπρος από το μεγάλο, στρογγυλό, πέτρινο τραπέζι του κήπου. Δέος και σιωπή. Και συνάμα, υπόκωφη, παράξενη παρηγορία.