Γράφει η ποιήτρια Χαριτίνη Ξύδη
[Εφημερίδα ΕΡΜΗΣ, Ζάκυνθος 16.12.2008, φ. 3069, σ. 15]
«Ποίημά μου εσύ
[Εφημερίδα ΕΡΜΗΣ, Ζάκυνθος 16.12.2008, φ. 3069, σ. 15]
«Ποίημά μου εσύ
σε μισθοφόρες ώρες
τα λόγια πάψε.»
Π.Κ.
Π.Κ.
Έχω την πίστη, από την επικοινωνία μας τους τελευταίους μήνες, ότι το επίσημο βιογραφικό του πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια αποτελεί μόνο ένα σημείο εκκίνησης. Δηλαδή, από εκεί που ξεκινά για να περιπλανηθεί στο σύμπαν των ιδεών της ποίησης. Διαβάζοντας τα περισσότερα από τα βιβλία του, διαπιστώνει κανείς αλληλουχίες κρυμμένες και δήλες. Το φως μπαίνει από παντού στο έργο του. «Ό,τι γίνει με φως καλώς γεναμένο». Ο κόσμος είναι ανοιχτός. Σαν ουράνιος θόλος. Η θέα απέραντη. Ψηλαφίζοντας τα τοπία του, αισθάνεσαι ότι το χέρι σου σταματά σε απαλά σύμβολα. Χαρά και αγωνία για τον άνθρωπο. Μια ζωτικότητα ανέλπιστη.
«έκλαιγε πάλι ο ύπνος μου
σε ομιλητικές ελπίζοντας βροχές
υγιεινούς βοριάδες
μεγάφωτες παρέες καταλήγουν σε αδιέξοδο
κοιτάς μα δε βλέπεις».
Ο διάλογος με τον άνθρωπο είναι άμεσος. Με τη θεότητα έμμεσος και κάποτε άμεσος. Η ποιητική του επιβάλλει τους νόμους της. Δεν επιτρέπεται η βιαστική άγρα, χάνουμε κάποιες διαστάσεις.
«σαν Αγάπη περισπάται νυκτική
προς το Ανέφικτο»…
H ποιητική στάση, η χαμηλόφωνη, η ψιθυριστή - «στυλίτης μια ζωή μα δεν ακούγομαι». Παρατηρώ τις ιερώσεις, τις θεώσεις αλλά σαν ιερή φρίκη κάποτε. Παρατηρώ τα οδοιπορικά, τα χρονικά, τις σχοινοβατικές κατακορύφους. Η λογιότητα, το λεπταίσθητο, και μερικές φορές η συνάντηση με τις καθημερινές άμεσες ανάγκες. Κι άλλοτε πάλι η απομάκρυνση από αυτές… Η διαδικασία παραγωγής της ποιητικής μαγείας, ονειρικό και παράλογο, συνειδησιακό και παραισθησιακό φιλτράρονται μέσα από έναν κώδικα ειρηνικό. Η ομορφιά του κόσμου δείκνυται ακόμα και μέσα από κάτι άλυτο. Με το αυτόνομο της γραφής του, στοχάζεται περισσότερο παρά αποφαίνεται. Ιδιαίτερα θα τραβήξει την προσοχή μας το απροσχημάτιστο του ύφους του, η ιδιόμορφη εκφορά του λόγου, η ώθηση ώστε να σκεφτούμε πιο σοβαρά την ποίηση.
Βρισκόμαστε μπροστά στο χνάρι ενός ψυχολογικού ποιητή που έχει τη διάθεση να προχωρήσει την αθόρυβη επανάστασή του πέρα από ορισμένα όρια…, που δημιουργεί κίνητρα για εμβάθυνση, θεσπίζει προσανατολισμό αντίθετο μ’ εκείνον που ορίζει νόμους αγοράς, διαμορφώνει μια βαθιά συνείδηση μέσω της οποίας, η ποίηση βρίσκεται μόνο στο πεδίο του σημαινόμενου.
Επιλέγω κάποια, από τα πολλά, που με αγγίζουν.
ΟΛΟ ΜΑΤΙΑ
Πόσα θα δεις
όλο μάτια:
Ολέθριο χιόνι αιμόπληκτο
αστέρων όρη πέντε δαμασκηνά
φλούδες ανέμων ερπετών
ανάσες άνασσες
ούτως ή άλλως.
Πόσα θα δεις
όλο μάτια:
Τους κέδρους της Φοινίκης
κέρδος γειτόνων πονηρών
τιτλούχους της απόγνωσης
ζώντες σχεδόν
παράκτιους
πρώιμα τεθνεώτες
Δεν είναι τέχνη αυτή νυχτιάτικα
δεν είναι
αύριο τα γέλια μου ξινά ωδίνουν πένθη
κι αλφάβητα καινοφανή
οπλές εξ ουρανού
όπλα για να-
κι ο Θεός στο μπαλκόνι του
παιδιόθεν
με αλεξίσφαιρο.
[Λίβανος-Συρία, 2-6.2.1999. Από τον «Έσχατο Φίλο», έκδ: ιδίοις αναλώμασιν]
ΚΑΘΕ ΠΟΥ ΦΘΙΝΟΥΝ ΟΙ ΟΠΩΡΕΣ
Και γονατίζει ο κήπος
νυμφομανής
κάτω απ’ τα γεγονότα
μιαν άπλωση χρειάζομαι χεριού
να ξεδιαλύνω το Ασαφές
δικαιολογία πειστική
μια τύψη έστω
να μη σε παραδώσω του Θυμού
τζιτζίκια σ’ εκκρεμότητα
να διασαλεύουν όπως όπως τα Όνειρα-
-τα Όνειρα
φάκες επιδέξιες της Αβύσσου
παμπόνηρα
ζηλόφθονα ζωάκια Παραδείσου.
[Από τον «Αρχαίο Αγροφύλακα», έκδ. Γαβριηλίδης 2007]
Γράφει ο ίδιος στα «Σχεδιάσματα Εγκωμίων για τον Οδυσσέα Ελύτη», ένα ανάγνωσμα που αγάπησα:
«Ο στίχος του φαρέτρα είναι των ωραίων ωρών μας, σταυρός φανερωμένος πάνω από τα κεραμίδια,αποτυχία του ευκάλυπτου να κρύψει το λερωμένο πουκάμισο.
Για ποιαν Ειρήνη θα κονταροχτυπιέται τώρα με τον Ερωτόκριτο; Στο εξής θα περιφέρουμε το πυροβολημένο σώμα μας, το γέλιο με τις εγκοπές.
Ο ίσκιος, ο ήσκιος του…Πρέπει να συνηθίσουμε να γράφουμε τη λέξη αυτή με ήτα. Το ήτα είναι ένα γράμμα λασπωμένο, πονεμένο, όλο νόημα και ήλιο. Πάντα η Γραμματική είχε μια τόλμη σφύζουσα. Γι’ αυτό και τη φοβόμουνα. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη να υπεραμυνόμαστε νυν και αεί, σαν τον Ελύτη, της γλωσσικής μας προσωπικότητας. […]»
H ποιητική στάση, η χαμηλόφωνη, η ψιθυριστή - «στυλίτης μια ζωή μα δεν ακούγομαι». Παρατηρώ τις ιερώσεις, τις θεώσεις αλλά σαν ιερή φρίκη κάποτε. Παρατηρώ τα οδοιπορικά, τα χρονικά, τις σχοινοβατικές κατακορύφους. Η λογιότητα, το λεπταίσθητο, και μερικές φορές η συνάντηση με τις καθημερινές άμεσες ανάγκες. Κι άλλοτε πάλι η απομάκρυνση από αυτές… Η διαδικασία παραγωγής της ποιητικής μαγείας, ονειρικό και παράλογο, συνειδησιακό και παραισθησιακό φιλτράρονται μέσα από έναν κώδικα ειρηνικό. Η ομορφιά του κόσμου δείκνυται ακόμα και μέσα από κάτι άλυτο. Με το αυτόνομο της γραφής του, στοχάζεται περισσότερο παρά αποφαίνεται. Ιδιαίτερα θα τραβήξει την προσοχή μας το απροσχημάτιστο του ύφους του, η ιδιόμορφη εκφορά του λόγου, η ώθηση ώστε να σκεφτούμε πιο σοβαρά την ποίηση.
Βρισκόμαστε μπροστά στο χνάρι ενός ψυχολογικού ποιητή που έχει τη διάθεση να προχωρήσει την αθόρυβη επανάστασή του πέρα από ορισμένα όρια…, που δημιουργεί κίνητρα για εμβάθυνση, θεσπίζει προσανατολισμό αντίθετο μ’ εκείνον που ορίζει νόμους αγοράς, διαμορφώνει μια βαθιά συνείδηση μέσω της οποίας, η ποίηση βρίσκεται μόνο στο πεδίο του σημαινόμενου.
Επιλέγω κάποια, από τα πολλά, που με αγγίζουν.
ΟΛΟ ΜΑΤΙΑ
Πόσα θα δεις
όλο μάτια:
Ολέθριο χιόνι αιμόπληκτο
αστέρων όρη πέντε δαμασκηνά
φλούδες ανέμων ερπετών
ανάσες άνασσες
ούτως ή άλλως.
Πόσα θα δεις
όλο μάτια:
Τους κέδρους της Φοινίκης
κέρδος γειτόνων πονηρών
τιτλούχους της απόγνωσης
ζώντες σχεδόν
παράκτιους
πρώιμα τεθνεώτες
Δεν είναι τέχνη αυτή νυχτιάτικα
δεν είναι
αύριο τα γέλια μου ξινά ωδίνουν πένθη
κι αλφάβητα καινοφανή
οπλές εξ ουρανού
όπλα για να-
κι ο Θεός στο μπαλκόνι του
παιδιόθεν
με αλεξίσφαιρο.
[Λίβανος-Συρία, 2-6.2.1999. Από τον «Έσχατο Φίλο», έκδ: ιδίοις αναλώμασιν]
ΚΑΘΕ ΠΟΥ ΦΘΙΝΟΥΝ ΟΙ ΟΠΩΡΕΣ
Και γονατίζει ο κήπος
νυμφομανής
κάτω απ’ τα γεγονότα
μιαν άπλωση χρειάζομαι χεριού
να ξεδιαλύνω το Ασαφές
δικαιολογία πειστική
μια τύψη έστω
να μη σε παραδώσω του Θυμού
τζιτζίκια σ’ εκκρεμότητα
να διασαλεύουν όπως όπως τα Όνειρα-
-τα Όνειρα
φάκες επιδέξιες της Αβύσσου
παμπόνηρα
ζηλόφθονα ζωάκια Παραδείσου.
[Από τον «Αρχαίο Αγροφύλακα», έκδ. Γαβριηλίδης 2007]
Γράφει ο ίδιος στα «Σχεδιάσματα Εγκωμίων για τον Οδυσσέα Ελύτη», ένα ανάγνωσμα που αγάπησα:
«Ο στίχος του φαρέτρα είναι των ωραίων ωρών μας, σταυρός φανερωμένος πάνω από τα κεραμίδια,αποτυχία του ευκάλυπτου να κρύψει το λερωμένο πουκάμισο.
Για ποιαν Ειρήνη θα κονταροχτυπιέται τώρα με τον Ερωτόκριτο; Στο εξής θα περιφέρουμε το πυροβολημένο σώμα μας, το γέλιο με τις εγκοπές.
Ο ίσκιος, ο ήσκιος του…Πρέπει να συνηθίσουμε να γράφουμε τη λέξη αυτή με ήτα. Το ήτα είναι ένα γράμμα λασπωμένο, πονεμένο, όλο νόημα και ήλιο. Πάντα η Γραμματική είχε μια τόλμη σφύζουσα. Γι’ αυτό και τη φοβόμουνα. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη να υπεραμυνόμαστε νυν και αεί, σαν τον Ελύτη, της γλωσσικής μας προσωπικότητας. […]»
Πιο κάτω λέει...
«Το ποίημα του Ελύτη είναι συχνότατα δρώμενο μέσα στ’ Όνειρο. Το έχεις ποτέ διαισθανθεί; Μοιάζει με αγέρωχο αητό, που ή κουρνιάζει πίσω από τις πολυθρόνες -αν υπάρχουν στο σκηνικό- ή χώνεται κάτω από τα καθίσματα του αυτοκινήτου. Αν το επικαλεσθείς, απολύει κατά πάνω σου πρώτα-πρώτα μιαν ευωδία νυκτική, κάτι σαν από κοπανισμένα κανελλογαρύφαλλα ή πασχαλιάτικο ζεστοφούρνι. Φτερώνεται ύστερα και σε γλωσσομαθαίνει. Φωτίζει τον ασύνορο, ονειρικό σου χώρο και τα ξαφνικά μεσονύκτια, τις ευθείες μας σκέψεις και τις υπό προθεσμίαν, ενώ οι πληβείοι -κατά το έθος- σε αποπέμπουν ως αιρετικόν. Το ελυτικό ποίημα τέλος (προπάντων άπιαστο ) πιάνεται οικειοθελώς στο μυαλό σου, παραδίνεται αμαχητί σχεδόν, ενώ έχει κιόλας προκαλέσει εκεί τις πρώτες αλλοιώσεις, όπως εκείνο μόνο ξέρει…»
Θέλω να κλείσω αυτό το μικρό αφιέρωμα στον πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια με μια, από τις πολλές, επιστολή του Οδυσσέα Ελύτη προς εκείνον. (Βλ. Διονύση Σέρρα, «Ανέκδοτες Επιστολές, Σημειώσεις και Αφιερώσεις του Οδυσσέα Ελύτη στον Παναγιώτη Καποδίστρια», Περιοδικό Επτανησιακά Φύλλα).
«Θερμά ευχαριστώ για το ΩΣ ΕΜΕΛΛΕ που αξιοθαύμαστα συνεχίζει τη γραμμή σου. Μια γραμμή πυκνότητας και καθαρότητας λεκτικής που είναι και πνευματική. Δεν έχω τίποτε να παρατηρήσω και σου γράφω // κάπως βιαστικά, μόνο για να σου σφίξω το χέρι,
Με αγάπη
Ελύτης»
Μετά από τον Ελύτη, θαρρώ, δεν μπορεί κανείς να πει πολλά πράγματα.Απλώς, ότι αισθάνομαι πολύ τυχερή που συνάντησα τον Πατέρα Παναγιώτη έστω και μέσα από ένα τόσο ψυχρό μέσο, το διαδίκτυο. Να που δεν είναι μόνο δίχτυ τελικά. Να, που δεν μπορεί να κρύβει ούτε την ανθρωπιά ούτε την καλοσύνη και την ευγένεια και τον ψυχοσυναισθηματικό πλούτο. Μάλλον διότι αυτά, είναι πάνω από ψηφιακές εικόνες από εικονικές επικοινωνίες, από βαθύτερα ψυχικά αγγίγματα. Η ποίηση αυτή, ενέχει σε όλο το εύρος και βάθος της, την έννοια του πλησίον ανθρώπου. Την ψυχή. Την αντοχή. Το μοίρασμα. Υψηλό ήθος και διδακτικό ύφος, στα χνάρια του Ελύτη, η ποιητική και γλωσσική διαχρονία. Αλλά και ο ποιητικός ουρανός που φαίνεται από το ταβάνι που χάνει τα στεγανά του κι ελευθερώνεται στην αστροφεγγιά. Το παρόν μπορεί να είναι πιο αβέβαιο από το μέλλον… «βεβαιότητες αναβαπτιζόμενες στην παράνοια».
« Τ’ ακατάληπτα πολίζουν το μυαλό μου
«Το ποίημα του Ελύτη είναι συχνότατα δρώμενο μέσα στ’ Όνειρο. Το έχεις ποτέ διαισθανθεί; Μοιάζει με αγέρωχο αητό, που ή κουρνιάζει πίσω από τις πολυθρόνες -αν υπάρχουν στο σκηνικό- ή χώνεται κάτω από τα καθίσματα του αυτοκινήτου. Αν το επικαλεσθείς, απολύει κατά πάνω σου πρώτα-πρώτα μιαν ευωδία νυκτική, κάτι σαν από κοπανισμένα κανελλογαρύφαλλα ή πασχαλιάτικο ζεστοφούρνι. Φτερώνεται ύστερα και σε γλωσσομαθαίνει. Φωτίζει τον ασύνορο, ονειρικό σου χώρο και τα ξαφνικά μεσονύκτια, τις ευθείες μας σκέψεις και τις υπό προθεσμίαν, ενώ οι πληβείοι -κατά το έθος- σε αποπέμπουν ως αιρετικόν. Το ελυτικό ποίημα τέλος (προπάντων άπιαστο ) πιάνεται οικειοθελώς στο μυαλό σου, παραδίνεται αμαχητί σχεδόν, ενώ έχει κιόλας προκαλέσει εκεί τις πρώτες αλλοιώσεις, όπως εκείνο μόνο ξέρει…»
Θέλω να κλείσω αυτό το μικρό αφιέρωμα στον πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια με μια, από τις πολλές, επιστολή του Οδυσσέα Ελύτη προς εκείνον. (Βλ. Διονύση Σέρρα, «Ανέκδοτες Επιστολές, Σημειώσεις και Αφιερώσεις του Οδυσσέα Ελύτη στον Παναγιώτη Καποδίστρια», Περιοδικό Επτανησιακά Φύλλα).
«Θερμά ευχαριστώ για το ΩΣ ΕΜΕΛΛΕ που αξιοθαύμαστα συνεχίζει τη γραμμή σου. Μια γραμμή πυκνότητας και καθαρότητας λεκτικής που είναι και πνευματική. Δεν έχω τίποτε να παρατηρήσω και σου γράφω // κάπως βιαστικά, μόνο για να σου σφίξω το χέρι,
Με αγάπη
Ελύτης»
Μετά από τον Ελύτη, θαρρώ, δεν μπορεί κανείς να πει πολλά πράγματα.Απλώς, ότι αισθάνομαι πολύ τυχερή που συνάντησα τον Πατέρα Παναγιώτη έστω και μέσα από ένα τόσο ψυχρό μέσο, το διαδίκτυο. Να που δεν είναι μόνο δίχτυ τελικά. Να, που δεν μπορεί να κρύβει ούτε την ανθρωπιά ούτε την καλοσύνη και την ευγένεια και τον ψυχοσυναισθηματικό πλούτο. Μάλλον διότι αυτά, είναι πάνω από ψηφιακές εικόνες από εικονικές επικοινωνίες, από βαθύτερα ψυχικά αγγίγματα. Η ποίηση αυτή, ενέχει σε όλο το εύρος και βάθος της, την έννοια του πλησίον ανθρώπου. Την ψυχή. Την αντοχή. Το μοίρασμα. Υψηλό ήθος και διδακτικό ύφος, στα χνάρια του Ελύτη, η ποιητική και γλωσσική διαχρονία. Αλλά και ο ποιητικός ουρανός που φαίνεται από το ταβάνι που χάνει τα στεγανά του κι ελευθερώνεται στην αστροφεγγιά. Το παρόν μπορεί να είναι πιο αβέβαιο από το μέλλον… «βεβαιότητες αναβαπτιζόμενες στην παράνοια».
« Τ’ ακατάληπτα πολίζουν το μυαλό μου
πορφυρότατα
αν και λιμνάζω
στους εγκαταβιούντες ψάξτε
και βρείτε με».
αν και λιμνάζω
στους εγκαταβιούντες ψάξτε
και βρείτε με».
5 σχόλια:
που να κρύψω τη χαρά μου! πολύ ωραίο κείμενο (έχει και Όλο Μάτια!!). μ'άρεσε η σεμνή μα αποκαλυπτική κριτική, που αξιοποίησε και το Ιντερνέτ!
σας συγχαρώ πάτερ!
Σου σφίγγω κι εγώ το χέρι, μετά τον ΑΘΑΝΑΤΟ, και συγχαίρω από καρδιάς.
Κι όπως λένε κι οι Άγγλοι: Keep up the good work!
Επάξιος ο έπαινος στον πολύ δημιουργικό και ακούραστο π. Παναγιώτη. Συγχαίρω από καρδίας.
Mια ποίηση ΟΛΟ ΜΑΤΙΑ!
Κάθε αναφορά στο έργο σου παμφίλτατε Π.Κ. είναι άξια και δίκαια!
Για μας δε, τους εραστές της ποίησής σου, το ιστολόγιό σου είναι η προέκταση της ποιητικής σου ματιάς, που είναι βέβαια αναψυχή κι απαντοχή και σπουδή στα καίρια και ουσιώδη του βίου μας.
Ήρθα εδώ και πήρα μιάν Ανάσα, γιατί πνίγομαι, και θελω να κρατήσω το κεφάλι μου έξω απο το νερό.. Πήρα μιά Ανάσα απο τη θεραπευτική σας Ποίηση. Πιστεύω στη Θεραπεία..
Δημοσίευση σχολίου