Μας πληροφορεί σχετικά ο συνεργάτης μας και διευθυντής
του περιοδικού ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ν. ΜΟΥΣΜΟΥΤΗΣ
μες από το ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
Οι Βαλκανικοί
Πόλεμοι αποτέλεσαν μια πολυεπίπεδη και συγκλονιστική εμπειρία μετάβασης από τον
ελληνικό (και τον βαλκανικό) «μακρό» 19ο αιώνα στον «σύντομο» 20ό αιώνα.
Πολύμηνοι σε διάρκεια, συνιστούν συνέχεια, κατάληξη αλλά και ταυτόχρονη ρήξη με
διπλωματικές, ιδεολογικοπολιτικές, στρατιωτικές, όπως επίσης και κοινωνικές,
διεργασίες οι οποίες είχαν τις ρίζες τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Οι
Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913 αποτελούν ιστορικό ορόσημο, καθώς οδήγησαν σε
καταλυτικές αλλαγές όσον αφορά τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια
και, γενικότερα, στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά και στην ανάδυση ενός νέου status
quo στη Βαλκανική.
Παράλληλα, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι
θεωρούνται το πρελούδιο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόκειται για την πρώτη
ευρωπαϊκή σύρραξη στον 20ό αιώνα, η οποία εγκαινίασε μια περίοδο συγκρούσεων
στη γηραιά ήπειρο. Κύριος συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο αυτών πολεμικών
περιόδων θα αναδειχθεί η πρωτόγνωρη εμπειρία του βιομηχανικού πεδίου μάχης.
Πρέπει βεβαίως να επισημανθεί ότι υπάρχει ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο
πολέμων, κατά κύριο λόγο όσον αφορά τις αγριότητες που διέπρατταν οι εμπόλεμοι
στρατοί, κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, εις βάρος αμάχων πληθυσμών, οι οποίες
εντάσσονταν στην ευρύτερη επιδίωξη για εκκαθάριση του θρησκευτικά και
εθνοτικά/εθνικά «Άλλου» και την επίτευξη της εθνικής ομοιογένειας στα
νεοαποκτηθέντα εδάφη. Η στοχοποίηση του άμαχου πληθυσμού δεν είχε προηγούμενο
σε ευρωπαϊκό έδαφος κατά τον 19ο αιώνα.
Όσον αφορά τα ημέτερα πράγματα,
τίθεται το ερώτημα πώς η Ελλάδα της χρεοκοπίας του 1893 και της ταπεινωτικής
στρατιωτικής ήττας του 1897 έφτασε στην ιστορική επιτυχία των Βαλκανικών
Πολέμων. Η ιστορία τους διδάσκει ότι ο απομονωτισμός, ο μαξιμαλισμός ή η υπερεκτίμηση
των δυνατοτήτων, που μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά προς κάθε ιδέα
συμβιβασμού, δεν είχαν θέση στην ελληνική διπλωματία της εποχής. Η διπλωματική
κεφαλαιοποίηση των στρατιωτικών επιτυχιών των Βαλκανικών Πολέμων ήταν κάθε άλλο
παρά αυτονόητη, και προϋπέθετε επώδυνες και αντιδημοφιλείς, πλην όμως
αναγκαίες, αποφάσεις. Οι εσωτερικές διαμάχες, που ξεκίνησαν με αφορμή τη
διπλωματική διευθέτηση της στρατιωτικής νίκης των Ελλήνων, δεν μπορούν να
επισκιάσουν ποιοτικά το άκρως θετικό ορόσημο της εξίσωσης των αποτελεσμάτων των
δύο πολέμων για την Ελλάδα. Οι δύο Βαλκανικοί Πόλεμοι δεν αποτέλεσαν
καταληκτήριο ορόσημο, αλλά εναρκτήριο σταθμό μιας ολόκληρης διαδικασίας
«εθνικών πολέμων», οι οποίοι έληξαν τον Σεπτέμβριο του 1922. Συνιστούν μια
μεγάλη «εποποιία» της ελληνικής ιστορίας, που ανάλογη της βίωσε το 1940. Η
μελέτη τους αναδεικνύει μερικές από τις προϋποθέσεις εξόδου από την παρούσα
κρίση και υπογραμμίζει ότι η ανάκαμψη συνδέεται με την αποφασιστικότητα των
δημιουργικών δυνάμεων της κοινωνίας να αναλάβουν τις ιστορικές τους ευθύνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου