ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΟΥΣΜΟΥΤΗΣ
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης υπήρξε η κορυφαία μορφή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, βγαλμένη από τις ενδοξότερες σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Ατρόμητος και εγωιστής, δαιμόνιος και πανούργος, τραχύς, ωμός και ευθύς, σκληρός με τους εχθρούς και απλόχερος με τους φίλους του, απέκτησε μυθικές διαστάσεις εμπνέοντας τους οπαδούς και σκορπώντας τον τρόμο στους αντιπάλους του. Πολλοί τον παρομοίαζαν με κύκλωπα, τον φαντάζονταν «τερατόμορφον τινά πιστεύοντες ότι είχε και τρίτον κατά το μέτωπον οφθαλμόν στογγυλόν ως κύκλωψ τις, και χαυλιόδοντας εκ των κάτω προς τα άνω προκύπτοντας ως κάπρου ή συός αγρίου». Συνάμα, αν και αγράμματος, διέθετε τη λογική και τη σοφία του απλού λαού.
Ο Γέρος του Μοριά αγαπήθηκε και μισήθηκε όσο λίγοι. Οι ενέργειές του, πραγματικές ή φανταστικές, ήταν αδύνατον να περάσουν απαρατήρητες. Οι Στερεοελλαδίτες και οι Νησιώτες τον εχθρεύονταν, οι φιλέλληνες και οι «φραγκοφορεμένοι» τον μισούσαν, οι Μοραΐτες τον λάτρευαν σαν Μεσσία, οι Ναπαίοι τον αναγνώριζαν ως αρχηγό. Η διαμάχη γύρω από το όνομά του αντανακλάται και στην ιστοριογραφία. Για πολλές δεκαετίες η απομνημονευματογραφία του Αγώνα συνέχισε τις εμφύλιες διαμάχες της Επανάστασης, ενώ ιστορικοί και ιστοριοδίφες διαιώνισαν με την πένα τους τις τοπικές διαμάχες και τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις της εποχής. Χρειάστηκε να περάσουν πολλές δεκαετίες, να καταλαγιάσουν τα πάθη, να σβήσουν οι φωτιές της Επανάστασης για να διατυπωθούν ψύχραιμες αποτιμήσεις της δράσης του.
Με την έλευση του Καποδίστρια, ο Κολοκοτρώνης τάχθηκε ένθερμα υπέρ της πολιτικής του, αν και διαφωνούσε με τον «αυταρχικό» τρόπο της εφαρμογής της. Πρωτοστάτησε επίσης στα γεγονότα για την εκλογή του Όθωνα, αν και με την έλευση του τελευταίου (30 Ιανουαρίου 1832) έγινε στόχος συκοφαντιών και ραδιουργιών εκ μέρους των πολιτικών του αντιπάλων. Έτσι οι Βαυαροί τον αντιμετώπιζαν με ψυχρότητα, κι αυτό λόγω των φιλοκαποδιστριακών του αισθημάτων.
Η σκευωρία που εξυφάνθηκε εναντίον του κατέληξε τελικά στο να κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία και να συλληφθεί (6 Σεπτεμβρίου 1833), μαζί με τον Πλαπούτα, τον Τζαβέλα, τον Νικηταρά και άλλους στρατιωτικούς ηγέτες, με την κατηγορία ότι προετοίμαζαν συνωμοσία εναντίον του ανήλικου βασιλιά και της κυβέρνησής του.
Η διαβόητη δίκη, η οποία άρχισε στο Ναύπλιο στις 30 Απριλίου 1834 και διήρκεσε μέχρι τις 26 Μαΐου, ήταν σκευωρία. Από όλες τις βαρύτατες κατηγορίες καμία δεν αποδείχτηκε· επρόκειτο για αοριστίες που δεν θεμελίωναν νομικά την παραπομπή των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα. Εντούτοις, ο Κολοκοτρώνης καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά δύο χρόνια αργότερα ο Όθων, μόλις ενηλικιώθηκε και ανέλαβε τα ηνία του κράτους, τον απελευθέρωσε και τον έκανε στρατηγό.
Ο Κολοκοτρώνης ήταν η προσωποποίηση του Αγώνα. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αποτέλεσε τον μοναδικό καταλύτη του — διότι ήταν πολλά και τα επιτεύγματα και των άλλων αγωνιστών (όπως του Καραϊσκάκη στη Στερεά Ελλάδα και του Μιαούλη και του Σαχτούρη στη θάλασσα). Όμως, εκείνο που μπορεί να «μονοπωλήσει» ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είναι ότι κανένας δεν μπορεί να φανταστεί τον Αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία χωρίς τον Γέρο του Μοριά. «Ο Γέρος του Μοριά δεν υπήρξεν άτομον. Υπήρξεν ιδέα … Ο Κολοκοτρώνης ήτο η Ελλάς.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου