Βιβλιοκριτική από τον Δημήτριο Β. Γόνη, Ομότιμο Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
[Περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ, τεύχος 109, Ιανουάριος-Μάρτιος 2009, σ. 108 εξ.]
[Περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ, τεύχος 109, Ιανουάριος-Μάρτιος 2009, σ. 108 εξ.]
Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας είναι γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους για το ποιητικό του τάλαντο και στους ιστορικούς για την ενασχόλησή του με την τοπική ιστορία της Ζακύνθου. Η παρούσα εργασία αποτελεί προϊόν αγάπης για την Εκκλησία και την ιδιαίτερη πατρίδα του. Στις σελίδες του παρελαύνουν βιογραφικά στοιχεία αρχιερέων που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τη Ζάκυνθο. Γι’ αυτό και η δομή της μελέτης είναι διμερής.
Στο Α΄ Μέρος παρουσιάζονται οι «Ζακυνθινοί αρχιερείς Ζακύνθου» (σσ. 15-83), ήτοι μικρός αριθμός επισκόπων Ζακύνθου κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και επτά μητροπολίτες της Ζακύνθου από τη νεώτερη περίοδο (από το 1824 μέχρι σήμερα), οι οποίοι κατάγονταν από τη Ζάκυνθο και υπηρέτησαν την Εκκλησία ως μητροπολίτες στο νησί. Αυτοί είναι οι εξής: Γαβριήλ Γαρζώνης (1824-1827), Διονύσιος Δελάζαρης (1833-1838), Νικόλαος Κοκκίνης (1838-1867), Νικόλαος Κατραμής (1869-1884), Διονύσιος Β΄ Λάτας (1884-1994), Διονύσιος Γ΄ Πλαίσας (1894-1933) και Χρυσόστομος Β΄ Συνετός (1994- ). Το κενό που υφίσταται μεταξύ της βυζαντινής περιόδου και του 19ου αιώνα δικαιολογείται όχι μόνον εξαιτίας της Φραγκοκρατίας, της Βενετοκρατίας και της Αγγλοκρατίας, αλλά εξαιτίας της καταργήσεως της μητροπόλεως Ζακύνθου και της απορροφήσεώς της από τη μητρόπολη Κεφαλληνίας.
Στο Β΄ Μέρος, υπό τον τίτλο «Ζακυνθινοί αρχιερείς του κόσμου» (σσ. 85-180), φιλοξενούνται βιογραφικά και εργογραφικά εικοσιέξι επισκόπων (αρχιεπισκόπων, μητροπολιτών, που κατάγονταν από τη Ζάκυνθο αλλά πρόσφεραν και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε τοπικές Εκκλησίες μακριά από τη Ζάκυνθο.
Σε τέτοιας φύσεως εργασία, όπως είναι η παρούσα (βιογραφίες επισκόπων, είναι δυνατόν να προβεί κανείς σε πολλές παρατηρήσεις, κυρίως βιβλιογραφικές, με την προσθήκη και άλλης βιβλιογραφίας για πολλούς από τους μνημονευόμενους επισκόπους. Τούτο ισχύει ιδιαίτερα για τον Ευγένιο Βούλγαρη. Για τον Παΐσιο Αγιαποστολίτη είναι απαραίτητες και βελτιώσεις μετά την έκδοση της διατριβής Ευτυχίου Σαρμάνη (Παΐσιος Αγιαποστολίτης ο Ζακύνθιος μητροπολίτης Ρόδου. Συμβολή στην έρευνα του βίου και του έργου ενός λογίου του ΙΣΤ΄ αι., Αθήνα 2007). Και δύο ουσιαστικές μεθοδολογικές παρατηρήσεις: α) Θεωρώ άστοχη τη χρήση του όρου πρώην στους τίτλους των επί μέρους παραγράφων και μάλιστα για νεκρούς επισκόπους. β) Όταν γίνεται λόγος για την επισκοπεία αρχιεραρχών, είναι δόκιμο να τίθενται εντός παρενθέσεων τα έτη αρχιερατείας τους και όχι τα έτη του επίγειου βίου τους. Μάλιστα για τους ζακυνθινής καταγωγής αρχιερείς που υπηρέτησαν σε περισσότερες από μία επισκοπές, έπρεπε στους τίτλους των παραγράφων να σημειώνονται όλες οι επισκοπές [π.χ. Δημήτριος Θεοδόσης, μητροπολίτης Γυθείου και Οιτύλου (1945-1956) και μητροπολίτης Λαρίσης και Πλαταμώνος (1956-1959)].
Η μελέτη του π. Παναγιώτη Καποδίστρια αναμφίβολα έχει πολλές αρετές και αποτελεί συμβολή στην έρευνα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Στηρίζεται όχι μόνο σε υφιστάμενη βιβλιογραφία, αλλά και σε αρχειακό υλικό. Η διαπραγμάτευσή του διακρίνεται για την αντικειμενικότητά της, για την αποφυγή ωραιοποιήσεως των προσώπων και την άσκηση κριτικής. Δεν διστάζει να προβαίνει σε διόρθωση λαθών (π.χ. σ. 23, σημ., σ. 47, σημ. 6-7, σ. 88, σσ. 127, 129). Η διαπραγμάτευσή του πλαισιώνεται με παραθέσεις κειμένων (ορισμένων ανεκδότων και αγνώστων) και φωτογραφικού υλικού (προσώπων, εφημερίδων, εξωφύλλων βιβλίων, γεγονότων που συνδέονται με αρχιερείς, σύνολον σαράντα επτά), που σε συνάρτηση με τη λογοτεχνική γλώσσα του συγγραφέα καθιστούν το βιβλίο ευχάριστο και χαριτωμένο ανάγνωσμα, παρά τον επιστημονικό του χαρακτήρα.
Η μελέτη του π. Παναγιώτη Καποδίστρια αναμφίβολα έχει πολλές αρετές και αποτελεί συμβολή στην έρευνα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Στηρίζεται όχι μόνο σε υφιστάμενη βιβλιογραφία, αλλά και σε αρχειακό υλικό. Η διαπραγμάτευσή του διακρίνεται για την αντικειμενικότητά της, για την αποφυγή ωραιοποιήσεως των προσώπων και την άσκηση κριτικής. Δεν διστάζει να προβαίνει σε διόρθωση λαθών (π.χ. σ. 23, σημ., σ. 47, σημ. 6-7, σ. 88, σσ. 127, 129). Η διαπραγμάτευσή του πλαισιώνεται με παραθέσεις κειμένων (ορισμένων ανεκδότων και αγνώστων) και φωτογραφικού υλικού (προσώπων, εφημερίδων, εξωφύλλων βιβλίων, γεγονότων που συνδέονται με αρχιερείς, σύνολον σαράντα επτά), που σε συνάρτηση με τη λογοτεχνική γλώσσα του συγγραφέα καθιστούν το βιβλίο ευχάριστο και χαριτωμένο ανάγνωσμα, παρά τον επιστημονικό του χαρακτήρα.
2 σχόλια:
Καλημέρα!
Συγχαίρω θερμά!
Eίναι πολύ σημαντικό, αγαπητέ μου Π.Κ. να σε παρουσιάζει ευφήμως ο λεπτολόγος καθηγητής Δημήτρης Γόνης.
Γνωρίζω τον άνδρα και ξέρω καλά πως ό,τι γράφει το εννοεί και δεν αρέσκεται σε ...λιβανίσματα.
Χαίρομαι που το πόνημά σου αναγνωρίζεται συν τω χρόνω, όπως του πρέπει άλλωστε.
Δημοσίευση σχολίου