Γράφει και φωτογραφίζει ο ΜΑΝΩΛΗΣ
ΔΗΜΕΛΛΑΣ
Μόνο φίδι δεν είχα για συντροφιά, σκέφτηκα. Μα η συνάδελφος
και συνοδοιπόρος και σε αυτό το ταξίδι, όπως και στα περισσότερα, Μαρία
Καρχιλάκη, με επανέφερε.
-Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου θα έχεις και ένα φίδι 4 μέτρα ; Είσαι εντελώς
χαμένος;
Στην αγορά της Παρασκευής, μπορείς να αποκτήσεις ό,τι κρυφό
και παράλογο μπαινόβγαινε στα όνειρα σου. Καλά, μπορεί να γίνει και εμμονή με
τη πρώτη ματιά, δεν χρειάζεται να το έχεις προμελετήσει, είναι αυτό το chemistry, η χημεία, ο έρωτας, που σε βάζει
να κάνεις και το φακίρη, να αγγίζεις αναμμένα κάρβουνα, όχι να τα αγγίζεις να
τα καταπίνεις, να φτύνεις και τα κουκούσια. Έχω μια αδυναμία σε όλες αυτές τις
αγορές, τα παζάρια του κόσμου, που όσο πιο ταπεινή, όσο πιο φτωχική είναι η χώρα,
τόσο πιο παράξενο τόσο πιο περίεργο είναι το δρώμενο του γιουσουρούμ.
Στην Αγκόλα για παράδειγμα έξω από την Λουάντα, την
πρωτεύουσα, είναι κυριολεκτικά αμέτρητος ο κόσμος που μαζεύεται. Κόσμος που
πουλά, αγοράζει οτιδήποτε, δεν ξεχωρίζεις το χρώμα των ανθρώπων, όλο αυτό το
σμάρι, το πέλοτον, δείχνει να αναπνέει σαν με ένα πνεύμονα.
Αλλά πολύ βαθιά δεν είναι για όλους, οι μυημένοι μοναχά
πάνε παρακάτω, αυτοί που είναι περαστικοί στέκονται στην αρχή καλύπτοντας
ανάγκες καθημερινότητας. Στο βάθος, εκεί που χάνεται το μάτι, ψίθυροι μιλούν
ακόμη και για βαριά όπλα, πυραύλους, περίεργα χημικά αλλά και όμορφες μαύρες.
Από εκείνες, που, μου έλεγε ο Νικόλας στο Γιοχάνεσμπουργκ ότι, αν σε φιλήσουν,
μένει το χνάρι τους πάνω σου, το
κουβαλάς μες την ψυχή συμβόλαιο, τόσο που το παραδίνεις και στους
επόμενους της γενιάς σου.
Δεν προχώρησα, φοβήθηκα, μην και ανταλλάξω την κάμερα με
πραγματικά όπλα και από καταγραφές καταλήξω σε διαγραφές.
Στην Αρμενία, στο Γερεβάν, το αντίστοιχο παζάρι είναι πιο
άχρωμο και καθόλου στριμωγμένο, κυριαρχεί η μνήμη, ένα παρελθόν που αν και
κανείς δεν δείχνει περήφανος όλοι το αποζητούν.
Το σφυροδρέπανο είναι σχεδόν σε όλα τα αντικείμενα που μου
άρεσαν, μεγαλώσαμε μα τα παιγνίδια της νιότης μπαινοβγαίνουν σαν γλάροι στο
μυαλό.
Μα τι να σας πω για το Πακιστάν, την Τουρκία, το Ιράκ.
Στην Βαγδάτη ήταν που μια Παρασκευή -εκεί ο Θεός θέλει την
Παρασκευή δικιά του- ερωτεύτηκα ένα φίδι. Σκέφτηκα ώριμα, καλή παρέα, ήσυχο, με
το δικό του σενάριο ζωής. Σίγουρα δεν ψάχνει σε μένα το μισό του πορτοκάλι.
Πάει το φιδάκι, δεν έγινε το deal, μα λίγο πριν τους αμερικάνικους
βομβαρδισμούς, ο κόσμος αμφέβαλε για το κακό που θα άγγιζε τις ζωές τους. Έτσι
είναι πάντα, δεν μπορούμε να πιστέψουμε στην αλήθεια και πιστεύουμε σε κάθε
τσαρλατάνο.
Είχα και στον αγαπημένο Πειραιά ένα Παζάρι, πήγαινα
τακτικά. Βιβλία, μια κουβέντα, ένα κοίταγμα, με γνωρίζανε, κάθε που με βλέπανε
με το σπαστό ποδηλατάκι, έβλεπα το χαμόγελο που μάλλον έδειχνε πως καλωσόριζαν
τον βλαμμένο. Άνθρωποι που δεν υπάρχουν, ζουν σε παράλληλο σύμπαν, αγνοημένοι
από την επίσημη κυβερνητικοί μηχανή που τώρα πια ξεκουρδίστηκε. Πουλούσαν αντικείμενα
μαζεμένα από σκουπίδια, βιβλία νεκρών, τσοντοπεριοδικά που κανείς δεν διαβάζει
πια, αφού και η μαλακία θέλει άλλες προσλαμβάνουσες και όχι την φαντασία.
Με λίγα ευρώ έφευγα με διάφορα άχρηστα μικροπράγματα, μα το
περιττό δεν είναι όλη η ζωή μας. Τώρα πια δημοτικοί αστυνόμοι, ένστολοι,
περιφρουρούν τους γυμνούς από κόσμο δρόμους. Απαγορεύοντας κάθε παράνομη
συναλλαγή. Μοναχά ο θόρυβος των αυτοκινήτων σκεπάζει τη βιασμένη σιωπή. Λιγοστοί
περαστικοί ποντικοί, λίγο λαδωμένοι, βιάζονται να κρυφτούν στα διπλανά ερείπια
και εγώ, μετέωρος, αναζητώ τα περιττά κομμάτια που μου πήρε ο νόμος και η
τάξις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου