Μάς
πληροφορεί σχετικά, μες από το ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ, ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ν.
ΜΟΥΣΜΟΥΤΗΣ
Οι δύο βαλκανικοί πόλεμοι στις αρχές του 20ού αιώνα
έδωσαν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να διεκδικήσει και να κατακτήσει ορισμένα
πάλαι ποτέ δικά της εδάφη, επεκτείνοντας σημαντικά τη μεθοριακή της γραμμή.
Μεταξύ των πιο σπουδαίων κατακτήσεων συγκαταλέγεται η Θεσσαλονίκη, η «φυσική
πρωτεύουσα» της Μακεδονίας: μία πόλη με αξιοσημείωτη στρατηγική θέση, η οποία
ανέκαθεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία των Ελλήνων.
Η
Θεσσαλονίκη στις αρχές του 20ού αιώνα διεκδικούσε τη θέση της δεύτερης
σημαντικότερης πόλης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η στρατηγική της θέση στον
ομφαλό των Βαλκανίων, ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της με την παρουσία των
διαφόρων εθνοτήτων και των Φραγκολεβαντίνων, η άμεση επαφή της με τις
ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η πλουτοπαραγωγική ενδοχώρα, ο συσσωρευμένος αμύθητος
πλούτος ορισμένων οικογενειών, η ισχυρή μεσαία αστική της τάξη και η έντονη
καλλιτεχνική, φιλολογική και εκπαιδευτική ζωή την καθιστούσαν μια από τις πιο
ενδιαφέρουσες πόλεις της Ανατολικής Μεσογείου.
Η
περίοδος από το 1878 ως το 1912 χαρακτηρίστηκε από την εισβολή του ευρωπαϊκού
καπιταλισμού στη Μακεδονία και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη, που εκφράστηκε με
τεράστιες επενδύσεις στους σιδηροδρόμους και σε πολλά άλλα αναπτυξιακά έργα.
Συγχρόνως, έγιναν τεράστιες ιδιωτικές επενδύσεις στο εμπόριο, στη βιοτεχνία,
στη βιομηχανία και σε πολυτελείς κατοικίες από τα υπερκέρδη που είχαν
συσσωρευθεί τις προηγούμενες δεκαετίες. Η Θεσσαλονίκη, ως συμπρωτεύουσα της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και με τον έντονο διεθνή χαρακτήρα της, υποσκέλιζε
κατά πολύ όλες τις άλλες πόλεις των Βαλκανίων.
Οι
μήνες πριν από την απελευθέρωση ήταν δύσκολοι για τη Θεσσαλονίκη. Η Οθωμανική
Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τεράστια εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα που
επηρέαζαν και τη Θεσσαλονίκη, η οποία ήταν πλέον σε αναβρασμό, και με την
εγκληματικότητα σε έξαρση. Στις 18 Οκτωβρίου 1912 το ελληνικό τορπιλοβόλο αρ.
11, με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Νικόλαο Βότση, μπήκε στο λιμάνι της
Θεσσαλονίκης απαρατήρητο, κάτω από τη μύτη των πυροβολείων του Καραμπουρνού, και
ανατίναξε με δύο τορπίλες το γερασμένο τουρκικό θωρηκτό «Φετχί Μπουλέντ» το
οποίο, με τις μεγάλου βεληνεκούς πυροβολαρχίες του, είχε αναλάβει την προστασία
της πόλης από ξηράς και θαλάσσης. Στις 25 Οκτωβρίου οι Ευρωπαίοι πρόξενοι της
Θεσσαλονίκης και ο Τούρκος στρατηγός Σαδίλκ παρουσιάστηκαν στις εμπροσθοφυλακές
του Ελληνικού Στρατού στην περιοχή Τοψίου (νυν Γέφυρα) έξω από τη Θεσσαλονίκη
και ζήτησαν να παραδώσουν υπό όρους τη Θεσσαλονίκη. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος
απέρριψε δύο φορές τους όρους του Τούρκου αρχιστράτηγου Ταχσίν πασά, με
αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος και να επίκειται η κατάληψη της πόλης από
τον βουλγαρικό στρατό. Ο Βενιζέλος διέταξε τον διάδοχο Κωνσταντίνο να καταλάβει
άμεσα τη Θεσσαλονίκη, καθιστώντας τον προσωπικά υπεύθυνο για ενδεχόμενη απώλειά
της. Τελικά ο Ταχσίν πασάς αποδέχθηκε τους όρους του Κωνσταντίνου. Τη νύχτα της
26ης Οκτωβρίου οι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού Ιωάννης Μεταξάς και Βίκτωρ
Δούσμανης, στο Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης, υπέγραψαν το πρωτόκολλο παράδοσης
της πόλης.
To ενδιαφέρον του θέματος όσον αφορά την
σημασία της Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, έγκειται
στο ότι, ακόμα και ο Χασάν Ταχσίν πασάς, απέφυγε –διωκόμενος– να επιστρέψει
στην Τουρκία, πέθανε αυτοεξόριστος και μετά από είκοσι χρόνια τα οστά του
μεταφέρθηκαν και τάφηκαν στην Θεσσαλονίκη. Αν ο τίτλος του νικητή, του οραματιστή και
του απελευθερωτή ανήκει στον Ελευθέριο Βενιζέλο και στον διάδοχο Κωνσταντίνο,
τότε ο τίτλος και η τιμή του σωτήρα και ευεργέτη της πόλης ανήκει πράγματι στον
Ταχσίν πασά. Για τον οποίο –ας σημειωθεί– οι νεότεροι ιστορικοί αναγνωρίζουν
ότι υπήρξε άριστος στρατιωτικός και ότι, με τα δεδομένα που αντιμετώπισε,
έπραξε το σωστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου