© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Γιάννης Μελασσιανός, ένας οικουμενικός Μενετιάτης (1849-1936)

Γράφει και φωτογραφίζει ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΔΗΜΕΛΛΑΣ

Η Κάρπαθος το 1900 έχει 10.000 κατοίκους, εκατό εκκλησιές και είκοσι σχολεία. Η ζωή δεν είναι εύκολη. Αγροτικές εργασίες που ξεκινούν με το χάραμα και κλείνουν με την δύση του ίδιου με σήμερα ήλιου. Ξερονταρκανιασμένοι από το λιοπύρι, ξυπόλητοι, πεινασμένοι αγωνιστές μιας δύσκολης καθημερινότητας. Μοναχά οι περαστικοί πειρατές αναστατώνουν την ημέρα και την θεοσκότεινη  νύχτα τους, τα μεγάλα ζόρια είναι για εκείνους που κατοικούν κοντά στις ακτές, ο φόβος δίνει φωτιά στα σωθικά, κάθε που φαίνεται ένα άγνωστο σκάφος να πλευρίζει βράχια του νησιού.


Ο κουρσάρος, με «ιδιαίτερη» αδυναμία στον τόπο, ήταν ο Γιώργος Μαμής, γνωστός με το παρατσούκλι «Φανάρης». Αναγνωρίστηκε αρκετές φορές τριγύρω και πάνω στο νησί. Σε μια τελευταία επιδρομή του πιάστηκε από δυνάμεις της Κρητικής Πολιτείας, αφού κατάφερε να σφάξει νωρίτερα τον καπετάνιο και ιδιοκτήτη ενός ιστιοφόρου, τον Γιώργο Πανάλη και ν’ αρπάξει 700 τουρκικές λίρες. Το πτώμα, στην ομολογία του, αποκάλυψε πως το πέταξε στα Αρμάθια, τα νησάκια μεταξύ Κάσου και Καρπάθου. Στις αρχές του 1910 τον έστειλαν δεμένο χειροπόδαρα στην Αθήνα, όπου και καταδικάστηκε, μα φαίνεται τελικά πως τα κατάφερε, την κοπάνησε και συνέχισε  με ζωντάνια την δράση του, αυτή την φορά λίγο πιο πέρα, πάνω στα Κυκλαδονήσια.

Η ληστοπειρατεία από τον προηγούμενο αιώνα ήταν καθημερινότητα για την Κάρπαθο. Από την μια, τα δύσκολα περάσματα που ήθελαν τσαγανό στους καπεταναίους, από την άλλη, τα φυσικά, κρυμμένα λιμάνια έδιναν στους πειρατές κρυψώνες και ορμητήρια για την δράση τους.  Μα είναι και ο ίδιος ο Μιχαηλίδης Νουάρος, που αναφέρει το νεύρο των Μενετιατών, όταν, μην αντέχοντας τις ληστρικές επιδρομές των πειρατών, ξεσηκώθηκαν, καθάρισαν αρκετούς από αυτούς και ηρέμησαν για κάποιο διάστημα, αφού είδαν οι λήσταρχοι ότι είχαν να κάμουν με εξίσου θαρραλέους, ανυπότακτους ανθρώπους.

Μ’ ένα άλλο πειρατικό βαπόρι, μια τρικάταρτη, μεγάλη σκούνα Σαρακηνών, έφθασε στην Κάρπαθο και ένας παράξενος κρυφο-χριστιανός ναύτης στο πλοίο των κουρσάρων. Τ’ όνομά του δεν το θυμόταν πια κανείς, ήταν ο Μελασσιανός, ο μοναδικός από τα Μυλάσα της Μικράς Ασίας. Τα πρώτα παιδικά χρόνια του τον άρπαξαν, τον έκαναν   γενίτσαρο, (yeni çeri, που σημαίνει «νέος στρατός»), εκπαιδεύτηκε στα βάθη της Ασίας. Δεν τον προόριζαν για τα γράμματα και τα παλάτια της πόλης. Ήταν δυνατό, ρωμαλέο παιδί και έτσι από νωρίς έμαθε στα μουσκέτα και τα παλέματα.

Στο νησί, την Κάρπαθο, είχε κάνει πολλές επιδρομές. Ήταν τόπος που τον είχε μαγέψει. Το τσαγανό των κατοίκων από την μια, μα από την άλλη το άγριο του τοπίο τον έκανε να εγκαταλείψει τα κουρσέματα και να στέκει μόνιμα πάνω στον λατρεμένο τόπο. Η ευκαιρία του δόθηκε εκεί γύρω στα 1800, όταν έμαθε πως προετοίμαζαν μεγάλη επιδρομή, σφαγή στο αγαπημένο νησί του. Βγήκε κρυφά και ειδοποίησε τους νησιώτες. Εκείνοι προφυλάχθηκαν από τους πειρατές, ενώ ο άγνωστος ναύτης, θα κατάφερνε να σταθεί, να μείνει και να κάνει οικογένεια στην Κάρπαθο. Έγγονας του ιδιόρρυθμου κουρσάρου, ένας από τους σπουδαιότερους Μενετιάτες, ένας Καρπάθιος που κατάφερε να ξεχωρίζει μέσα στο αδυσώπητο κατέβασμα του χρόνου.

Από μικρός έμαθε γράμματα, απέξω όλη την τούρκικη νομοθεσία, αλλά και όλο το κληρονομικό εθιμικό δίκαιο της Καρπάθου. Παντρεύτηκε γρήγορα, με πίεση -ανόητο προξενιό- την Βενετία, του Αλέκου Αλέξη. Όμως η ασυμφωνία χαρακτήρων έκανε τον πρώτο γάμο του ναυάγιο. Έτσι τον έκοψε νωρίς. Ακόμη και αυτή η πράξη του ήταν μια θύελλα για την εποχή. Ξαναπαντρεύτηκε -τυφλός έρωτας- την Φωτεινούλα, του Μιχάλη Πέρου. Έκαναν μαζί επτά γιους και δύο κόρες.  
Όσοι μιλούσαν για τον Μελασσιανό είχαν μοναχά παινέματα. Δύσκολο να κυλά ο χρόνος και να μην κάνεις εχθρούς. Γίνεται ακόμη δυσκολότερο, όταν ο ρόλος στο νησί είναι του δικαστή. Ο εγγονός του περίεργου κουρσάρου κατάφερε να γίνει Ατζάς, ο δικαστής ολάκερου του τόπου, θέση που κράτησε με την πίεση των κατοίκων, για μια εικοσαετία. Τα προσόντα του απλά και ξεκάθαρα. Έξυπνος, μορφωμένος, αποφασιστικός και διορατικός, μα πάνω από όλα έντιμος, τόσο που και στις δύσκολες δικιές μας μέρες και με  τόσα χρόνια περασμένα, το όνομα του δεν έχει τίποτε για να το ξεβάψει και να κάμει κίτρινο. Ψηφίστηκε πολλές φορές Ατζάς, χαρακτηρίστηκε αρχηγός των Μενετιατών και κατάφερε τα μέχρι τότε μετόχια, οι Μενετές και η Αρκάσα, να χαρακτηριστούν Δήμος.  Με δικές του ενέργειες καθορίστηκαν τα όρια και των υπολοίπων Δήμων του νησιού, Μενετών, Απερίου, Όθους, Βωλάδος και Πυλών. Η χαρτογράφηση των ορίων που πέτυχε, βοήθησε στην διακοπή των πολλών και μεγάλων εντάσεων μεταξύ των χωριανών, που ήταν η φυσική συνέπεια της μέχρι τότε ανεξέλεγκτης βοσκής των ζώων. Τότε μοναχά η αγροτική οικονομία συντηρούσε τις φαμίλιες. Έτσι τα ζώα ήταν πολλά, έβρισκαν συνήθως τροφή σε βοσκοτόπια που τα διεκδικούσαν όλοι με αποτέλεσμα τους πολλούς καβγάδες.

Όμως η μεγάλη του επιτυχία ήταν η πρόβλεψή του για το τότε ψαροχώρι, τα Πηγάδια. Διέβλεψε πως θα γινόταν το κέντρο της Καρπάθου. Έτσι επέμεινε και τελικά κατάφερε την μεταφορά των υπηρεσιών, στην ουσία της πρωτεύουσας,  από το χωριό Απέρι στο μικρό τότε λιμανάκι, στα σημερινά Πηγάδια, μάλιστα κατάφερε να πείσει τον Μενετιάτη φίλο του, μεγαλοεργολάβο Νίκο Μακρή, να διαθέσει 80.000 γρόσια και να χτιστεί στο σημερινό Κονάκι, στο κέντρο των Πηγαδίων, το κτίριο που στέγασε όλες τις μετέπειτα υπηρεσίες (διοίκηση, δικαστήρια, αστυνομία, ταχυδρομείο) του νέου δήμου.

Ο Μελασσιανός έκανε εχθρούς. Η μεταφορά του δήμου στα Πηγάδια, αλλά και η σταθερά έντιμη στάση του απέναντι σε όλους είχαν σαν αποτέλεσμα πολλούς να μην χάνουν ευκαιρία και να τον «πετροβολούν». Η πιο μεγάλη στιγμή του Γιάννη Μελασσιανού ήταν η κατηγορία από τους Τούρκους σαν πρωτεργάτη στασιαστών και η φυλάκισή του στην Ρόδο.

Ήταν η εξέγερση του 1888, το νησί έβραζε από την άθλια και ποταπή συμπεριφορά του Τούρκου διοικητή: έκανε διακρίσεις, αποφάσιζε με μοναδικό γνώμονα το δικό του μικρό προσωπικό συμφέρον. Δεν υπήρξε Καρπάθιος που να κρύβει την οργή του. Ξεσηκώθηκαν όλοι, εκτός φυσικά διαφόρων «φίλων» των Τούρκων. Μπροστάρης στην αντίδραση ο Ατζάς, ο Μελασσιανός, που δεν άφησε ποτέ την αδικία να σκεπάσει την αλήθεια. Με δικιά του προτροπή, προσπάθησε να στείλει υπόμνημα, κείμενο υπογεγραμμένο από τους κατοίκους του νησιού, για την αντικατάσταση του διοικητή στον τότε Πασά της Ρόδου, τον Φερίκ Πασά. Όμως οι πολιτικοί αντίπαλοι του τα κατάφεραν. Έκαναν την διαμαρτυρία να μην ταξιδέψει, να μην φθάσει ποτέ στον προορισμό της. Με μυστικές συσκέψεις και διαβουλεύσεις στις Μενετές, αποφάσισαν να τον διώξουν με τη βία. Ο Τούρκος διοικητής έπρεπε να πάρει πόδι. Στις γραπτές μνήμες βρίσκουμε τον ήρωα της Κρητικής επανάστασης του 1866, τον Μενετιάτη Βασίλη Πήλιαρη, το θηρίο όπως τον λέγανε, να έχει σηκώσει στα χέρια τον Τούρκο και να τον πετά βίαια μέσα στο καΐκι, ένα άθλιο, ναυλωμένο ψαροκάικο, με προορισμό την Ρόδο.

Η εξέγερση πέτυχε. Έδιωξαν τον διοικητή, όμως χρεώθηκε όλη την επαναστατική δράση ο Ατζάς, ο οποίος μεταφέρθηκε σιδηροδέσμιος στις φυλακές της Ρόδου, όπου και κρατήθηκε για ένα χρόνο. Αθωώθηκε και ξαναγύρισε στην προηγούμενη θέση του, ως δικαστής του νησιού, όμως δεν κράτησε ποτέ κακία, δεν έβγαλε το μίσος στους ανθρώπους που τον έφτυσαν και με ψέματα τον φυλάκισαν.

Έμεινε χρόνια στην θέση του Ατζά, αλλά και αυτή του δημάρχου Μενετών, που θεωρούσε πως του ταίριαζε περισσότερο. Ταξίδεψε το 1905 στα παιδιά του, στην Νέα Ορλεάνη, στα οποία στεκόταν πάντα δίπλα. Ένιωθε πως τα δικά του χαρίσματα, την  δεινότητα του λόγου, αλλά και την ντομπροσύνη την είχε κληρονομήσει ο γιός του, ο Βασίλης, που τον σπούδασε νομικό και ήταν μετέπειτα  δικηγόρος στο νησί.

Λίγο πριν καταλάβουν τον τόπο οι Ιταλοί, ο Μελασσιανός έδειξε την διορατικότητά του, προβλέποντας τα δεινά που θα φέρουν οι νέοι κατακτητές. Πρότεινε να διώξουν τους Τούρκους, να υψώσουν ελληνική σημαία και να πολεμήσουν απέναντι στους κατακτητές, να μην τους αφήσουν να ανέβουν στο νησί, ν’ αποφύγουν το σκοτεινό, μαύρο μέλλον που προεγγραφόταν στα σύννεφα που έφερνε ο πουνέντης πάνω από την  Κάρπαθο. Δεν τον άκουσε κανένας. Οι Ιταλοί κατέλαβαν τον τόπο και μια από τις πρώτες κινήσεις τους ήταν να τον εξορίσουν αφού οι «καλοθελητές», κάρφωσαν τον Μελασσιανό. Στην άκρη του Αφιάρτη, σε κατ’ οίκον περιορισμό στο κτήμα του, στον Λευκαντρίτη για δυο χρόνια, εκεί έζησε έρημος και παρατημένος, από το 1912 μέχρι το 1914. Κυνηγήθηκε από τους κατακτητές Ιταλούς, σώπασε μέχρι τον θάνατο του, το 1936 στις Μενετές, ο σπουδαίος Μενετιάτης, Καρπάθιος, Δωδεκανήσιος, Έλληνας άφησε την πάνω πλευρά της γης.

Ο ψηλός, κοτσονάτος γέρος έφυγε πλήρης, με διαύγεια που θα ζήλευαν και οι πιο νεαροί, γεροί σπουδαστές. Είχε σωπάσει από καιρό, μα δεν έπαψαν να τον μελετούν οι επόμενες γενιές. Μετακόμισε στον ανεμόμυλο, στην αιώνια άνοιξη, μακριά από όλα τα δικά μας, μονάκριβα πάθη. Είναι οι ιστορίες  που μπορεί να ξεχνιούνται, να γίνονται πρόσκαιρα κρυμμένες υδατογραφίες, σαν κοιμισμένα γράμματα, μα γυρνούν μπροστά κάθε που η ανηφόρα γίνεται πιο δύσκολη και μας κάνουν να αναθαρρούμε. Υπήρξαν λες κάποιοι, που το δύσκολο το είχαν για καθημερινό ψωμοτύρι, το ζόρικο ήταν το δικό τους μικρό ξύλινο παιγνίδι  και εμείς πάνω στις αποσπερίες μας κάνουμε μύθους τα κατορθώματά τους, γυρνάμε χιλιάδες μέτρα φιλμ, κλακέτες χτυπούν μέσα στο μυαλό, ανεβαίνουν ταινίες επικές  μόνο στο άκουσμα των ονομάτων τους.

Μα πόσο παράξενο να οδηγούν την κούρσα του χρόνου, να πιάνουν το τιμόνι της ζωής, τα άψυχα,  εκείνοι που ήταν κάποτε πρόσωπα, μα ξεθώριασαν, έχασαν ακόμη και τον άργυρό τους, όλες τις ενώσεις, από τις δισδιάστατες μαυρόασπρες φωτογραφίες, που στέκουν γυμνές από εικόνα, μα ακόμη φορτωμένες ζωή.



(Με βοήθησαν οι σημειώσεις του Ηλία Χωρατατζή, του Γιώργου Σακελλάκη αλλά και τα λόγια της Φανής, της  μάνας μου, αφού ο Μελλασιανός ήταν προ-προ-πάππους μας.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails