© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΕΝΘΕΤΑ. Ό,τι νεότερο εδώ!

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021

Το Μαυσωλείο του Ελληνορώσου λογίου Πέτρου Καπνίστ (Μέρος II)

Επιμέλεια: ΜΑΡΙΑ ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΙΤΗ ΚΟΝΤΟΝΗ

Μια από τις πρώτες συνεργασίες μου με το διαδικτυακό πολυπεριοδικό Στον ίσκιο του Ήσκιου ήταν ένα οδοιπορικό στο Ξηροκάστελο Ζακύνθου και συγκεκριμένα στον τόπο ταφής του Ελληνορώσου λογίου Πέτρου Καπνίστ ή Καπνίση, την οποία μπορείτε να ξαναδιαβάσετε εδώ: http://www.iskiosiskiou.com/2008/11/blog-post_20.html

Κατά ευτυχή συγκυρία, η παραπάνω δημοσίευσή μας έπεσε στην αντίληψη του ερευνητή κ. Βασίλη Χατζηκωνσταντίνου, ο οποίος ασχολείται με την ιστορία του Παλαιού Φαλήρου και επικοινώνησε μαζί μου ζητώντας περισσότερα στοιχεία για το μαυσωλείο.

Είχε δε την ευγενή καλοσύνη να μας αποστείλει ένα τμήμα της ερευνάς του που προήλθε, αναζητώντας στοιχεία για την γνωστή σε όλους μας περιοχή ΕDEΝ του παλαιού Φαλήρου, την οποία με την άδειά του δημοσιεύουμε, ευχαριστώντας τον θερμά.

Το κτίριο, που στεγάστηκε αργότερα το κλαμπ EDEN κι έδωσε το όνομά του στην περιοχή, αρχικά ήταν η κατοικία της συζύγου και των παιδιών του Πέτρου Καπνίστ, όπως αναλυτικά θα διαβάσετε παρακάτω:

Κόμισσα ΕΥΓΕΝΙΑ ΚΑΠΝΙΣΤ.

Μια αισθαντική ψυχή, μια φλογερή πατριώτισσα, που με την παρουσία της τίμησε το Παλαιό Φάληρο.

Πρώτη Επαφή

Ερευνώντας τις εφημερίδες των δεκαετιών του 1900 και του 1910 για να βρω τυχόν αναφορές για το Παλαιό Φάληρο, συνάντησα αρκετές φορές τη έκφραση «οικία Καπνίστ», «μέγαρον Καπνίστ» και «έπαυλις Καπνίστ», στην προσπάθεια των συντακτών να προσδιορίσουν κάποιο συγκεκριμένο τοπικό σημείο του Π. Φαλήρου.

Το παράξενο αυτό επώνυμο με εντυπωσίασε και μου κίνησε την περιέργεια και άρχισα να ερευνώ σε παλιές εφημερίδες, σε εγκυκλοπαίδειες, σε διάφορες πηγές, αλλά και στο Διαδίκτυο.

Από τις εφημερίδες πήρα την πληροφορία ότι το 1919, το «Μέγαρο Καπνίστ» εκμισθώθηκε στον επιχειρηματία Ηλία Αντωνόπουλο και λειτούργησε ως Ξενοδοχείο (?) και Ζυθεστιατόριο με την επωνυμία “EDEN CLUB”.

Μια φωτογραφία της εποχής και μια ανάλογη καρτ ποστάλ του “EDEN CLUB”, μου γνώρισαν τη φινέτσα και τη μεγαλοπρέπεια του «Μεγάρου Καπνίστ».

Με την ονομασία “Eden” ή “Edem” προσδιορίζεται μέχρι και σήμερα, το ακραίο προς τα ανατολικά, παραλιακό σημείο του Παλαιού Φαλήρου.

Παράλληλα στο βιβλίο του Κώστα Μπίρη για τα τοπωνύμια των Αθηνών και των περιχώρων εντόπισα την εξής αναφορά.

Γράφει ο Μπίρης: «Έντεν. Τοπωνυμία της παρά το Ρέμα της Πικροδάφνης, παραλιακής περιοχής του Παλαιού Φαλήρου, προκύψασα από την επωνυμία Edem της αυτόθι ακραίας επαύλεως. Εκτίσθη η έπαυλις αυτή το 1908 υπό της Αικατερίνης Καπνίστ, χήρας του ελληνικής καταγωγής κόμιτος Πέτρου Ιβάνοβιτς Καπνίστ, η οποία κατά τα πρώτα έτη μετά το1900 είχεν έλθει και είχεν εγκατασταθεί εις τας Αθήνας με τας δύο θυγατέρας της, την Ίναν και την Ευγενίαν, εκ των οποίων η πρώτη έγινε σύζυγος του Πέτρου Μεταξά και η δευτέρα του ιδιόρρυθμου ιατρού Ιωάννη Δραγά(τ)ση-Παλαιολόγου.»

Όλες η προηγούμενες πληροφορίες καθώς και η σημείωση αυτή του Μπίρη, ήταν η αφετηρία για μια πιο επισταμένη έρευνα για τους Καπνίστ, που μου είχε γίνει σχεδόν «εμμονή» και που με την πάροδο του χρόνου, επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην Ευγενία Καπνίστ, η προσωπικότητα, το έργο και το πάθος της οποίας, με γοήτευσαν και με απορρόφησαν.

Αιώνες μας χωρίζουν από την εποχή που η οικογένεια από την εμφανίζεται στο προσκήνιο της Ιστορίας με το επώνυμο Καπνίση.

Από Καπνίση σε Καπνίστ

Η οικογένεια Καπνίση, ήταν μία από τις επιφανέστερες βυζαντινές οικογένειες, «παρά τας Βλαχέρνας», όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν. Μάλιστα το Αρχοντικό τους σωζόταν και μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα.

Μετά την Άλωση, ένας κλάδος της οικογένειας κατέφυγε στην Κρήτη και από εκεί γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα, στη Ζάκυνθο. Ένας άλλος κλάδος ήδη πριν από την Άλωση, γύρω στα 1400, είχε εγκατασταθεί στη Βενετία, όπου ένας εκπρόσωπός της, ο Ανδρέας Καπνίσης, αναφέρεται ως ιππότης του Αγίου Μάρκου και «καραβοκύριος». Ο γιος του Πέτρος Καπνίσης σαν αξιωματικός του Βενετσιάνικου στρατού και στόλου, πολέμησε μαζί με τους άλλους Βενετούς εναντίον των Τούρκων για την υπεράσπιση της Μεθώνης.

Μετά την κατάληψη της Μεθώνης από τους Τούρκους το έτος 1499, δεν ξαναγυρνάει στη Βενετία αλλά εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο. Εκεί του απονέμεται τιμητική σύνταξη, προσωπικός τίτλος ευγενείας (κόμιτος) και εγγράφεται στην τάξη των ευγενών.

Πολύ αργότερα, τον Ιανουάριο του έτους 1702 ο τίτλος του κόμιτος απονέμεται με κληρονομικό πλέον δικαίωμα πάνω σαυτόν με διάταγμα του Δόγη της Βενετίας σε έναν απόγονο του αρχικού Πέτρου Καπνίση, στον Χριστόφορο Καπνίση.

Ο γιος του Χριστόφορου, κόμης πλέον Πέτρος Καπνίσης, σε ένα ταξίδι του στην Ευρώπη, συναντιέται τυχαία με τον Αυτοκράτορα της Ρωσίας Πέτρο ( που αποκλήθηκε μετέπειτα Μεγάλος), ο οποίος ταξίδευε τότε «ινκόγκνιτο» με το όνομα «Λοχίας Πιοτρ Μιχαήλωφ», με σκοπό να γνωρίσει την κατάσταση στις «προηγμένες» χώρες της Δύσης.

Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν γρήγορα με φιλία και ο Μέγας Πέτρος διαβλέποντας ικανότητες και αξία, περιέβαλε τον Ζακυνθινό κόμιτα με ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, ο οποίος αργότερα, με εντολή και χρήματα του Αυτοκράτορα, εξοπλίζει στολίσκο με ελληνικό πλήρωμα, με τον οποίο αρχίζει να καταδιώκει τα μουσουλμανικά πειρατικά πλοία τα οποία λυμαίνονταν τη Μεσόγειο, « τα υπό των οτζακίων ορμώμενα» (Τύνιδος και Αλγερίας).

Αφού πολέμησε αρκετά χρόνια την πειρατεία, καλείται από τον Αυτοκράτορα και εγκαθίσταται πλέον στη Μόσχα όπου τον ανέμεναν τίτλοι και αξιώματα.

Την ίδια αυτοκρατορική εύνοια απολαμβάνει και ο γιος του Βασίλης Πέτροβιτς που αλλάζοντας το επώνυμο από Καπνίσης σε Καπνίστ και γίνεται ο γενάρχης της ρωσικής οικογένειας των «Καπνίστ».

Ο Βασίλης Καπνίστ στέλνεται στη νότιο Ρωσία με ειδικές αποστολές και διαπρέπει εκτός από διαπραγματευτής και σε στρατιωτικές επιχειρήσεις για την κατάκτηση της Κριμαίας. Παίρνει στρατιωτικά αξιώματα και τελικά σκοτώνεται μαχόμενος εναντίον των δυνάμεων του Βασιλέως της Πρωσίας Φρειδερίκου το έτος 1757 κατά τον επταετή πόλεμο, επί κεφαλής των Κοζάκων του Δον. Τα παιδιά του και τα ανήψια του καλούνται και ανατρέφονται στην αυτοκρατορική Αυλή.

Το έτος 1758, γεννιέται το πιο ονομαστό μέλος της οικογένειας Καπνίστ. Ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Βασίλης Βασιλίεβιτς Καπνίστ (Vasily Vasilievich Kapnist). Μετά από σπουδές στα νομικά και σε ξένες γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά) και τετραετή στρατιωτική θητεία, επιδόθηκε στη λογοτεχνία. Έγραψε αρχικά Ωδές τόσο στα ρωσικά όσο και στα γαλλικά. Ονομαστές μείνανε δύο Ωδές του με τις οποίες στιγμάτιζε την «δουλοπαροικία» στη Ρωσία. Ακολούθησαν πολλά θεατρικά έργα, δραματικά και σατιρικά και η τραγωδία «Αντιγόνη». Το καλύτερο από τα έργα του θεωρείται η «Στρεψοδικία», αφιερωμένο στον Αυτοκράτορα Παύλο τον Α΄, ο οποίος διέταξε να παιχθεί στο θέατρο γιατί πίστεψε στα μηνύματα που έστελνε στην κοινωνία το έργο αυτό, με το οποίο επετίθετο στη ρωσική γραφειοκρατία και σε αυθαίρετες και αλαζονικές συμπεριφορές δικαστικών και ανώτερων κρατικών λειτουργών. Πολλά από τα έργα του παίχτηκαν στο θέατρο, όπως η «Ιάβεδα», η «Κιουρένδα και Μιγών», ο «Σγαναρέλλιος» και το 1814 η «Αντιγόνη».

Μετέφρασε επίσης από την παλιά ανατολική σλαβική γλώσσα στα ρωσικά, το επικό ποίημα «Ο μύθος της Εκστρατείας του Ιγκόρ» που ήταν γραμμένο με Κυριλλική γραφή.

Εκλέχτηκε Ακαδημαϊκός και επί Αικατερίνης της Β΄ διορίστηκε διευθυντής του Αυτοκρατορικού Θεάτρου και Σύμβουλος της Επικρατείας.

Ο Vasily Kapnist τον περισσότερο χρόνο του τον περνούσε στη έπαυλή του στην Obukhovka της Ουκρανίας κοντά στην Πολτάβα, στο Κυβερνείο της οποίας έγινε Πρόεδρος. Εκεί αποσύρθηκε τα τελευταία 22 χρόνια της ζωής του γράφοντας ποίηση και μαχόμενος την κοινωνική αδικία

Αγάπησε με πάθος την Ουκρανία την “Little Russia” και τον ουκρανικό λαό, υπερασπιζόμενος πάντα τα συμφέροντά του.

Θεωρείται από τους πρώτους που εμπνεύσθηκαν την ανεξαρτησία της Ουκρανίας και έκανε μάλιστα και μια διακινδυνευμένη και παράτολμη κίνηση προς το σκοπό αυτό.

Το έτος 1791 ταξίδεψε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στο Βερολίνο επιδιώκοντας ακρόαση από Πρώσο Καγκελάριο Κόμη Herzberg. Η συνάντηση έγινε και ο Κόμης Kapnist ζήτησε να μάθει εάν η Πρωσική Κυβέρνηση θα μπορούσε να βοηθήσει ηθικά, πολιτικά ακόμη και στρατιωτικά, τους Ουκρανούς εκείνους που αγωνίζονταν ενάντια στην Μοσχοβίτικη τυραννία και στον δεσποτισμό του Ποτέμκιν. Ο Κόμης Herzberg παρόλο που έδωσε μία διπλωματική και αμφίβολη απάντηση στον Kapnist, ποτέ δεν αποκάλυψε το μυστικό του στην Κυβέρνηση της Αγίας Πετρούπολης.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η ιστορία αυτή αποκαλύφθηκε μόλις το 1888 από έγγραφα που βρέθηκαν τυχαία στα Πρωσικά αρχεία.

Το 1821μυήθηκε «στα της Φιλικής Εταιρείας» και εργάστηκε μέχρι το τέλος της ζωής (1823) του για την ευόδωση των σκοπών της και την ελευθερία της Ελλάδας.

Έγραψε και δημοσίευσε δύο εμπνευσμένα και φορτισμένα συγκινησιακά ποιήματα για την Ελλάδα με τους τίτλους «Έκκληση για βοήθεια στην Ελλάδα» και «Στον Επαναστατημένο Ελληνικό Λαό» που παρουσιάστηκαν στην Ελλάδα σε εξαιρετική απόδοση της Ρούλας Κακλαμανάκη.

Παραθέτω από το πρώτο ποίημα τα δύο πρώτα δεκάστιχα, από τα δεκατέσσερα συνολικά, που τα θεωρώ και τα πιο εμπνευσμένα:

"Τι νάναι τάχα τούτες οι βροντές,

Που στο Νότο ακούγονται μαζί με κραυγές;

Του καπνού οι τούφες από πού βγαίνουν

Και μέχρι τα σύννεφα ανεβαίνουν;

Της φοβερής αυτής μάχης οι οιμωγές,

Και των φονιάδων οι άγριες φωνές

Και των θυμάτων ο ρόγχος του θανάτου

Ολόκληρη τη γη ταρακουνάει,

Ανάψανε μεγάλες του πολέμου οι φωτιές,

Φλέγεται ο ουρανός από τις πυρκαγιές.


Είναι η Ελλάδα που άλλο δεν αντέχει

Τον ζυγό τον ασήκωτο που τη βαραίνει,

Που δεν ανέχεται πια τη σκληρή φυλακή,

Τις συμφορές τις μεγάλες της Πατρίδας,

Τον άτιμο τύραννο και αρνητή της ελπίδας.

Στα άκρα φτάνει πια η αγανάκτηση

Ξεγυμνώνει το σπαθί η επανάσταση.

Ο Σταυρός την ευλογεί, την προστατεύει,

Των δοξασμένων προγόνων το δρόμο πιστά

Ακολουθεί και βαδίζει μπροστά."

Τα Σοβιετικά Ταχυδρομεία τον τίμησαν το 1958 εκδίδοντας ένα γραμματόσημο με την προσωπογραφία του για τα 200 χρόνια από τη γέννησή του.

Η Ουκρανία τον τίμησε επίσης με την κυκλοφορία αναμνηστικής σφραγίδας στις 12 Φεβρουαρίου 2008, με τη συμπλήρωση 250 χρόνων από τη γέννησή του.

Ο εγγονός του Πέτρος Ιβάνοβιτς Καπνίστ είναι ο πατέρας της Ευγενίας και της Ίνας Καπνίστ. Έφερε και αυτός την έμφυτη ποιητική τάση και τα ελληνικά αισθήματα που του κληροδότησε η μακραίωνη οικογενειακή παράδοση. Το σπίτι του πατέρα του Ιωάννη Καπνίστ, Κυβερνήτη της Μόσχας, ήταν πάντοτε ανοιχτό στην ελληνική παροικία και ταυτόχρονα ένα «φιλολογικό σαλόνι».

Ο Πέτρος Καπνίστ γεννήθηκε στην Obukhovka το έτος 1829 όπως και ο παππούς του Vasily και όλες οικογενειακές του αναμνήσεις συνδέονται με την μαχόμενη Ελλάδα.

Διπλωματούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Μόσχας εισέρχεται από νωρίς στην κρατική υπηρεσία και αναλαμβάνει διάφορες εμπιστευτικές αποστολές με ζηλευτή επιτυχία, ενώ παράλληλα ασχολείται με την ποίηση.

Διορίζεται «λογοκριτής» κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου και κατόπιν επί Αλεξάνδρου του Α΄ διευθυντής του “Messager Officiel” της ρωσικής δηλαδή « Εφημερίδος της Κυβερνήσεως». Τιμήθηκε με τον Μεγαλόσταυρο του Αγίου Στανισλάου, έγινε μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας και έφερε το τίτλο του «Κλειδούχου» του Αυτοκράτορα.

Κατά τη διάρκεια όλης της σταδιοδρομίας του δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει ποιήματα καθώς και θεατρικά έργα. Η σεμνότητα του χαρακτήρα του δεν του επέτρεψε να δημοσιεύει τα έργα του εκτός από λίγες περιπτώσεις λυρικών ποιημάτων του που και αυτά τα δημοσίευσε μόνο με τα αρχικά του ονόματός του.

Από τα θεατρικά του έργα παρουσιάζουν περισσότερο ενδιαφέρον, τα δράματα “La conjuration de Cinq-Mars” και “Stenka Razine”.

Εκείνο που χαρακτήριζε όμως κυρίως τον Πέτρο Καπνίστ ήταν η διακαής αγάπη του για την Ελλάδα, ο θαυμασμός του για τα αρχαία κλέη της, η συνείδηση της ελληνικής του ζακυνθινής καταγωγής και η αγωνία του για τις τύχες της νεώτερης ελληνικής φυλής.

Οι κόρες του Ευγενία και Ίνα, πήραν ελληνική κλασσική παιδεία, τόσο στη Ρωσία, όσο και σπουδάζοντας στο Παρίσι, όπου έμειναν αρκετά χρόνια.

Μετά την αποχώρησή του από τα κρατικά του καθήκοντα, εγκαταστάθηκε στη Ρώμη όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του το 1898.

Τα έργα του περισυλλέγησαν από τις δύο κόρες του, Ευγενία και Ίνα και μετά το θάνατό του, δημοσιεύθηκαν σε δύο τόμους στη Μόσχα το 1901.

Το λείψανό του κατά ρητή του επιθυμία μεταφέρθηκε στη Ζάκυνθο τον Απρίλιο του1898 «όπου εκομίσθη διιδιαιτέρου ατμοπλοίου» από την χήρα του Αικατερίνη Καπνίστ και τις δύο κόρες του, προκειμένου να ταφεί «εις την ευανθή και πολυύμνητον γην των προπατόρων του την οποίαν χωρίς να γνωρίζει, χωρίς ποτέ να επισκεφθεί, αλλεκ παραδόσεως οικογενειακής, οιονεί υπείκων εις την φωνήν του ιδίου αίματος, ηγάπα και ενοστάλγει ως ιδιαιτέραν πατρίδα».

Η ταφή του έγινε με μία ιδιαίτερα κατανυκτική τελετή στο «Ξηροκάστελλο» κοντά στη θάλασσα.





Το γεγονός αυτό προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση και ο Κωνσταντίνος Σκόκος δημοσίευσε στο «Ημερολόγιο» του 1899 ένα ποίημά του Πέτρου Καπνίστ σε μετάφραση και του αφιέρωσε ένα συγκινητικότατο άρθρο που καταλήγει έτσι: «Και ιδού νυν η Ζάκυνθος φιλοξενεί τα οστά του κόμητος Πέτρου Καπνίστ, του οποίου το σκήνωμα κατατεθέν υπό της οικογενείας αυτού αναπαύεται εν μαυσωλείω εγερθέντι επίτηδες επί θαλασσοπλήκτου βράχου εις το ρωμαντικόν δάσος του Αγίου Διονυσίου, όπως νανουρίζει τον αιώνιον ύπνον του ποιητού και φιλέλληνος, ο φλοίσβος της ελληνικής θαλάσσης». 

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος του 1897 με το ατυχές για την Ελλάδα αποτέλεσμα, ο Κόμης Καπνίστ δίνει την άδεια στις κόρες του να πάνε στην Ελλάδα και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σαν νοσοκόμοι στο πλευρό των τραυματισθέντων Ελλήνων μαχητών. Αναφέρεται ότι το τελευταίο ποίημα που έγραψε πριν πεθάνει, ήταν αφιερωμένο στους «ηττηθέντας Έλληνας» των οποίων η δυσμενής τύχη του πολέμου "μεγάλως συνεκίνησε και διέθρυψε την καρδίαν αυτού". 

Η Ευγενία Καπνίστ (Eugenie Kapnist) γεννήθηκε το 1870 στη Ρωσία. Από τα πρώτα παιδικά της χρόνια διδάχθηκε και έμαθε τη γαλλική γλώσσα. "Προσευχόμουν στα γαλλικά», έλεγε. Όταν ήταν δώδεκα χρονών, της έδωσε ο πατέρας της να διαβάσει Andrι Chιnier , που ήταν γιαυτόν - όπως υπήρξε πάντοτε και για την Ευγενία- « Ο αγαπημένος, ο θεϊκός Andrι Chιnier ». Η «γνωριμία» αυτή, υπήρξε καθοριστική για όλη τη διάρκεια της ζωής της. Θαυμασμός, συγκίνηση, εμμονή και λατρεία

Πολύ νέα, σχεδόν παιδί, η Ευγενία Καπνίστ μαζί με την αδελφή της ΄Ινα, πήγαν στη Γαλλία όπου παρέμειναν για πολλά χρόνια. "Η Γαλλία, γράφει - πνευματική πατρίδα του νού μου - η Γαλλία είναι αυτή που μου δίδαξε να σκέφτομαι και να λειτουργώ, γιατί στη Γαλλία ανατράφηκα από την παιδική μου ηλικία και πάντα θα της αφιερώνω, την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου”

Ο τίτλος της και η αριστοκρατική της καταγωγή, ο πλούτος της, τα πνευματικά της ενδιαφέροντα και το γεγονός ότι ήταν δισέγγονη του μεγάλου Ρώσου ποιητή και δραματογράφου Vasyl Kapnist, την έκαναν αμέσως δεκτή στους κύκλους της γαλλικής αριστοκρατίας και της πνευματικής ελίτ.

    Ήταν προικισμένη λογοτέχνης και έγραφε στη γαλλική γλώσσαΤο 1908 δημοσίευσε στο Παρίσι συλλογή ποιημάτων, με τον γενικό τίτλο “L’ Acropole”. To 1909 δημοσίευσε επίσης στο Παρίσι, ένα έμμετρο λυρικό δράμα με τίτλο “Promethee”.

    Αρχές του 1910, γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγό της, τον ιατρό Ιάσονα Δραγά(τ)ση Παλαιολόγο, με τον οποίο και με δικά της έξοδα, λειτούργησαν στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων λειτούργησαν ιδιωτικό νοσοκομείο για την θεραπεία και την νοσηλεία τραυματισμένων Ελλήνων στρατιωτών.

    Εγκαταστάθηκε στη συνέχεια μαζί με τον σύζυγό της στην Αθήνα, όπου προσέφερε μεγάλο κοινωνικό και πολιτιστικό έργο μέχρι και το θάνατό της που συνέβη το 1942 κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.

Βασίλης Χατζηκωνσταντίνου, Δικηγόρος

Πρόεδρος "Αρχείου Ιστορίας Παλαιού Φαλήρου"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι πιο αναγνώστες μας Αναγνώστες

Related Posts with Thumbnails