Η Ingvild Rishøi γεννήθηκε το 1978 στο Όσλο, είναι δημοσιογράφος και έχει διακριθεί για τη συγκέντρωση της αφηγηματικής της προσοχής της σε δύο αλληλένδετα στοιχεία: το ένα είναι οι ευάλωτοι ψυχικά χαρακτήρες της και το άλλο το κοινωνικό περιθώριο εντός του οποίου αγωνίζονται κατά κανόνα να επιβιώσουν. «Ο δρόμος προς τα αστέρια», μετάφραση Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, εκδόσεις Μεταίχμιο, έχει γνωρίσει μεγάλη επιτυχία τόσο στη Νορβηγία όσο και διεθνώς. Το βιβλίο για το οποίο θα συζητήσουμε ήρθε μετά από μια επίσης επιτυχημένη συλλογή διηγημάτων και αποτελεί το πρώτο μυθιστόρημα της Rishøi.
Όπως τον χαρακτηρίζει η ίδια, ο «Δρόμος προς τα αστέρια» είναι μια ιστορία για τα Χριστούγεννα στην οποία πρωταγωνιστούν δύο αδελφές, η Ρόνια και η Μελίσσα. Με τον πατέρα τους να ξεχειλίζει από τρυφερότητα, αλλά και να βυθίζεται ανήμπορος στο ποτό, τα δυο κορίτσια καταφέρνουν να βρουν μια ευκαιριακή δουλειά εν όψει των επερχόμενων γιορτών - να πουλάνε χριστουγεννιάτικα δέντρα και να κερδίζουν λεφτά για μια ζωή, τουλάχιστον μέχρι το τέλος της χρονιάς, γεμάτη δώρα, γεύσεις και χαρά.
Την ιστορία αφηγείται η Ρόνια, που είναι η μικρότερη και προσφέρει στη συγγραφέα την απλή, λιτή και αφελή γλώσσα της, μια γλώσσα που θέλει να απεμπολήσει το κακό, πιστεύοντας στην ελπίδα και -γιατί όχι;- στην ομορφιά των ανθρώπων και στην ευτυχία. Η πραγματικότητα θα αντισταθεί, παρόλα αυτά και ως συνήθως, στην οποιαδήποτε καλή προοπτική. Τα κορίτσια θα μπλέξουν με τους άτεγκτους νόμους της αγοράς, που κρύβουν πίσω από την επίκληση του νομότυπου την εκμετάλλευση της εργασίας, θα χάσουν τα κέρδη τους και θα πανικοβληθούν, με τη μικρή να βρίσκει τον πατέρα τους χύμα στο πάτωμα από το αλκοόλ και τη μεγάλη να καταρρέει μπροστά στην αποτυχία.
Θα διαβάσουμε σίγουρα κάτι από Άντερσεν και από Ντίκενς στον «Δρόμο προς τα αστέρια». θα δούμε την ταξική αδυναμία, την οικονομική ανισότητα και τη φτώχια να έρχονται στο φως ακόμα και στη Σκανδιναβία του 21ου αιώνα, θα ανακαλύψουμε τον εαυτό μας να συμπάσχει συχνά με τη Ρόνια και με τη Μελίσσα ή να μοιράζεται τον ενθουσιασμό τους για όσα κατορθώνουν να φέρουν εις πέρας. Πλην όλα επί ματαίω. Τίποτε δεν θα πάει καλά και κανένα μαγικό φως δεν θα ανασύρει στην επιφάνεια κανένα θαύμα.
Κανένα θαύμα όντως; Και η απρόσμενη προθυμία των συναδέλφων που θα επινοήσουν από το υστέρημά τους τα ποθητά δώρα; Και ο επιστάτης του σχολείου της μικρής ο οποίος θα της μάθει να εμπιστεύεται τις δυνάμεις της; Και η γλώσσα της μικρής; Η αθωότητα και η αμεσότητα αυτής της γλώσσας, που προικίζει τη Rishøi με το ισχυρότερο όπλο της (η Γλυνιαδάκη το αποδεικνύει με τη μετάφρασή της) και ανοίγει τον δρόμο για να ταξιδέψει το βιβλίο αν όχι στην καρδιά του απείρου, τότε σίγουρα στην επικράτεια ενός σύγχρονου παραμυθιού το οποίο ξέρει πώς να συνταιριάξει τον ρεαλισμό με την ουτοπία και το όνειρο με τη γνώση και με την επίγνωση. Και αυτά χωρίς την παραμικρή παραχώρηση σε ευκολίες και σε βλέψεις για πώληση αντιτύπων. Μόνο με την πεποίθηση πως η λογοτεχνία δεν χρειάζεται να καταφύγει στην ψευδαίσθηση για να παραχωρήσει και να λυτρώσει.
Β. Χατζηβασιλείου

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου