Φέτος, από τις 15 μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου, βρέθηκε στη Ζάκυνθο ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος Β΄, για τις χειμερινές εορτές προς τιμήν του Πολιούχου του νησιού Αγίου Διονυσίου.
Το πέρασμά του από την πολυαπαιτητική κοινωνία της Ζακύνθου άφησε άριστες εντυπώσεις, ο δε λόγος του έκαμε αίσθηση σε κάθε περίπτωση. Διότι κατέστη πασιφανές, ότι προερχόταν από την καρδιά του, από την διαιώνια σοφία της εκκλησιαστικής Παράδοσης, αλλά ταυτόχρονα και την επίγνωση των μηνυμάτων της εποχής. Όλ' αυτά συνέθεσαν έναν βαθύτατα στοργικό, πράο και αγαπητικό λόγο, ο οποίος έχει τις δυναμικές να γονιμοποιήσει τις στειρωμένες (λόγω πολλών και ποικίλων, γνωστών - άγνωστων αιτιών) ψυχές του σύγχρονου κόσμου.
Παρακάτω παραγματοποιούμε ένα μικρό εράνισμα λόγου με ουσία από τις ομιλίες του εν Ζακύνθω. Αξίζει να ενωτισθούμε τι έχει να μάς πει:
Να ευαγγελισθούμε την Ειρήνη, τον Ιησού Χριστό, στους ανθρώπους μας, όπως αυτό και μόνο μάς εμπιστεύτηκε ο ίδιος, εμάς τους μικρούς και ολίγους, για να ανατρέψει τον περιορισμό που αισθάνεται ο άνθρωπος από την πνιγηρή ανακύκλωση της καθημερινότητάς του.
Εάν σήμερα δεν δώσουμε, σαν τον Άγιο Διονύσιο μέσα σε πνεύμα πραότητας, ειρήνης και ενότητας, την μαρτυρία της εκκλησιαστικής αλήθειας, θα είμαστε τραγικές και ξεπερασμένες φιγούρες ενός αταβιστικού παρελθόντος, με γραφικό μόνο ρόλο στα λαϊκά και χωρίς πια νόημα πανηγύρια μας. (...)
Είναι πραγματικά η εποχή μας μια καμπή σε όλες της τις εκφάνσεις, σχετικά με ό,τι παραλάβαμε και παραδεχθήκαμε σαν σταθερές και σαν όρια. Το πρόβλημα της εποχής μας δεν εστιάζεται στην διαβούλευση για την δημιουργία νέων δεδομένων που θα δώσουν στον σύγχρονο άνθρωπο ώθηση για καλύτερες συνθήκες γενικής διαβίωσης και περαιτέρω προοπτικής του, αλλά στους όρους και τους τρόπους με τους οποίους εκφράζεται η αντίρρηση ή η παραδοχή τους.
Αλίμονο εάν οι εναλλασσόμενες ιστορικές εποχές δεν είχαν στην διάθεσή τους την ανατροπή και την δημιουργία νέων δομών, οραματισμών και προτεραιοτήτων. Θέλω με σεβασμό και χωρίς κομπασμούς να υπενθυμίσω ότι η εκκλησιαστική ζωή και ό,τι αυτή εμπεριέχει, είναι αυτή που για πολλούς αιώνες νοηματοδοτούσε το είναι των ανθρώπων μας.
Τον τελευταίο καιρό, με αφορμή ανθρώπινες υπερβολές ή και παραλείψεις, ανασύρεται από το συρτάρι του εντυπωσιασμού και της προχειρότητας το ζήτημα του λεγόμενου χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας. Το ερώτημα αυτό, αγαπητοί μου, είναι πλασματικό. Η Εκκλησία και η Πολιτεία είναι δύο οντότητες, που υποχρεωτικά είναι χωρισμένες σε διακριτούς όρους και αυτονόητα συνδεδεμένες. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος και άλλος λόγος για να ορίσουμε την διαφορετικότητα των δύο και συγχρόνως την κοινή τους πορεία σε ό,τι αφορά το κοινό ζητούμενο, τον άνθρωπο.
Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού. Οι τοπικές Εκκλησίες της πατρίδας μας είναι ένα μέρος του καθολικού Σώματος και συνάμα μια δυναμική φανέρωση της άλλης σημαντικής και του ήθους της. Η Ευαγγελικότητα αφορά στο όλο του ανθρώπου του κάθε σήμερα και έχει χρέος και ευθύνη με σταθερές, το άγιο χθες να χαράζει και να ευθυπορεί το αύριο. Η Εκκλησία δεν περιορίζεται μέσα στην πολιτειακή διάρθρωση και δεν μπορεί να εντοπίζεται ο ρόλος της μόνο σε μια περιθωριακή θρησκευτικότητα. Χωρίς να υποκαθιστάνει τις άλλες συντεταγμένες του κοινωνικού και ευρύτερου χάρτη δεν παραθεωρεί το είναι της και δεν αντιπαρέρχεται ανεύθυνα και ανέξοδα την ανθρώπινη ανησυχία, τον πόνο, τον προβληματισμό, την ανισομέρεια στην κατανομή των ευκαιριών και της προσβάσεως στα υλικά και πνευματικά αγαθά.
Αυτά και όλα τα άλλα σύγχρονα προβλήματα κάνουν την Εκκλησία περισσότερο από το χθες να είναι έτοιμη να προσφέρει καταφύγιο στον εσωτερικό των ανθρώπων ξεσηκωμό και την ανησυχία για το πώς και πού βαδίζουμε. Η Εκκλησία του Χριστού, εδώ και αιώνες έχει αποκηρύξει σαν αίρεση την διάθεση πολλών για μια ιδεαλιστική θεώρηση του είναι της και ευτυχώς γνωρίζει και αισθάνεται ότι διακονεί τον άνθρωπο σε όλες του τις ανάγκες. Χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς μεγαλοστομίες, χωρίς έπαρση, χωρίς την κακώς νοούμενη δημοσιότητα, πορεύεται και κηρύττει με την ζωή της, και προσκαλεί τον σύγχρονο άνθρωπο στην πραγματιστική και συνάμα οραματιστική της πνοή, που λέγεται αγιότητα. Αυτή είναι η έννοια και η μέριμνα της Εκκλησίας να κεντρίσει τους ανθρώπους προς την αληθινή και μόνη ελπίδα, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Ο λόγος λοιπόν και ο τρόπος της είναι ισόρροπος, είναι ελκυστικός. Δεν την αφορά την Εκκλησία, η νομική θεώρηση και το status στην συνεργασία της με τις συντεταγμένες πολιτείες, όπου αυτή ζει και ενυπάρχει. Δεν είναι και δεν πρέπει να καλλιεργούμε την ψευδαίσθηση ότι το κυρίαρχο θέμα μας είναι το νομικό καθεστώς στις σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους. Αυτά και αλλάζουν και οριοθετούνται σε πνεύμα αμοιβαιότητος, κατανοήσεως και συνεργασίας, προκειμένου να θεραπεύουν τις πολλές ανάγκες του ανθρωπίνου προσώπου και να του δίνουν νόημα, ενδιαφέρον, ελπίδα και λύσεις στην πολυπλοκότητα της καθημερινής του ροής. Αν κατασταθεί κυρίαρχο ζήτημα η νομική μορφή της αμφίδρομης αυτής σχέσεως τότε μάλλον έχουμε εμείς εκπέσει από Εκκλησία, δηλαδή από το Άγιον Σώμα του Χριστού, σε απρόσωπη και άψυχη νομική οντότητα χωρίς προοπτική και μέλλον και αντίστοιχα η Πολιτεία, και ό,τι την απαρτίζει, θα έχουν χάσει την φερεγγυότητα και την δυναμική για λύσεις την κάθε ώρα και την κάθε στιγμή, που ο άνθρωπος την θέλει κοντά του.
Όσον αφορά την Εκκλησία, σήμερα ζούμε μια αντίφαση. Η θεολογία μας και η Παράδοσή μας δεν γνωρίζουν άλλο τρόπο ύπαρξης του ανθρώπου και άλλη ποιότητα ανθρωπίνων σχέσεων παρά αυτήν κατά την οποίαν εν Χριστώ και εν τη Ευχαριστία «εν σώμα οι πολλοί εσμεν» (Α΄ Κορ. 10, 17). Κανείς δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον άλλο.
Κατά συνέπεια δεν υπάρχουν απρόσωπες ποιμαντικές σχέσεις και η Εκκλησία δεν υπάρχει για να εξυπηρετεί ατομικές θρησκευτικές ανάγκες ψυχολογικού η συναισθηματικού τύπου, αλλά για να καθίσταται συνεχώς εφικτή η ενότητα των ανθρώπων.
Για να μπορούν οι άνθρωποι να απελευθερωθούν από τη δουλεία του ατομοκεντρικού εγωϊσμού και να συναντηθούν στην ελευθερία των προσωπικών σχέσεων αγάπης, ομόνοιας και ειρήνης: «ίνα ώσι εν καθώς ημείς εν εσμεν» (Ιω. 17, 22).
Η Εκκλησία δεν είναι ούτε θρησκευτικό σωματείο ούτε ιδεολογική παράταξη, αλλά τρόπος ζωής.
Γι’ αυτό τον καλό ποιμένα δεν ενδιαφέρει η τυπολατρεία αλλά η ουσία. Ο καλός ποιμένας δεν είναι απρόσωπος θεματοφύλακας θρησκευτικών τύπων, αλλά βιωματικός εκφραστής των συνεπειών εκείνης της κατά Θεόν σχέσης, η οποία συνεπάγεται
να γνωρίζεις το ποίμνιό σου προσωπικά˙
να είσαι γνώστης και μέτοχος των προβλημάτων του˙
να θέτεις την ψυχή σου υπέρ αυτού.
Και έτσι να σε γνωρίζουν, να σε αναγνωρίζουν και να εμπιστεύονται ότι ο δρόμος που τους δείχνεις είναι ο σωστός. Είναι ο δρόμος του Θεού.
Αυτή ακριβώς η σύγχυση μεταξύ ατομισμού και προσωπικών σχέσεων, η οποία φαίνεται μερικές φορές να αλλοιώνει δραματικά τον εκκλησιαστικό βίο, είναι επίσης ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που δηλητηριάζουν και οδηγούν σε κρίση και αδιέξοδο και τον ευρύτερο κοινωνικό βίο, αλλά και τον πολιτισμό μας ολόκληρο.
Ο σύγχρονος πολιτισμός δίνει έμφαση στην ατομικότητα.
Στη διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων.
Στην προτεραιότητα του εγώ έναντι του εμείς.
Όταν όμως μένουμε σε αυτό το επίπεδο, όταν ο άνθρωπος κατανοείται και κατανοεί τον εαυτό του ως άτομο και όχι ως πρόσωπο, αυτή του η επιλογή δεν είναι άμοιρη συνεπειών.
Με τον ίδιο τρόπο που ο «μισθωτός», ο οποίος δεν έχει πίστη και όραμα και δεν διακατέχεται από αίσθηση προσωπικής ευθύνης απέναντι σε προσωπικές υπάρξεις, δεν είναι ποιμένας, το ίδιο ισχύει και
για τον δάσκαλο που είναι μισθωτός ενός εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο αγνοεί τι σημαίνει παιδεία˙
τον πολιτικό που λειτουργεί ως «μισθωτός» της κομματικής συντεχνίας, ο,τι χρώμα και να έχει αυτή και δεν λειτουργεί κατ’ αρχήν ως γνήσιος μέτοχος και εκφραστής των ανθρώπων που εκπροσωπεί στον τομέα της διακονίας του˙
τον γιατρό που εκπαιδεύεται να θεραπεύει ασθένειες και όχι ασθενείς˙
τον δημόσιο υπάλληλο που μαθαίνει να εξυπηρετεί απρόσωπους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς και όχι προσωπικές ανάγκες και προβλήματα των συνανθρώπων του.
για τον δάσκαλο που είναι μισθωτός ενός εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο αγνοεί τι σημαίνει παιδεία˙
τον πολιτικό που λειτουργεί ως «μισθωτός» της κομματικής συντεχνίας, ο,τι χρώμα και να έχει αυτή και δεν λειτουργεί κατ’ αρχήν ως γνήσιος μέτοχος και εκφραστής των ανθρώπων που εκπροσωπεί στον τομέα της διακονίας του˙
τον γιατρό που εκπαιδεύεται να θεραπεύει ασθένειες και όχι ασθενείς˙
τον δημόσιο υπάλληλο που μαθαίνει να εξυπηρετεί απρόσωπους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς και όχι προσωπικές ανάγκες και προβλήματα των συνανθρώπων του.
Έτσι οδηγούμαστε σε απρόσωπες οικογενειακές σχέσεις, σε απρόσωπο σύστημα, σε απρόσωπους διοικητικούς μηχανισμούς κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει λοιπόν διέξοδος; Δεν υπάρχουν παραδείγματα, που να υποδεικνύουν ότι υπάρχει και άλλος δρόμος, και άλλη επιλογή από αυτήν που κυριαρχεί σήμερα στη ζωή μας;
Δεν χρειάζεται, αδελφοί μου, να κοιτάξουμε πολύ μακριά για να ανακαλύψουμε την απάντηση. Ας στρέψουμε απλά λίγο τη ματιά και την προσοχή μας στο ζωντανό παράδειγμα που έχουμε σήμερα μπροστά στα μάτια μας:
Ο Άγιος Διονύσιος, τη μνήμη του οποίου εορτάζουμε σήμερα, έχει σημαδέψει την ιστορία με έναν συγκεκριμένο τρόπο.
Όταν τον πλησίασε ο φονιάς του αδελφού του για να εξομολογηθεί μετανοημένος για το έγκλημά του, ο άγιος φανέρωσε με τον πιο εναργή και αδιάψευστο τρόπο τι σημαίνει εν Χριστώ υπέρβαση της ατομικότητας. Αν δρούσε με κριτήριο τη θιγμένη και αιματοβαμμένη ατομική του οδύνη και την προστασία των δικαιωμάτων του ως αδελφός του δολοφονημένου, θα έπρεπε να καταδώσει τον φονιά του.
Λειτουργώντας όμως ως καλός ποιμένας εκτιμά την μετάνοια, δημιουργεί προσωπική σχέση με τον μετανοούντα και ταυτόχρονα τον βοηθά να κτίσει την προσωπική του σχέση με τον Θεό. Αυτή είναι η ουσιαστική σωτηρία, ανεξάρτητα τι θα γίνει μετά κατά την κοσμική διαδικασία για τη λύση του δράματος.
Όμως αυτό το θαυμαστό γεγονός δεν έγινε τυχαία και παρεπιπτόντως. Είναι καρπός μακρού και επίπονου αγώνα του αγίου να ζήσει κατά Θεόν και να γίνει έτσι δοχείο και εκφραστής του αγίου Πνεύματος.
Σήμερα, που ο ατομικός ευδαιμονισμός με τις γνωστές του συνέπειες:
* την καλλιέργεια της φιλαυτίας,
* την επικράτηση της απληστίας,
* την κυριαρχία της διαπλοκής και της αδιαφορίας για τον δοκιμαζόμενο πλησίον,
η Εκκλησία καλείται να φανερώσει δυναμικά την αλήθειά της. Να αντιτάξει στα φαινόμενα της εγωκεντρικής παρακμής τη δημιουργική δύναμη της αγάπης. Να τροφοδοτήσει τον πολιτισμό με τη σημασία που έχει η υπέρβαση του εγώ προς χάριν του εμείς.
η Εκκλησία καλείται να φανερώσει δυναμικά την αλήθειά της. Να αντιτάξει στα φαινόμενα της εγωκεντρικής παρακμής τη δημιουργική δύναμη της αγάπης. Να τροφοδοτήσει τον πολιτισμό με τη σημασία που έχει η υπέρβαση του εγώ προς χάριν του εμείς.
Η Εκκλησία σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε ίσως, έχει χρέος να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για την τροφοδοσία του κοινωνικού γίγνεσθαι με ο,τι είναι δυνατόν να καλλιεργεί ήθος, νόημα ζωής και τρόπους να ξεπεράσουμε την ατομοκεντρική και αδιέξοδη πορεία του κοινωνικού μας βίου.
Στην αμηχανία του κόσμου για το πώς μπορεί η ζωή να είναι γεμάτη νόημα, και πώς μπορούν οι άνθρωποι να γνωρίζονται προσωπικά μεταξύ τους, συγκροτώντας πολιτισμό προσώπων και όχι ατομικοτήτων, έχει να παραθέσει το παράδειγμα των αγίων της.
Ας ευχηθούμε λοιπόν, η σημερινή μας προσωπική συνάντηση με τον πολιούχο της Ζακύνθου άγιο Διονύσιο, να αποτελέσει απαρχή για προσπάθεια να μετακινηθούμε από το εγώ στο εμείς. Και τούτο όχι μόνο για το καλό το δικό μας, αλλά και για το καλό των πλησίον μας και της χώρας μας.
* Δεν πρέπει να είμαστε ουτοπιστές πρώτα απ' όλα. Μην περιμένετε πάντοτε η ζωή να μην έχει προβλήματα και κρίσεις. Όπως ένα πρόσωπο ή μια οικογένεια, και η κοινωνία μας είναι φυσικό να έχει κρίσεις. Είμαστε λοιπόν σε μια κρίση. Όσοι έχουν διαβάσει Ιστορία έχουν δει πόσες κρίσεις έχουν συμβεί δια μέσου των αιώνων. Απλώς δεν πρέπει να μάς πιάσει πανικός, να είμαστε ψύχραιμοι, να δώσουμε σωστή ερμηνεία στα αίτια που δημιούργησαν αυτή την κρίση, να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις και είμαι σίγουρος, ότι θα προχωρήσουμε καλά.
* Σε όλη τη ζωή, αν ψάξουμε, υπήρξαν Βατοπαίδια, υπάρχει και τώρα, και θα ξαναϋπάρξει πάλι. Το θέμα είναι, πώς ο άνθρωπος θα μάθει, όταν παρουσιάζονται αυτές οι κρίσεις, πού θα βρει τα αντισώματα να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες και να προχωρήσει.
Το θέμα είναι, αν ψάξουμε στη ζωή μας, ο καθένας είναι ένα Βατοπαίδι. Κι εσείς κι εγώ.
[Δηλώσεις στα τοπικά Μ.Μ.Ε.]
Ζούμε σε δύσκολη όντως εποχή και την κάνουν ακόμη δυσκολότερη ο εγωισμός μας, τα πάθη που μας κυριεύουν και η αμαρτία. Όμως μπορούμε να βάλουμε μέσα στο φύραμα της κοινωνίας λίγη από την αγία ζύμη της Εκκλησίας μας, όπως μας την παρουσίασε με την αγία βιοτή του ο σήμερον εορταζόμενος Άγιος Διονύσιος, συγχωρώντας τον φονέα του αδελφού του.
* Φωτογραφίες: Π.Κ. Στην 1η, κέντημα σε άμφια από το Μουσείο της Μονής Στροφάδων και Αγ. Διονυσίου. Στην 2η, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος σε στιγμιότυπο από την επίσκεψη στη Ζάκυνθο.
5 σχόλια:
Eξαιρετική ανάρτηση παμφίλτατε Π.Κ.!
Το εράνισμα των λόγων του Αρχιεπισκόπου από την πρόσφατη επίσκεψή του στη Ζάκυνθο είναι άκρως αντιπροσωπευτικό της θεολογικής σκέψης του κ. Ιερωνύμου που μας έλειπε!
Ευτυχώς δι' αυτού πρυτανεύει η θεολογία, η νηφαλιότητα και ο ρεαλισμός!
Μακάρι το πνεύμα του να μπολιάσει όσο γίνεται περισσότερο την Ελλαδική Εκκλησία, για να προκύψει συν τω χρόνω κάτι γόνιμο και αληθινό.
Προφανέστατα γευθήκατε μεγάλες χαρές στο νησί σας, το οποίο κατά την διάρκεια των εορτασμών του Αγίου Διονυσίου φόρεσε τα λαμπρά του και μεταμορφώθηκε σε ΜΕΓΑΛΟΝΗΣΟ.
Τα αποσταλέντα ελήφθησαν ευγνωμόνως. Επιφυλάσσομαι να απαντήσω προσεχώς.
Διάβασα πολύ προσεκτικά και όχι μία φορά αυτά τα λόγια γιατί ήθελα να ακούσω τί λέει ένας Αρχιεπίσκοπος που δεν έχουν φθάσει ως εμένα τα λόγια του καθώς έχει επιλέξει να είναι αθόρυβος. Κράτησα αυτό:
"..Η Εκκλησία δεν περιορίζεται μέσα στην πολιτειακή διάρθρωση και δεν μπορεί να εντοπίζεται ο ρόλος της μόνο σε μια περιθωριακή θρησκευτικότητα. Χωρίς να υποκαθιστάνει τις άλλες συντεταγμένες του κοινωνικού και ευρύτερου χάρτη δεν παραθεωρεί το είναι της και δεν αντιπαρέρχεται ανεύθυνα και ανέξοδα την ανθρώπινη ανησυχία, τον πόνο, τον προβληματισμό, την ανισομέρεια στην κατανομή των ευκαιριών και της προσβάσεως στα υλικά και πνευματικά αγαθά." γιατί χρειαζόταν να ακουστεί επιτέλους αυτή η αλήθεια.
Μου ταίριαξαν πολύ όλα, κυρίως η σημασία του Προσώπου. Είναι διαμάντια. Αυτό το λέει ο μέσος άνθρωπος(ακόμα κι άν ισχυρίζονται οτι μέσος άνθρωπος δεν υπάρχει.... Εκείνο που εννοώ είναι οτι φθάνουν στην καρδιά του καθενός και στη σκέψη του καθενός.
Δεν λέει εκείνο το ευαγγέλιο(δεν θυμάμαι ποιό είναι) οτι τα πρόβατα αναγνωρίζουν τον Ποιμένα όταν ακούσουν τη φωνή του και τον ακολουθούν? Νομίζω οτι και τον πνευματικό έτσι τον επιλέγεις. Απο τη Γνησιότητα του Προσώπου, καθώς η σχέση είναι βαθιά προσωπική.
Πατέρα Παναγιώτη, αρκετές δεκάδες επίσκοποι προσκαλούνται και παρευρίσκονται στη Ζάκυνθο κάθε χρόνο (καλοκαίρι και χειμώνα) για τον εορτασμό του Αγίου Διονυσίου. Έχω εκφράσει την έντονη διαφωνία μου γι αυτή τη συνήθεια σε άρθρο μου με τίτλο "Η ύβρη της χλιδής προς τον Άγιο της Συγγνώμης" στην εφημερίδα "Ερμής" στις 26-8-2008. Θεωρώ ότι υπάρχει υπερβολή στον αριθμό των προσκαλουμένων επισκόπων που προκαλούν το δημόσιο και θρησκευτικό αίσθημα με τις αυτοκρατορικές στολές και τα έξοδα φιλοξενίας.
Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου όμως νομίζω ότι ωφέλησε, γιατί έδωσε με το λόγο του και την πράξη του μια άλλη διάσταση τελείως διαφορετική από τις προηγούμενες. Βαθυστόχαστος θεολογικός λόγος στην επικαιρότητα της γιορτής του Αγίου και των σύγχρονων δρώμενων στην πολιτική και κοινωνική μας ζωή. Λίγες φορές στο παρελθόν ακούσαμε κάτι ουσιαστικό πλην των ευχαριστιών και των επαίνων προς το Μητροπολίτη μας που τους προσκάλεσε. Εξαιτίας αυτού παραβλέπω την υπερβολή στην παρουσία άλλων 25 αρχιερέων.
Εύχομαι, βοήθεια μας ο Άγιος!
Μου αρέσει η υποχώρηση της απολογητικής διάθεσης, και υπογραμμίζω τον τόνο αυτοκριτικής των λόγων που εκφώνησε. Πιστεύω ότι πέρα από δεοντολογίες ο ειλικρινής αυτοέλεγχος των κληρικών είναι κάτι που το έχουν ανάγκη να το ακούσουν πολλοί, και κυρίως όσοι ψάχνονται...
Δημοσίευση σχολίου